Μια νέα μελέτη αποκαλύπτει πώς η άσκηση μπορεί να αντιστρέψει πολλές από τις ψυχολογικές και ορμονικές επιπτώσεις που προκαλεί η διατροφή με junk food. Οι ερευνητές εντόπισαν συγκεκριμένους μηχανισμούς στο έντερο και στο ορμονικό σύστημα που εξηγούν γιατί η φυσική δραστηριότητα λειτουργεί σαν «αντίδοτο» στις βλαβερές συνέπειες της Δυτικού τύπου διατροφής, επαναφέροντας ουσίες που σχετίζονται με τη διάθεση και αποκαθιστώντας βασικές ορμονικές ισορροπίες.
Η μελέτη, που πραγματοποιήθηκε στο University College Cork υπό την καθοδήγηση της καθηγήτριας Yvonne Nolan και δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Brain Medicine, εξέτασε τι συμβαίνει στον εγκέφαλο και στο σώμα όταν ο οργανισμός εκτίθεται σε μια «cafeteria diet», δηλαδή μια διατροφή πλούσια σε ζάχαρη και λιπαρά. Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι η τακτική άσκηση, ειδικά το τρέξιμο, μπορεί να αντιστρέψει τις συμπεριφορικές επιπτώσεις αυτής της ανθυγιεινής διατροφής, μειώνοντας συμπτώματα που μοιάζουν με κατάθλιψη.
Για να κατανοήσουν τους μηχανισμούς πίσω από αυτή την επίδραση, οι επιστήμονες χώρισαν ενήλικους αρσενικούς αρουραίους σε ομάδες: η μία ακολούθησε κανονική διατροφή, ενώ η άλλη έτρωγε τακτικά τροφές τύπου fast food για επτά και μισή εβδομάδες. Σε κάθε διατροφική ομάδα, τα μισά ζώα είχαν πρόσβαση σε τροχό για τρέξιμο. Το πείραμα επέτρεψε να διακριθούν τα αποτελέσματα της διατροφής από εκείνα της άσκησης και να φανεί πώς οι δύο παράγοντες αλληλεπιδρούν.
Η ομάδα της Nolan ανακάλυψε ότι η διατροφή τύπου cafeteria αλλάζει δραματικά τον μεταβολισμό στο έντερο, επηρεάζοντας εκατοντάδες μεταβολίτες – χημικές ουσίες που παράγονται κατά την πέψη. Από τους 175 μεταβολίτες που μετρήθηκαν, οι 100 παρουσίασαν αλλοίωση στους αδρανείς αρουραίους με κακή διατροφή. Το τρέξιμο, ωστόσο, αποκατέστησε εν μέρει αυτή την ισορροπία.
Τρεις συγκεκριμένοι μεταβολίτες, γνωστοί για τον ρόλο τους στη ρύθμιση της διάθεσης — ανσερίνη, ινδόλη-3-καρβοξυλικό και δεοξυινοσίνη — είχαν μειωθεί σημαντικά λόγω της διατροφής, αλλά επανήλθαν στα φυσιολογικά επίπεδα χάρη στην άσκηση. Παράλληλα, οι αρουραίοι που έτρεχαν παρουσίασαν λιγότερα σημάδια καταθλιπτικής συμπεριφοράς και καλύτερες επιδόσεις σε τεστ μάθησης και προσανατολισμού.
Η επίδραση της άσκησης δεν περιορίστηκε στο έντερο. Οι ερευνητές παρατήρησαν έντονες αλλαγές και στις ορμόνες που ρυθμίζουν τον μεταβολισμό και την όρεξη. Τα ζώα που ακολουθούσαν τη διατροφή υψηλών λιπαρών χωρίς άσκηση εμφάνισαν υψηλότερα επίπεδα ινσουλίνης και λεπτίνης, δύο ορμονών που, όταν αυξάνονται υπερβολικά, σχετίζονται με φλεγμονές, κόπωση και πτώση της διάθεσης. Η τακτική άσκηση ομαλοποίησε αυτά τα επίπεδα.
