Το ανοσοποιητικό που δεν γερνά: Νέα ανακάλυψη δείχνει πώς ίσως επιβραδύνουμε τον χρόνο

Μια ομάδα νευροανοσολόγων από το Ben-Gurion University of the Negev υποστηρίζει ότι ίσως βρήκε κάτι που μοιάζει σχεδόν με «κρυφό μοχλό» της ανθρώπινης μακροζωίας. Μια άγνωστη έως τώρα υποκατηγορία βοηθητικών Τ κυττάρων φαίνεται να παίζει καθοριστικό ρόλο στο πώς το ανοσοποιητικό μας γερνά και ίσως, στο πώς θα μπορούσαμε να καθυστερήσουμε αυτή τη διαδικασία.

Η ανακάλυψη, που δημοσιεύτηκε στο Nature Aging, ήδη προκαλεί έντονο ενδιαφέρον, όχι μόνο επειδή προσθέτει ένα κρίσιμο κομμάτι στο παζλ της γήρανσης, αλλά και γιατί ανοίγει δρόμο για νέους τρόπους διάγνωσης και στοχευμένων παρεμβάσεων.

Η έρευνα ξεκίνησε από τον καθηγητή Alon Monsonego, ο οποίος μελετά εδώ και χρόνια τις μεταβολές του ανοσοποιητικού συστήματος κατά τη διάρκεια της ζωής. Είναι γνωστό ότι το ανοσοποιητικό δεν μένει στατικό. Αλλάζει, αναδιαμορφώνεται, κουράζεται. Αυτό που δεν ήταν γνωστό είναι πως αυτές οι μεταβολές δεν είναι απλώς παράπλευρη συνέπεια της ηλικίας, αλλά μπορούν να λειτουργήσουν και ως δείκτης του πραγματικού, βιολογικού μας χρόνου, ανεξάρτητα από το πόσα κεριά υπάρχουν στην τούρτα.

Η ανατροπή ήρθε όταν η ομάδα του Monsonego εντόπισε ένα υποσύνολο βοηθητικών Τ κυττάρων που όχι μόνο αυξάνεται με την ηλικία, αλλά παρουσιάζει και απροσδόκητες «δολοφονικές» ιδιότητες. Σε συνεργασία με τη καθηγήτρια Esti Yeger-Lotem και τον καθηγητή Valery Krizhanovsky του Weizmann Institute of Science, η ομάδα διαπίστωσε ότι αυτά τα κύτταρα αναλαμβάνουν να εντοπίζουν και να απομακρύνουν γερασμένα κύτταρα που έχουν σταματήσει να λειτουργούν σωστά και συσσωρεύονται στον οργανισμό προκαλώντας φλεγμονή και βλάβες στους ιστούς.

Αν τα γηρασμένα κύτταρα είναι κάτι σαν σκουριασμένα μηχανικά εξαρτήματα που μπλοκάρουν τη λειτουργία μιας μηχανής, τότε το συγκεκριμένο υποσύνολο βοηθητικών Τ κυττάρων λειτουργεί ως συνεργείο συντήρησης που προλαμβάνει την καταστροφή. Οι ερευνητές έδειξαν σε πειράματα με ποντίκια ότι ο περιορισμός αυτών των κυττάρων οδηγεί σε ταχύτερη γήρανση και μικρότερο προσδόκιμο ζωής. Το αντίθετο φάνηκε να ισχύει όταν τα κύτταρα ήταν άφθονα.

Η σημασία αυτής της ανακάλυψης ενισχύθηκε από μια ανεξάρτητη ιαπωνική μελέτη σε υπεραιωνόβιους. Εκεί, οι επιστήμονες εντόπισαν το ίδιο είδος βοηθητικών Τ κυττάρων να εμφανίζεται σε εντυπωσιακά υψηλά επίπεδα. Με άλλα λόγια, όσοι ξεπερνούν τα 110 χρόνια δεν έχουν μόνο «καλό DNA» ή εξαιρετική τύχη, αλλά ίσως διαθέτουν ένα ανοσοποιητικό σύστημα που παραμένει ιδιαίτερα αποτελεσματικό στο να ελέγχει τη συσσώρευση προβληματικών κυττάρων.

Αυτό οδηγεί σε έναν πιο περίπλοκο, αλλά πολύ πιο ενδιαφέροντα τρόπο να βλέπουμε την γήρανση. Δεν είναι απλώς μια σταδιακή μείωση άμυνας. Είναι μια μεταβαλλόμενη ισορροπία. Και όπως εξηγεί ο καθηγητής Monsonego, ίσως είναι λάθος να πιστεύουμε ότι η «αντιστροφή της γήρανσης» απαιτεί να επιστρέψουμε το ανοσοποιητικό μας στη λειτουργία που είχε στα 20 μας. Οι ανάγκες του σώματος μεταβάλλονται. Το ζητούμενο δεν είναι να ενισχύσουμε υπερβολικά τις άμυνες, αλλά να διατηρήσουμε τη σωστή λειτουργικότητα για το σωστό στάδιο ζωής.

Η ομάδα του προτείνει μια πιο πρακτική ιδέα: να παρακολουθούμε τις αλλαγές στα βοηθητικά Τ κύτταρα σε άτομα ήδη από τα 30 τους χρόνια. Με αυτό τον τρόπο, θα μπορούσαμε να χαρτογραφούμε τη βιολογική ηλικία με μεγαλύτερη ακρίβεια και να εντοπίζουμε νωρίς παρεκκλίσεις που οδηγούν σε πιο γρήγορη γήρανση. Οι διαφορές, σύμφωνα με τους ερευνητές, μπορεί να φτάσουν ακόμη και σε δεκαετίες μεταξύ χρονολογικής και βιολογικής ηλικίας.

Εκτός από διαγνωστικό εργαλείο, αυτό το νέο ανοσολογικό προφίλ μπορεί να αποτελέσει και τη βάση για μελλοντικές παρεμβάσεις που στοχεύουν την αντιμετώπιση δυσρυθμιών στη γήρανση, τη μακροζωία, αλλά και παθήσεων που συνδέονται με φλεγμονή και συσσώρευση γηρασμένων κυττάρων. Η ιδέα ότι μια συγκεκριμένη ανοσολογική υποκατηγορία μπορεί να λειτουργήσει ως βιολογικός ρυθμιστής της γήρανσης είναι αρκετή για να αναζωπυρώσει τη συζήτηση στον χώρο της ιατρικής και της βιοτεχνολογίας.

Αν και βρισκόμαστε ακόμη στα πρώτα στάδια κατανόησης της λειτουργίας αυτού του κυτταρικού υποσυνόλου, η ανακάλυψη προσθέτει μια νέα διάσταση στον τρόπο που μελετάμε τη γήρανση, όχι ως σταθερή πτώση, αλλά ως δυναμικό, ρυθμιζόμενο σύστημα.

Τα επόμενα χρόνια, το πεδίο της ανοσολογίας ίσως στραφεί ιδιαίτερα σε αυτά τα κύτταρα. Αν όντως αποτελούν κλειδί για έναν πιο υγιή, πιο ανθεκτικό οργανισμό, τότε μπορεί να βρισκόμαστε μπροστά σε μια από τις σημαντικότερες βιολογικές ανακαλύψεις της δεκαετίας.

Loading