Μια νέα έρευνα έρχεται να αμφισβητήσει όσα γνωρίζαμε μέχρι σήμερα για την υπέρταση. Ερευνητές του McGill University αποκάλυψαν ότι η υπερβολική κατανάλωση αλατιού δεν επηρεάζει μόνο τα νεφρά και τα αιμοφόρα αγγεία, όπως πίστευε η επιστήμη για δεκαετίες, αλλά προκαλεί φλεγμονές στον εγκέφαλο, οι οποίες με τη σειρά τους αυξάνουν την αρτηριακή πίεση. Η ανακάλυψη αυτή ανοίγει τον δρόμο για νέες θεραπευτικές προσεγγίσεις, με επίκεντρο τον εγκέφαλο και όχι αποκλειστικά τα όργανα που μέχρι σήμερα θεωρούνταν υπεύθυνα.
Μια διαφορετική ματιά στην υπέρταση
Η μελέτη, υπό την καθοδήγηση της Masha Prager-Khoutorsky, αναπληρώτριας καθηγήτριας στο Τμήμα Φυσιολογίας του McGill, έγινε σε συνεργασία με επιστήμονες από το Research Institute of the McGill University Health Centre. Τα αποτελέσματα δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό Neuron και δείχνουν ότι η υπέρταση μπορεί σε ορισμένες περιπτώσεις να έχει νευρολογική αφετηρία.
«Πρόκειται για νέα απόδειξη ότι η υψηλή αρτηριακή πίεση μπορεί να ξεκινά από τον εγκέφαλο. Αυτό ανοίγει τον δρόμο για θεραπείες που στοχεύουν άμεσα σε αυτόν», δήλωσε η Prager-Khoutorsky.
Η υπέρταση είναι μία από τις πιο διαδεδομένες παθήσεις παγκοσμίως. Εκτιμάται ότι δύο στους τρεις ανθρώπους άνω των 60 ετών πάσχουν από αυτήν, ενώ συνδέεται με περισσότερους από δέκα εκατομμύρια θανάτους κάθε χρόνο. Επειδή συχνά δεν παρουσιάζει εμφανή συμπτώματα, οι ασθενείς συχνά αγνοούν τον κίνδυνο, μέχρι που εμφανίζονται σοβαρές επιπλοκές όπως καρδιοπάθειες ή εγκεφαλικά επεισόδια.
Όταν τα φάρμακα δεν φτάνουν
Ένα από τα σημαντικότερα ευρήματα της μελέτης είναι η πιθανή εξήγηση για το γιατί περίπου το ένα τρίτο των ασθενών δεν ανταποκρίνονται στα συνηθισμένα αντιυπερτασικά φάρμακα. Μέχρι σήμερα, η ιατρική κοινότητα θεωρούσε ότι η υπέρταση έχει ως αφετηρία κυρίως τα νεφρά και τα αιμοφόρα αγγεία, γι’ αυτό και οι θεραπείες στοχεύουν σε αυτά τα συστήματα. Ωστόσο, αν η αιτία κρύβεται στον εγκέφαλο, οι παραδοσιακές αγωγές δεν μπορούν να είναι αποτελεσματικές σε όλους τους ασθενείς.
Η ερευνητική ομάδα του McGill προτείνει ότι ο εγκέφαλος μπορεί να αποτελεί έναν νέο, κρίσιμο θεραπευτικό στόχο, ιδιαίτερα για τις περιπτώσεις «ανθεκτικής υπέρτασης», όπου τα υπάρχοντα φάρμακα αποτυγχάνουν.
Πώς δρα το αλάτι στον εγκέφαλο
Για να προσομοιώσουν τις διατροφικές συνήθειες του σύγχρονου ανθρώπου, οι επιστήμονες χρησιμοποίησαν αρουραίους, οι οποίοι καταναλώνουν και επεξεργάζονται το αλάτι με τρόπο παρόμοιο με τον άνθρωπο, σε αντίθεση με τα ποντίκια που χρησιμοποιούνται συχνότερα στις μελέτες. Στα ζώα χορηγήθηκε νερό με περιεκτικότητα 2% σε αλάτι, ποσότητα αντίστοιχη με δίαιτες που βασίζονται σε επεξεργασμένα τρόφιμα όπως fast food, μπέικον, έτοιμες σούπες και τυριά.
Η υπερβολική κατανάλωση αλατιού ενεργοποίησε συγκεκριμένα ανοσοκύτταρα σε περιοχές του εγκεφάλου, οδηγώντας σε φλεγμονή. Αυτή η διαδικασία αύξησε τα επίπεδα της ορμόνης βαζοπρεσίνης, η οποία είναι γνωστό ότι ανεβάζει την αρτηριακή πίεση. Χρησιμοποιώντας εξελιγμένες μεθόδους απεικόνισης και νέες τεχνικές στο εργαστήριο, οι επιστήμονες κατάφεραν να παρακολουθήσουν αυτήν την αλληλουχία γεγονότων σε πραγματικό χρόνο.
Ο ρόλος του εγκεφάλου στην υπέρταση είχε παραμεληθεί, κυρίως επειδή είναι πολύ πιο δύσκολο να μελετηθεί. Με τις νέες τεχνικές, μπορούμε πλέον να δούμε αυτές τις αλλαγές να συμβαίνουν μπροστά μας.
Τι σημαίνει αυτό για το μέλλον
Η έρευνα του McGill είναι μόνο η αρχή. Το επόμενο βήμα για τους επιστήμονες είναι να εξετάσουν αν παρόμοιοι μηχανισμοί εμπλέκονται και σε άλλες μορφές υπέρτασης. Αν επιβεβαιωθεί αυτή η υπόθεση, τότε θα ανοίξει ένα εντελώς νέο πεδίο θεραπευτικών στρατηγικών που θα στοχεύουν στον εγκέφαλο.
Η ανακάλυψη αυτή ανατρέπει την παραδοσιακή εικόνα για την υπέρταση. Δεν είναι πια μόνο θέμα διαχείρισης της νεφρικής λειτουργίας ή της κατάστασης των αιμοφόρων αγγείων. Ο εγκέφαλος φαίνεται να παίζει κεντρικό ρόλο στη διαδικασία, ιδιαίτερα όταν η υπέρταση αποδεικνύεται δύσκολη στη θεραπεία.
Αν η υπόθεση αυτή επιβεβαιωθεί σε ανθρώπους, τότε τα επόμενα χρόνια η φαρμακευτική έρευνα θα μπορούσε να στραφεί σε φάρμακα που μειώνουν τη φλεγμονή στον εγκέφαλο ή μπλοκάρουν τις ορμονικές αλληλουχίες που οδηγούν σε αύξηση της πίεσης. Για τους εκατομμύρια ανθρώπους που ζουν με υπέρταση και δεν βρίσκουν ανακούφιση στις υπάρχουσες θεραπείες, μια τέτοια προσέγγιση ίσως αποδειχθεί σωτήρια.
[via]