Κι όμως, ο άνθρωπος συνεχίζει να εξελίσσεται και το βλέπουμε μπροστά μας

Για πολλούς η έννοια της εξέλιξης μοιάζει μακρινή, κάτι που αφορά προϊστορικούς ανθρώπους και όχι τις κοινωνίες των smartphones, της γενετικής μηχανικής και των ψηφιακών υποδομών. Η αντίληψη ότι «ο πολιτισμός μάς αποσύνδεσε από τη φύση» οδηγεί συχνά στη λανθασμένη ιδέα πως ο άνθρωπος έχει πλέον ξεπεράσει την ανάγκη για βιολογική προσαρμογή. Ωστόσο, τα δεδομένα που συγκεντρώνουν ανθρωπολόγοι και γενετιστές δείχνουν κάτι εντελώς διαφορετικό: εξελισσόμαστε ακόμη. Και μάλιστα με τρόπους που δεν είναι πάντα ορατοί, αλλά διαμορφώνουν το μέλλον του είδους μας.

Η ανθρωπολόγος Michael A. Little υπενθυμίζει πως, όπως κάθε άλλος οργανισμός, έτσι κι εμείς παραμένουμε προϊόντα της φυσικής επιλογής. Τα χαρακτηριστικά που βοηθούν σε επιβίωση και αναπαραγωγή εξακολουθούν να ενισχύονται, μόνο που ο μηχανισμός πίσω από αυτά είναι πιο περίπλοκος απ’ ό,τι στην Εποχή των Παγετώνων. Σήμερα, μεγάλο μέρος του περιβάλλοντος που επιβάλλει πίεση για προσαρμογή δεν είναι μόνο φυσικό αλλά και πολιτισμικό: οι πόλεις που χτίζουμε, οι διατροφικές μας συνήθειες, ακόμη και τα συστήματα υγείας που δημιουργούμε καθορίζουν το ποιοι επιβιώνουν καλύτερα και ποιοι όχι.

Η κουλτούρα λοιπόν δεν καταργεί την εξέλιξη. Τη μετατοπίζει. Μας δίνει εργαλεία να αλλάζουμε τον κόσμο γύρω μας, αλλά ταυτόχρονα δημιουργεί νέα πλαίσια μέσα στα οποία το σώμα μας καλείται να λειτουργήσει. Η διποδική βάδιση, η ευελιξία των χεριών, ο μεγάλος εγκέφαλος – χαρακτηριστικά που κάποτε αποτελούσαν εξελικτικά πλεονεκτήματα – έθεσαν τις βάσεις για τη γέννηση του πολιτισμού. Και με τη σειρά του ο πολιτισμός συνεχίζει να επηρεάζει το DNA μας.

Ένα από τα πιο γνωστά παραδείγματα είναι η σχέση μας με τον Ήλιο. Η ποσότητα μελανίνης στο δέρμα καθορίζεται γενετικά και αποτελεί ευθεία απάντηση στην ένταση της υπεριώδους ακτινοβολίας. Οι ανθρώπινοι πληθυσμοί των τροπικών ανέπτυξαν σκούρο δέρμα ως φυσική ασπίδα απέναντι σε εγκαύματα και καρκίνο του δέρματος. Όταν όμως ομάδες ανθρώπων μετακινήθηκαν σε περιοχές με ελάχιστο φως, οι ίδιες προστατευτικές ιδιότητες μετατράπηκαν σε πρόβλημα: η πολύ μελανίνη εμπόδιζε την παραγωγή βιταμίνης D. Έτσι, το ανοιχτό δέρμα έγινε πλεονέκτημα σε βόρεια γεωγραφικά πλάτη. Το ευρύτερο μοτίβο παραμένει ίδιο: διαφορετικά περιβάλλοντα, διαφορετικές εξελικτικές λύσεις.