Σύμφωνα με τη Dr. Minke Nota, πρώτη συγγραφέα της μελέτης, η ορμονική αυτή εξισορρόπηση πιθανότατα εξηγεί γιατί η άσκηση μπορεί να μειώσει τα ψυχολογικά αποτελέσματα μιας κακής διατροφής. «Η φυσική δραστηριότητα φαίνεται να επαναφέρει το σώμα σε μια πιο υγιή μεταβολική κατάσταση, προστατεύοντας τον εγκέφαλο από τις συνέπειες του junk food», ανέφερε.
Παράλληλα, η μελέτη έδειξε ότι η άσκηση επηρέασε και άλλες σημαντικές ορμόνες, όπως την GLP-1 και την PYY, που σχετίζονται με τον έλεγχο της όρεξης. Στους αρουραίους που έτρωγαν φυσιολογικά, η άσκηση αύξησε τα επίπεδα GLP-1, ενώ σε όσους κατανάλωναν πρόχειρη τροφή αύξησε κυρίως την PYY — πιθανώς ως αντισταθμιστικό μηχανισμό για να διατηρηθεί η ενεργειακή ισορροπία.
Παρά τα θετικά αποτελέσματα, η μελέτη αποκαλύπτει και τα όρια της άσκησης. Ο εγκέφαλος των ζώων που κατανάλωναν junk food δεν παρουσίασε την αναμενόμενη αύξηση στη δημιουργία νέων νευρώνων που συνήθως προκαλείται από την άσκηση. Με άλλα λόγια, το τρέξιμο βοήθησε στη διάθεση και στις ορμόνες, αλλά η κακή διατροφή εμπόδισε τον εγκέφαλο να αναπτυχθεί πλήρως σε κυτταρικό επίπεδο.
Αυτό το εύρημα υπογραμμίζει ότι η διατροφή εξακολουθεί να είναι θεμελιώδης για τη συνολική υγεία του εγκεφάλου. Η άσκηση μπορεί να λειτουργήσει σαν «αντίβαρο» στις ψυχολογικές συνέπειες του junk food, αλλά δεν μπορεί να αντισταθμίσει πλήρως τις βιολογικές του επιπτώσεις.
Η μελέτη φωτίζει περαιτέρω τον λεγόμενο άξονα εντέρου-εγκεφάλου, το δίκτυο επικοινωνίας ανάμεσα στο πεπτικό σύστημα και το νευρικό μας σύστημα. Οι ερευνητές εντόπισαν συγκεκριμένους μεταβολίτες στο έντερο που συνδέονται με τις επιδόσεις στη μάθηση και τη διάθεση, ανεξάρτητα από τη διατροφή ή την άσκηση. Αυτό σημαίνει ότι η χημεία του εντέρου παίζει ίσως πολύ μεγαλύτερο ρόλο στην ψυχική ευεξία από ό,τι πιστεύαμε μέχρι σήμερα.
Στο συνοδευτικό editorial, ο καθηγητής Julio Licinio και η ομάδα του σχολιάζουν ότι τα ευρήματα είναι ενθαρρυντικά, καθώς δείχνουν πως «η άσκηση έχει αντικαταθλιπτική δράση ακόμη και όταν η διατροφή είναι προβληματική» — ένα αισιόδοξο μήνυμα για όσους δυσκολεύονται να αλλάξουν τις διατροφικές τους συνήθειες.
Τα αποτελέσματα ανοίγουν τον δρόμο για νέες θεραπείες που θα στοχεύουν στους μεταβολίτες του εντέρου και στις ορμονικές οδούς που σχετίζονται με τη διάθεση. Ορισμένες ουσίες θα μπορούσαν στο μέλλον να χρησιμοποιηθούν ως βιοδείκτες ή ακόμη και ως φαρμακευτικές ουσίες για την αντιμετώπιση της κατάθλιψης.
[source]