Η Ανταρκτική για δεκαετίες έμοιαζε απρόσιτη, ένας λευκός, παγωμένος παράδεισος στο άκρο του κόσμου που φιλοξενούσε μόνο επιστήμονες και ερευνητικές αποστολές. Σήμερα όμως, η πραγματικότητα έχει αλλάξει δραματικά. Ο τουρισμός στην περιοχή δεν αποτελεί πλέον μια σπάνια εμπειρία για λίγους τολμηρούς, αλλά ένα φαινόμενο που γνωρίζει αλματώδη ανάπτυξη.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της International Association of Tour Operators, μέσα σε δύο δεκαετίες οι αφίξεις στην Ανταρκτική αυξήθηκαν από περίπου 20.000 τον χρόνο σε σχεδόν 120.000. Πρόκειται για μια εκρηκτική άνοδο που αποκαλύπτει την ολοένα μεγαλύτερη γοητεία που ασκεί το νοτιότερο άκρο της Γης. Ωστόσο, πίσω από αυτήν την εντυπωσιακή τουριστική κίνηση κρύβονται ανησυχητικές περιβαλλοντικές συνέπειες, οι οποίες πλέον τεκμηριώνονται με επιστημονική ακρίβεια.
Μελέτη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Nature Sustainability κατέγραψε ότι στις περιοχές που επισκέπτονται άνθρωποι, η συγκέντρωση σωματιδίων με βαρέα μέταλλα είναι σήμερα δέκα φορές υψηλότερη σε σχέση με πριν από σαράντα χρόνια. Αυτό σημαίνει ότι ο ίδιος ο τουρισμός, αλλά και οι επιστημονικές αποστολές, αφήνουν πίσω τους ένα αποτύπωμα που απομακρύνει την Ανταρκτική από την εικόνα του ανέγγιχτου οικοσυστήματος.
Η ευθύνη δεν βαραίνει μόνο τους επισκέπτες που περνούν λίγες μέρες στα παγωμένα τοπία. Οι ερευνητικές ομάδες, με τη μακροχρόνια παραμονή τους και τις απαιτητικές εγκαταστάσεις που χρειάζονται για να λειτουργήσουν, μπορούν να έχουν επίδραση έως και δέκα φορές μεγαλύτερη από έναν μεμονωμένο τουρίστα. Παρ’ όλα αυτά, ο πιο ανησυχητικός παράγοντας παραμένουν τα κρουαζιερόπλοια και τα μέσα μεταφοράς που τροφοδοτούν αυτή την τουριστική δραστηριότητα. Η καύση βαρέων καυσίμων υψηλής έντασης απελευθερώνει σωματίδια χρωμίου, νικελίου, χαλκού, ψευδαργύρου και μολύβδου. Όταν αυτά εναποτίθενται στο χιόνι, επιταχύνουν τη διαδικασία τήξης.
Ο Raul Cordero, επιστήμονας του University of Groningen, εξηγεί ότι οι συγκεκριμένες ουσίες μειώνουν την ικανότητα του χιονιού να αντανακλά την ηλιακή ακτινοβολία. Έτσι, η επιφάνεια θερμαίνεται ταχύτερα, με αποτέλεσμα οι πάγοι να λιώνουν σε ρυθμούς που δεν θα παρατηρούνταν υπό φυσιολογικές συνθήκες. Υπολογίζει μάλιστα ότι η παρουσία ενός και μόνο τουρίστα μπορεί να συνδέεται έμμεσα με το λιώσιμο περίπου 100 τόνων χιονιού. Ένας αριθμός που, πολλαπλασιαζόμενος με τις δεκάδες χιλιάδες επισκέπτες κάθε χρόνο, γίνεται πραγματικά τρομακτικός.
Για να κατανοήσουν καλύτερα την έκταση του προβλήματος, ερευνητές από τη Χιλή, τη Γερμανία και την Ολλανδία διένυσαν περισσότερα από 2.000 χιλιόμετρα, προκειμένου να μετρήσουν επιτόπου την παρουσία ρύπων. Τα δεδομένα που συνέλεξαν δείχνουν μια ξεκάθαρη αυξητική τάση, η οποία προστίθεται στο ήδη βεβαρημένο πρόβλημα της κλιματικής αλλαγής. Δεν είναι τυχαίο ότι η NASA υπολογίζει πως από το 2002 η Ανταρκτική χάνει κατά μέσο όρο 135 δισεκατομμύρια τόνους πάγου και χιονιού κάθε χρόνο. Το στοιχείο αυτό από μόνο του αποδεικνύει τη μεγάλη ευαλωτότητα του «λευκού ηπείρου».
Ωστόσο, δεν απουσιάζουν και οι προσπάθειες περιορισμού των επιπτώσεων. Τα τελευταία χρόνια έχουν θεσπιστεί μέτρα όπως η απαγόρευση χρήσης βαρέος μαζούτ, ενός από τα πιο ρυπογόνα παράγωγα πετρελαίου, καθώς και η ανάπτυξη πλοίων που συνδυάζουν ηλεκτρική ενέργεια με συμβατικά καύσιμα. Αυτές οι πρωτοβουλίες δείχνουν μια θετική κατεύθυνση, όμως οι επιστήμονες προειδοποιούν ότι δεν αρκούν. Το άρθρο στο Nature Sustainability υπογραμμίζει ότι η ουσιαστική μείωση του αποτυπώματος απαιτεί πολύ πιο τολμηρά βήματα: περιορισμό της χρήσης ορυκτών καυσίμων σε ευαίσθητες περιοχές και γρήγορη μετάβαση σε καθαρές μορφές ενέργειας.
Η εικόνα της Ανταρκτικής ως ενός από τα τελευταία παρθένα τοπία του πλανήτη παραμένει ισχυρή, αλλά η αυξανόμενη δημοφιλία της απειλεί να μετατρέψει την ήπειρο σε ένα ζωντανό παράδειγμα των αντιφάσεων της εποχής μας. Από τη μία πλευρά, η ανάγκη για εξερεύνηση και γνώση, από την άλλη, η αδυναμία να προστατεύσουμε το ίδιο το περιβάλλον που μας γοητεύει.
Ο τουρισμός στην Ανταρκτική, άλλοτε σπάνιο προνόμιο, τείνει να εξελιχθεί σε μαζικό φαινόμενο. Και μαζί του, αναδεικνύεται το ερώτημα: πόσο μακριά είμαστε διατεθειμένοι να φτάσουμε για να ζήσουμε μια εμπειρία ζωής, αν αυτή κοστίζει την επιβίωση ενός από τα πιο ευαίσθητα οικοσυστήματα της Γης;
[via]