Πόσο χαμηλά πρέπει να πέφτει η πίεση; Νέα μελέτη δίνει απάντηση

Η αντιμετώπιση της υπέρτασης παραμένει ένα από τα πιο κρίσιμα ζητήματα για τη δημόσια υγεία, καθώς η υψηλή αρτηριακή πίεση συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο εμφραγμάτων, εγκεφαλικών επεισοδίων και καρδιακής ανεπάρκειας.

Μια νέα μελέτη από το Mass General Brigham έρχεται να δώσει σαφέστερη κατεύθυνση σχετικά με το πόσο χαμηλά πρέπει να στοχεύουν οι θεραπείες στη μείωση της συστολικής πίεσης. Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι η επιθετική αντιμετώπιση, με στόχο πίεση κάτω από 120 mm Hg, μπορεί να αποφέρει σημαντικά οφέλη, ακόμη και αν συνοδεύεται από περισσότερες παρενέργειες και υψηλότερο κόστος.

Η έρευνα, τα αποτελέσματα της οποίας δημοσιεύθηκαν στο Annals of Internal Medicine, βασίστηκε σε δεδομένα από το Systolic Blood Pressure Intervention Trial (SPRINT), την Εθνική Έρευνα Υγείας και Διατροφής των ΗΠΑ (NHANES), αλλά και σε άλλα επιστημονικά ευρήματα. Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν μοντέλα προσομοίωσης για να εξετάσουν την πορεία υγείας ασθενών σε όλη τη διάρκεια της ζωής τους, συγκρίνοντας τρεις διαφορετικούς στόχους: συστολική πίεση κάτω από 120 mm Hg, κάτω από 130 mm Hg και κάτω από 140 mm Hg.

Η ομάδα, με επικεφαλής την Karen Smith, PhD, από το Brigham and Women’s Hospital, διαπίστωσε ότι η πιο αυστηρή προσέγγιση, δηλαδή η μείωση κάτω από 120 mm Hg, συνδέεται με λιγότερα καρδιαγγειακά επεισόδια σε σύγκριση με τους πιο «χαλαρούς» στόχους. Συγκεκριμένα, το μοντέλο έδειξε ότι οι ασθενείς που διατηρούσαν χαμηλότερες τιμές εμφάνιζαν μικρότερο κίνδυνο για έμφραγμα, εγκεφαλικό και καρδιακή ανεπάρκεια.

Ωστόσο, οι ερευνητές σημειώνουν ότι οι ασθενείς που ακολουθούν πιο εντατική αγωγή εκτίθενται σε αυξημένο κίνδυνο παρενεργειών όπως υπόταση, βραδυκαρδία, προβλήματα στα νεφρά ή ακόμη και πτώσεις λόγω χαμηλής πίεσης. Επιπλέον, το κόστος φροντίδας ανεβαίνει, αφού απαιτούνται περισσότερα φάρμακα και συχνότερες επισκέψεις στους γιατρούς.

Ένα σημαντικό στοιχείο της μελέτης είναι ότι έλαβε υπόψη και τα συχνά λάθη στη μέτρηση της πίεσης, όπως συμβαίνουν στην καθημερινή κλινική πρακτική. Παρότι τα δεδομένα ενσωμάτωσαν αυτό το περιθώριο σφάλματος, ο στόχος των <120 mm Hg συνέχισε να αποδεικνύεται πιο ωφέλιμος, τόσο για την πρόληψη καρδιαγγειακών συμβάντων όσο και για το συνολικό προσδόκιμο ζωής των ασθενών.

Η οικονομική διάσταση της έρευνας είναι εξίσου σημαντική. Οι επιστήμονες υπολόγισαν το κόστος-αποτελεσματικότητα της εντατικής θεραπείας, καταλήγοντας ότι το κατώφλι των 120 mm Hg είναι συμφέρον σε σχέση με τα κλασικά όρια. Συγκεκριμένα, η μείωση της πίεσης σε αυτά τα επίπεδα συνδέεται με δαπάνη περίπου 42.000 δολαρίων για κάθε ποιοτικά προσαρμοσμένο έτος ζωής που κερδίζεται, ένα ποσό που θεωρείται αποδεκτό σε διεθνείς αξιολογήσεις κόστους-οφέλους στον τομέα της υγείας.

Η Karen Smith δήλωσε ότι τα ευρήματα δίνουν μεγαλύτερη σιγουριά σε γιατρούς και ασθενείς που αντιμετωπίζουν υψηλό καρδιαγγειακό κίνδυνο. Όπως τόνισε, τα αποτελέσματα δείχνουν ότι η εντατική μείωση της πίεσης κάτω από 120 mm Hg όχι μόνο προλαμβάνει περισσότερα καρδιαγγειακά επεισόδια, αλλά προσφέρει και καλή αξία από πλευράς κόστους, ακόμη και όταν οι μετρήσεις της πίεσης δεν είναι πάντα απόλυτα ακριβείς.

Παράλληλα, προειδοποίησε ότι η στρατηγική αυτή δεν είναι κατάλληλη για όλους. Οι παρενέργειες των αντιυπερτασικών φαρμάκων δεν πρέπει να υποτιμώνται, γι’ αυτό και η απόφαση για την ένταση της θεραπείας πρέπει να λαμβάνεται σε συνεργασία με τον γιατρό, λαμβάνοντας υπόψη τις προτιμήσεις και τις ανάγκες του κάθε ασθενούς.

[via]

Loading