Τον Σεπτέμβριο του 2024, η Apple παρουσίασε τη σειρά iPhone 16 διαφημίζοντάς την ως «κατασκευασμένη για το Apple Intelligence», τη νέα της πλατφόρμα τεχνητής νοημοσύνης. Ωστόσο, η πραγματικότητα αποδείχθηκε διαφορετική. Το Apple Intelligence δεν ήταν έτοιμη κατά την κυκλοφορία των συσκευών και όταν τελικά εμφανίστηκε, περιλάμβανε ελάχιστες από τις λειτουργίες που είχαν παρουσιαστεί. Η πιο φιλόδοξη εξ αυτών —η πλήρως ανανεωμένη Siri— παραμένει ακόμη απούσα. Σύμφωνα με νυν υπαλλήλους της Apple, η αποτυχία αυτή ήταν πολυπαραγοντική, όμως δύο είναι οι βασικές αιτίες: η διστακτική στάση των στελεχών της εταιρείας απέναντι στην AI και η ακλόνητη προσήλωσή της στην προστασία των προσωπικών δεδομένων των χρηστών.
Όταν η OpenAI παρουσίασε το ChatGPT και η παγκόσμια τεχνολογική σκηνή άλλαξε δραματικά, η Apple βρέθηκε προ εκπλήξεως. Ενώ εταιρείες όπως η Google, η Meta και η Amazon επένδυαν επί χρόνια στην τεχνητή νοημοσύνη, η Apple δεν ακολούθησε το ρεύμα. Ο Craig Federighi, επικεφαλής του λογισμικού στην Apple, φέρεται να υποτίμησε τη σημασία της AI, θεωρώντας την μη κρίσιμο παράγοντα για το μέλλον των προϊόντων. Ακόμα και όταν άλλοι ανώτατοι αξιωματούχοι προσπαθούσαν να τον πείσουν για την ανάγκη άμεσης επένδυσης, εκείνος παρέμενε αμετακίνητος.
Η κρίσιμη στιγμή ήρθε όταν ο ίδιος ο Federighi χρησιμοποίησε το ChatGPT για να γράψει κώδικα σε ένα προσωπικό του project. Μόνο τότε συνειδητοποίησε τη δυναμική των μεγάλων γλωσσικών μοντέλων (LLMs), αλλά ήταν ήδη αργά: ο ανταγωνισμός είχε προχωρήσει με ταχύτητα και η Apple έμεινε πίσω.
Η Apple είναι παγκοσμίως γνωστή για τη δέσμευσή της στην προστασία των προσωπικών δεδομένων. Αυτό όμως αποδείχθηκε ανασταλτικός παράγοντας στην ανάπτυξη του Apple Intelligence. Ενώ εταιρείες όπως η OpenAI χρησιμοποιούν δεδομένα χρηστών και περιεχόμενο του διαδικτύου για να εκπαιδεύσουν τα μοντέλα τους, η Apple αποφεύγει τέτοιες πρακτικές. Δεν συλλέγει δεδομένα από iPhone και Mac, ενώ επιτρέπει στις ιστοσελίδες να εξαιρούνται από την αναζήτηση του Applebot, περιορίζοντας έτσι την ποιότητα και την ποικιλία των δεδομένων της.
Παρά την αργοπορημένη προσπάθεια να ενισχύσει την ομάδα AI, η Apple δεν μπόρεσε να καλύψει το χαμένο έδαφος. Σήμερα, χιλιάδες αναλυτές σε όλο τον κόσμο ελέγχουν χειροκίνητα τα αποτελέσματα της Apple Intelligence για ακρίβεια, ενώ η εταιρεία αναπτύσσει μια νέα ψηφιακή βοηθό, την «LLM Siri», για να αντικαταστήσει τη σημερινή έκδοση — κάποια στιγμή στο μέλλον.
Ο John Giannandrea, πρώην στέλεχος της Google και επικεφαλής του τομέα AI στην Apple από το 2018, απομακρύνθηκε πρόσφατα από τα καθήκοντα της ανάπτυξης προϊόντων. Παρόλο που εκείνος διαβεβαιώνει πως η Apple δεν απειλείται από τους ανταγωνιστές της, ο ίδιος ο CEO, Tim Cook, φέρεται να έχει χάσει την εμπιστοσύνη του στις ικανότητές του. Ο Craig Federighi έχει πλέον αναλάβει κεντρικό ρόλο στην ανασύνταξη της AI στρατηγικής της εταιρείας.
Σε μια προσπάθεια να ανακτήσει το χαμένο έδαφος, η Apple βρίσκεται σε διαπραγματεύσεις με τη Google για την ενσωμάτωση του κορυφαίου μοντέλου AI Gemini στα iPhone, μια προσέγγιση που ήδη εφαρμόζουν εταιρείες όπως η Samsung και η ίδια η Google με τις συσκευές Pixel. Παράλληλα, υπάρχουν πληροφορίες ότι η Apple εξετάζει και τη συνεργασία με άλλες πλατφόρμες AI όπως η Perplexity, δίνοντας στους χρήστες τη δυνατότητα να επιλέγουν το μοντέλο που θα χρησιμοποιούν.
Η περιπέτεια της Apple με την τεχνητή νοημοσύνη αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα του τι μπορεί να συμβεί όταν μια εταιρεία δεν επενδύει έγκαιρα στο μέλλον της. Το φιάσκο του Apple Intelligence ανάγκασε τα στελέχη της να αναλάβουν δημόσια την ευθύνη, ενώ η εταιρεία σχεδιάζει να αλλάξει την πολιτική της σχετικά με τις ανακοινώσεις νέων προϊόντων. Στο εξής, οι νέες λειτουργίες θα ανακοινώνονται μόνο λίγους μήνες πριν την επίσημη κυκλοφορία τους, για να αποφεύγονται υπερβολικές προσδοκίες.
Ως εκ τούτου, το φετινό συνέδριο της Apple για προγραμματιστές (WWDC 2025) αναμένεται να είναι λιγότερο εντυπωσιακό από προηγούμενες χρονιές, αλλά ίσως περισσότερο ειλικρινές, κάτι που η εταιρεία έχει ανάγκη περισσότερο από ποτέ.
[via]