Η κατάθλιψη παραμένει μια από τις πιο παραγνωρισμένες και παρεξηγημένες διαταραχές της εποχής μας, παρά το γεγονός ότι επηρεάζει εκατοντάδες εκατομμύρια ανθρώπους παγκοσμίως. Τα εύπεπτα μηνύματα της ποπ κουλτούρας που υπόσχονται ότι μπορεί κανείς να την ξεπεράσει απλά και ανώδυνα δεν θα μπορούσαν να είναι πιο παραπλανητικά. Η κατάθλιψη δεν είναι μια απλή θλίψη, ούτε μια αρνητική σκέψη που διαλύεται με λίγη θέληση. Είναι μια βαθιά διαταραχή του τρόπου με τον οποίο λειτουργεί ο εγκέφαλος, με επιπτώσεις που αγγίζουν κάθε πτυχή της καθημερινότητας και μπορούν να σπρώξουν τον άνθρωπο σε επικίνδυνες ατραπούς.
Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, περίπου το 5,7% των ενηλίκων σε παγκόσμιο επίπεδο, περίπου 332 εκατομμύρια άνθρωποι, ζουν με κατάθλιψη. Από αυτούς, ένα σημαντικό ποσοστό υποφέρει από μια ακόμη πιο δυσβάσταχτη μορφή της: την ανθεκτική στη θεραπεία κατάθλιψη, όπου τα συνήθη αντικαταθλιπτικά δεν φέρνουν αποτέλεσμα. Για αυτούς τους ανθρώπους, οι θεραπευτικές επιλογές παραμένουν περιορισμένες, γεγονός που καθιστά επιτακτική την ανάγκη νέων προσεγγίσεων. Και όπως φαίνεται, μια τέτοια προσέγγιση ίσως βρίσκεται γύρω από μια πρωτεΐνη που μέχρι πρόσφατα περνούσε κάτω από τα ραντάρ της επιστήμης: την SGK1.
Ερευνητές από τα Columbia και McGill Universities δημοσίευσαν πρόσφατα μια μελέτη στο Molecular Psychiatry που ρίχνει φως στον καθοριστικό ρόλο της SGK1, μιας πρωτεΐνης που ενεργοποιείται σε συνθήκες στρες. Ο επικεφαλής της μελέτης, Christoph Anacker, επίκουρος καθηγητής κλινικής νευροβιολογίας στο τμήμα Ψυχιατρικής του Columbia, εξηγεί ότι η SGK1 δεν είναι απλώς ένας δείκτης στρες. Μοιάζει να αποτελεί κρίκο που συνδέει τον ψυχολογικό τραυματισμό με τη βιολογική ευαλωτότητα στην κατάθλιψη.
Η ιστορία της SGK1 σε σχέση με την κατάθλιψη ξεκινά περίπου μια δεκαετία πριν, όταν ο Anacker και η ομάδα του εντόπισαν ασυνήθιστα υψηλά επίπεδα της πρωτεΐνης σε δείγματα αίματος ατόμων που βρίσκονταν σε κατάθλιψη αλλά δεν λάμβαναν αντικαταθλιπτικά. Αργότερα, οι ερευνητές διαπίστωσαν εξίσου αυξημένα επίπεδα SGK1 και σε δείγματα εγκεφαλικού ιστού ανθρώπων που είχαν αυτοκτονήσει, με τις υψηλότερες τιμές να παρατηρούνται σε όσους ανέφεραν τραυματική παιδική ηλικία.
Γύρω στο 60% των ανθρώπων με σοβαρή κατάθλιψη έχουν βιώσει τραύμα ως παιδιά, ενώ το ποσοστό αυτό ανεβαίνει σε περίπου δύο τρίτα μεταξύ όσων έχουν προβεί σε απόπειρες αυτοκτονίας. Σύμφωνα με τον Anacker, κάποιοι άνθρωποι φέρουν γενετικές παραλλαγές που οδηγούν σε αυξημένη παραγωγή SGK1. Όταν αυτό συνδυάζεται με παιδικό τραύμα, οι πιθανότητες εμφάνισης κατάθλιψης στην εφηβεία ή την ενήλικη ζωή εκτοξεύονται.
Από τα πιο ενδιαφέροντα ευρήματα της νέας μελέτης προέρχονται από πειράματα σε ζώα. Όταν οι ερευνητές χορήγησαν σε ποντίκια αναστολείς SGK1, τα ζώα έδειξαν σημαντική ανθεκτικότητα σε συμπεριφορές που μοιάζουν με καταθλιπτικά συμπτώματα, ακόμη και υπό συνθήκες παρατεταμένου στρες. Η αναστολή της SGK1 φαίνεται να ενισχύει τη δημιουργία νέων νευρώνων στον ιππόκαμπο, την περιοχή του εγκεφάλου που είναι κρίσιμη για τη μνήμη, τη συναισθηματική ρύθμιση και την ανταπόκριση στο στρες.
Το σημαντικό εδώ δεν είναι μόνο το ότι η SGK1 παίζει κεντρικό ρόλο στη μετάβαση από το ψυχολογικό τραύμα στη βιολογική ευαλωτότητα. Είναι και το ότι ήδη υπάρχουν φαρμακευτικοί αναστολείς της SGK1 υπό ανάπτυξη για άλλες παθήσεις. Αυτό σημαίνει ότι η μετάβαση από το εργαστήριο στα κλινικά δοκιμαστήρια θα μπορούσε να γίνει πιο γρήγορα από ό,τι συνήθως βλέπουμε σε αντίστοιχες ανακαλύψεις.
Αν οι αναστολείς SGK1 συνδυαστούν με γενετική παρακολούθηση, τότε ανοίγει μια εντελώς νέα εποχή στην πρόληψη και θεραπεία της κατάθλιψης. Άνθρωποι με ιστορικό σοβαρού παιδικού τραύματος –είτε πρόκειται για παραμέληση, λεκτική κακοποίηση, σεξουαλική επίθεση, υποτίμηση, εκμετάλλευση ή εμπειρίες πολέμου– θα μπορούσαν να εντοπίζονται εγκαίρως ως υψηλού κινδύνου και να λαμβάνουν στοχευμένη φαρμακευτική αγωγή πριν αναπτύξουν βαριά καταθλιπτική συμπτωματολογία.
Ο Anacker συνοψίζει τη σημασία της ανακάλυψης με έναν τρόπο που είναι δύσκολο να αγνοηθεί: υπάρχει επείγουσα ανάγκη να αναγνωρίσουμε και να θεραπεύσουμε εκείνους που διατρέχουν τον μεγαλύτερο κίνδυνο για κατάθλιψη και αυτοκτονία μετά από παιδική κακοποίηση, και η SGK1 ίσως αποδειχθεί ο πιο υποσχόμενος δρόμος γι’ αυτό.