Η διατροφή αποτελεί ακόμη πιο εντυπωσιακή περίπτωση πολιτισμικής και βιολογικής συν-εξέλιξης. Όταν πριν από περίπου 10.000 χρόνια οι πρώτες κοινότητες εξημέρωσαν ζώα και άρχισαν να καταναλώνουν συστηματικά γάλα, ήρθαν αντιμέτωπες με ένα αυτονόητο βιολογικό όριο: όπως τα περισσότερα θηλαστικά, οι ενήλικοι άνθρωποι τότε δεν μπορούσαν να χωνέψουν τη λακτόζη. Όμως οι λίγοι που διέθεταν τυχαίες μεταλλάξεις που επέτρεπαν τη συνέχιση αυτής της ικανότητας στην ενήλικη ζωή είχαν σημαντικό πλεονέκτημα. Το επιπλέον θρεπτικό απόθεμα σήμαινε λιγότερη πείνα, περισσότερη επιβίωση και τελικά μια γενετική μετατόπιση που σήμερα είναι κυρίαρχη σε πολλούς ευρωπαϊκούς και αφρικανικούς πληθυσμούς.

Δεν ισχύει όμως το ίδιο παντού. Λαοί όπως οι Inuit έχουν προσαρμοστεί σε μια διατροφή σχεδόν αποκλειστικά βασισμένη σε ζωικά λίπη, αναπτύσσοντας γενετικά χαρακτηριστικά που μειώνουν τον κίνδυνο καρδιακών προβλημάτων. Οι Turkana στην Κένυα, που ζουν σε εξαιρετικά ξηρές περιοχές, διαθέτουν γονίδια που τους επιτρέπουν να αντέχουν μεγάλα διαστήματα χωρίς νερό, κάτι που για άλλους πληθυσμούς θα οδηγούσε σε σοβαρή βλάβη των νεφρών. Αυτές οι διαφοροποιήσεις δεν είναι πολιτισμικά τρικ. Είναι καθαρή εξελικτική μηχανική.

Η εξέλιξη όμως δεν καθορίζεται μόνο από το τι τρώμε ή πόσο ήλιο βλέπουμε. Οι ασθένειες αποτέλεσαν – και συνεχίζουν να αποτελούν – έναν από τους πιο ισχυρούς παράγοντες φυσικής επιλογής. Η βουβωνική πανώλη του 14ου αιώνα εξολόθρευσε περίπου το ένα τρίτο του πληθυσμού της Ευρώπης, αφήνοντας πίσω δυσανάλογα περισσότερους ανθρώπους που διέθεταν συγκεκριμένα γονίδια αντίστασης. Με άλλες λέξεις, η επιδημία αναμόρφωσε την ανθρώπινη γενετική σύνθεση μέσα σε λίγες γενιές.

Ακόμη και στο πρόσφατο παρελθόν, η COVID-19 αποκάλυψε πως μερικοί άνθρωποι έχουν φυσική γενετική προστασία απέναντι στον ιό. Δεν γνωρίζουμε ακόμη αν αυτό το χαρακτηριστικό θα ενισχυθεί στο μέλλον, αλλά η ιστορία δείχνει πως τέτοια πλεονεκτήματα, όταν συνδυάζονται με συνεχείς υγειονομικές πιέσεις, τείνουν να εξαπλώνονται.

Αν λοιπόν αναζητά κανείς απόδειξη ότι η ανθρώπινη εξέλιξη συνεχίζεται, δεν χρειάζεται να κοιτάξει πιο μακριά από τα γονίδιά μας και τον τρόπο που αυτά διαπλέκονται με τον κόσμο που δημιουργούμε. Από τη μελανίνη μέχρι την ανθεκτικότητα στις ασθένειες και από τη διατροφή μέχρι το κλίμα, οι δυνάμεις που μας διαμόρφωναν πριν από χιλιάδες χρόνια συνεχίζουν να μας διαμορφώνουν σήμερα.

Loading