Μια από τις μεγαλύτερες μελέτες που έχουν γίνει ποτέ γύρω από τις συνήθειες του ύπνου αποκαλύπτει κάτι ανησυχητικό: το πότε και πώς κοιμόμαστε επηρεάζει την υγεία μας πολύ περισσότερο απ’ όσο νομίζαμε. Πέρα από τη διάρκεια, η σταθερότητα του ωραρίου ύπνου φαίνεται να παίζει κρίσιμο ρόλο στην εμφάνιση δεκάδων ασθενειών, από την κίρρωση του ήπατος έως τη γάγγραινα.
Η μελέτη, που δημοσιεύθηκε πρόσφατα στο Health Data Science, βασίστηκε σε δεδομένα από περισσότερους από 88.000 ενήλικες και πραγματοποιήθηκε από ερευνητικές ομάδες του Peking University και του Army Medical University. Χρησιμοποιώντας αντικειμενικά δεδομένα από συσκευές παρακολούθησης ύπνου (actigraphy), οι επιστήμονες μελέτησαν τη συμπεριφορά του ύπνου για μια μέση περίοδο σχεδόν επτά ετών και εντόπισαν ισχυρές συσχετίσεις ανάμεσα στην ακανόνιστη ρουτίνα ύπνου και τον αυξημένο κίνδυνο για 172 διαφορετικές παθήσεις.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, η σταθερότητα στον ύπνο, δηλαδή το να κοιμάται κανείς και να ξυπνά περίπου την ίδια ώρα κάθε μέρα, είναι μια πτυχή της υγιεινής του ύπνου που συχνά παραβλέπεται. Ωστόσο, τα ευρήματα δείχνουν ότι αυτή η σταθερότητα μπορεί να είναι εξίσου σημαντική με τη συνολική διάρκεια του ύπνου.
Ένα από τα πιο εντυπωσιακά ευρήματα αφορά την ώρα κατάκλισης. Άτομα που πήγαιναν για ύπνο μετά τις 00:30 αντιμετώπιζαν 2,57 φορές μεγαλύτερο κίνδυνο για κίρρωση του ήπατος, συγκριτικά με εκείνους που διατηρούσαν πιο σταθερό ωράριο. Παράλληλα, άτομα με ασταθείς ημερήσιους ρυθμούς (ένδειξη διαταραγμένου βιολογικού ρολογιού) είχαν 2,61 φορές μεγαλύτερη πιθανότητα να εμφανίσουν γάγγραινα.
Το εύρος των παθήσεων που σχετίζονται με την ακατάστατη συμπεριφορά ύπνου είναι εντυπωσιακό. Σύμφωνα με τη μελέτη, τουλάχιστον 92 από τις 172 καταγεγραμμένες παθήσεις είχαν πάνω από 20% του κινδύνου τους αποδιδόμενο αποκλειστικά σε μη ρυθμισμένες συνήθειες ύπνου. Ανάμεσά τους περιλαμβάνονται κυκλοφορικά προβλήματα, διαταραχές του ήπατος, αυτοάνοσα νοσήματα, ακόμα και μολύνσεις.
Ένα ακόμα στοιχείο που ανατρέπει παλαιότερες αντιλήψεις είναι το ζήτημα της «πολλής» διάρκειας ύπνου. Σε αντίθεση με προηγούμενες μελέτες που βασίζονταν σε ερωτηματολόγια και συνέδεαν τον ύπνο άνω των 9 ωρών με αυξημένο κίνδυνο για εγκεφαλικά ή καρδιακά επεισόδια, τα αντικειμενικά δεδομένα της νέας μελέτης δείχνουν ότι τέτοιες συνδέσεις εμφανίστηκαν μόνο σε μία πάθηση. Μάλιστα, σχεδόν το 22% των ανθρώπων που δήλωναν πως κοιμούνται πάνω από 9 ώρες, στην πραγματικότητα κοιμόντουσαν λιγότερο από 6, πιθανότατα επειδή περνούσαν πολλές ώρες στο κρεβάτι χωρίς ουσιαστικό ύπνο.
Η έρευνα επιβεβαίωσε αρκετές από τις συσχετίσεις και σε πληθυσμούς των ΗΠΑ, ενώ παράλληλα ανέδειξε τον ρόλο της φλεγμονής ως πιθανό βιολογικό μηχανισμό πίσω από την επιρροή του ύπνου στην υγεία. Το ακανόνιστο πρόγραμμα ύπνου φαίνεται πως απορρυθμίζει το ανοσοποιητικό σύστημα, προκαλώντας ή επιδεινώνοντας φλεγμονώδεις αντιδράσεις που συνδέονται με χρόνιες παθήσεις.
Τα επόμενα βήματα της ερευνητικής ομάδας περιλαμβάνουν μελέτες που θα διερευνήσουν σε βάθος την αιτιότητα αυτών των συσχετίσεων, αλλά και την αποτελεσματικότητα παρεμβάσεων στον ύπνο, όπως η τήρηση σταθερού ωραρίου, για την πρόληψη ή διαχείριση χρόνιων νοσημάτων.
Η μελέτη έρχεται να προστεθεί σε ένα αυξανόμενο κύμα ερευνών που αναδεικνύουν τη σημασία του ύπνου όχι απλώς ως ξεκούραση, αλλά ως θεμέλιο της συνολικής υγείας. Και, όπως δείχνουν τα νέα δεδομένα, δεν είναι μόνο πόσο κοιμόμαστε που μετράει – είναι το πότε και το πόσο σταθερά.
[via]