Ο μαζικός εμβολιασμός προστατεύει σημαντικά και τους ανεμβολίαστους

Μια νέα μελέτη από το Πανεπιστήμιο του Pittsburgh επιβεβαιώνει αυτό που πολλοί επιστήμονες τονίζουν εδώ και χρόνια: οι εμβολιασμοί δεν προστατεύουν μόνο εκείνους που τους λαμβάνουν, αλλά και το ευρύτερο κοινωνικό σύνολο, συμπεριλαμβανομένων όσων για διάφορους λόγους δεν έχουν εμβολιαστεί. Η έρευνα, που βασίστηκε σε προσομοιώσεις με τη βοήθεια υπολογιστικών μοντέλων, φέρνει στο φως συγκεκριμένα στοιχεία που τεκμηριώνουν την ευρύτερη σημασία του μαζικού εμβολιασμού, ιδιαίτερα στην περίπτωση της εποχικής γρίπης.

Οι ερευνητές δημιούργησαν ένα ψηφιακό μοντέλο το οποίο αναπαριστούσε τις κινήσεις και τις κοινωνικές αλληλεπιδράσεις 1,2 εκατομμυρίων κατοίκων μιας αμερικανικής κομητείας. Το μοντέλο παρακολουθούσε πώς μεταδίδεται ο ιός της γρίπης σε καθημερινές συνθήκες, μέσα σε νοικοκυριά, σχολεία, εργασιακούς χώρους και κοινότητες. Έχοντας υπόψη μια υπόθεση εμβολίου με 40% αποτελεσματικότητα, οι προσομοιώσεις εκτελέστηκαν υπό διάφορα σενάρια που προσομοίαζαν διαφορετικούς βαθμούς μετάδοσης και εμβολιαστικής κάλυψης. Κάθε σενάριο επαναλήφθηκε 100 φορές, προκειμένου να εξαχθούν στατιστικά ασφαλή συμπεράσματα.

Τα αποτελέσματα ήταν σαφή: όταν το ποσοστό εμβολιασμού έφτανε ή ξεπερνούσε το 51% του πληθυσμού, τα συνολικά κρούσματα γρίπης μειώνονταν κατά 32,9 έως 41,5%, ανάλογα με την επιθετικότητα του ιού σε κάθε σενάριο. Οι άμεσες ωφέλειες ήταν αναμενόμενα μεγαλύτερες για τα άτομα που είχαν εμβολιαστεί, όμως διαπιστώθηκαν και σημαντικά έμμεσα οφέλη για τους ανεμβολίαστους.

Όπως αναφέρουν οι επιστήμονες στη δημοσίευσή τους, «σε ιικά στελέχη παρόμοια με αυτά της εποχικής γρίπης, ο εμβολιασμός παρείχε έμμεση προστασία σε άτομα που δεν είχαν εμβολιαστεί, αλλά η άμεση προστασία στα εμβολιασμένα άτομα ήταν πάντα υψηλότερη». Με απλά λόγια, κάποιος που κάνει το εμβόλιο έχει σαφώς μεγαλύτερες πιθανότητες να αποφύγει τη νόσηση, ενώ ταυτόχρονα συμβάλλει στη μείωση της διασποράς του ιού – κάτι που ευνοεί ακόμα και όσους δεν έχουν εμβολιαστεί.

Η διαπίστωση αυτή έχει ιδιαίτερη σημασία για τα άτομα που, λόγω ιατρικών προβλημάτων, δεν μπορούν να κάνουν εμβόλια. Σε αυτές τις περιπτώσεις, η προστασία τους εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη γενικότερη ανοσία της κοινότητας, κάτι που καθιστά την εμβολιαστική ευθύνη ακόμα πιο επιτακτική.

Η μελέτη ανέδειξε επίσης μια ενδιαφέρουσα συσχέτιση: όσο μεγαλύτερη είναι η αποτελεσματικότητα του εμβολίου, τόσο μειώνονται τα κρούσματα. Παράλληλα, φάνηκε ότι όσο αυξάνεται το ποσοστό εμβολιασμού στον πληθυσμό, μειώνεται η συνολική διασπορά του ιού, με αποτέλεσμα οι άνθρωποι ανεξαρτήτως εμβολιαστικής κατάστασης να εκτίθενται λιγότερο σε πιθανούς φορείς.

Ωστόσο, οι επιστήμονες προειδοποιούν ότι τα αποτελέσματα αυτά δεν πρέπει να ερμηνευθούν ως «άδεια» για να αποφεύγει κανείς τον εμβολιασμό. Σύμφωνα με τα δεδομένα, τα ανεμβολίαστα άτομα είχαν κατά 43 έως 73% αυξημένο κίνδυνο να προσβληθούν από τη γρίπη, ανάλογα με το επίπεδο αποτελεσματικότητας του εκάστοτε εμβολίου. Ακόμα χειρότερα, σε σενάρια υψηλής μεταδοτικότητας, όπως αυτά που ζήσαμε κατά την έναρξη της πανδημίας COVID-19, η έμμεση προστασία για τους ανεμβολίαστους εξαφανιζόταν σχεδόν πλήρως.

Όπως τονίζουν οι ερευνητές, «ακόμα και όταν η αποτελεσματικότητα και η εμβολιαστική κάλυψη είναι χαμηλές, ο εμβολιασμός οδηγεί σε αξιοσημείωτη μείωση της επιβάρυνσης από τη νόσο σε συνθήκες που θυμίζουν την εποχική γρίπη». Ωστόσο, προσθέτουν ότι «όταν το επίπεδο μετάδοσης είναι πολύ υψηλό, ακόμη και ένα πολύ αποτελεσματικό εμβόλιο δεν επαρκεί για να προστατέψει τα ανεμβολίαστα άτομα».

Η νέα αυτή μελέτη ενισχύει τα ευρήματα προηγούμενων ερευνών σχετικά με τη σημασία της συλλογικής ανοσίας, η οποία επιτυγχάνεται όταν ένα σημαντικό ποσοστό του πληθυσμού αποκτά ανοσία, είτε μέσω εμβολίων είτε μέσω φυσικής νόσησης. Παρόλα αυτά, τα ευρήματα υποδεικνύουν ότι η έμμεση προστασία που προσφέρει η ανοσία της αγέλης έχει τα όριά της, ειδικά όταν πρόκειται για ταχέως μεταδιδόμενους ιούς.

[via]

Loading