BrainBody-LLM: Η νέα πλατφόρμα για ρομπότ που σκέφτονται και πράττουν όπως ο άνθρωπος

Η ιδέα ότι ένα ρομπότ μπορεί να σκέφτεται και να κινείται με την ευελιξία ενός ανθρώπου υπήρξε για δεκαετίες περισσότερο υλικό επιστημονικής φαντασίας παρά πραγματικής μηχανικής. Τώρα, όμως, ερευνητές από το NYU Tandon School of Engineering παρουσιάζουν το BrainBody-LLM, ένα σύστημα που επιχειρεί να μιμηθεί τη βασικότερη ανθρώπινη λειτουργία: τον αδιάκοπο διάλογο ανάμεσα στη σκέψη και την πράξη. Αν πετύχει, μπορεί να αλλάξει ριζικά τον τρόπο με τον οποίο σχεδιάζονται και λειτουργούν οι αυτόνομες μηχανές σε καθημερινά, απρόβλεπτα περιβάλλοντα.

Για να αντιληφθούμε γιατί αυτή η εξέλιξη είναι σημαντική, αρκεί να δούμε πώς λειτουργούν οι περισσότερες ρομποτικές πλατφόρμες σήμερα. Οι κλασικοί αλγόριθμοι, ακόμη και οι πιο σύγχρονοι που αξιοποιούν LLMs, συχνά παράγουν πλάνα δράσης που φαίνονται λογικά στο χαρτί αλλά είναι ανέφικτα για τα ίδια τα ρομπότ. Τα μοντέλα μπορούν να ξέρουν πώς περιγράφεται μια ενέργεια στη θεωρία, αλλά όχι πάντα πώς αυτή μεταφράζεται στη φυσική πραγματικότητα ενός κινητήρα, ενός αρθρωτού βραχίονα ή ενός αισθητήρα. Έτσι, ακόμη και μια απλή εργασία, όπως να σηκώσεις ένα αντικείμενο ή να ανοίξεις μια πόρτα, μπορεί να αποτύχει επειδή το σύστημα δεν έχει επίγνωση των δικών του περιορισμών.

Το BrainBody-LLM επιχειρεί να καλύψει αυτό ακριβώς το κενό. Η αρχιτεκτονική του βασίζεται σε δύο αλληλοσυνδεόμενα επίπεδα. Το πρώτο είναι το Brain, το τμήμα που χρησιμοποιεί ένα LLM για να αναλύσει έναν στόχο και να τον μετατρέψει σε μικρότερα βήματα. Όμως δεν το κάνει μηχανιστικά, δεν παράγει μια λίστα εντολών, αλλά μια δομημένη ακολουθία που λαμβάνει υπόψη το περιβάλλον, τα εμπόδια και τη συνολική πρόθεση του ρομπότ.

Το δεύτερο επίπεδο είναι το Body. Εδώ οι αφηρημένες οδηγίες μετατρέπονται σε κινηματικές εντολές: γωνίες αρθρώσεων, ροπές, τροχιές, χρονισμοί. Είναι το κομμάτι που έρχεται αντιμέτωπο με τους πραγματικούς περιορισμούς της μηχανής, πόσο μπορεί να τεντωθεί ένα άκρο, πόσο βάρος μπορεί να σηκωθεί χωρίς αστάθεια, πόσο γρήγορα μπορεί να κινηθεί ένας σύνδεσμος χωρίς να χάσει ακρίβεια.

Αυτό που καθιστά το BrainBody-LLM διαφορετικό από προηγούμενες προσεγγίσεις είναι ο συνεχής βρόχος ανατροφοδότησης μεταξύ αυτών των δύο επιπέδων. Καθώς το ρομπότ εκτελεί μια εργασία, παρακολουθεί το περιβάλλον και αξιολογεί αν κάτι πάει στραβά: αν ένα αντικείμενο γλιστρήσει, αν η λαβή δεν είναι σωστή, αν ένα απρόσμενο εμπόδιο εμφανιστεί. Αυτές οι αποκλίσεις επιστρέφουν στο σύστημα, το οποίο αναπροσαρμόζει άμεσα τόσο το πλάνο όσο και την εκτέλεση. Αυτό το δυναμικό “πήγαινε-έλα” δίνει στο ρομπότ μια ικανότητα αναπροσαρμογής που μέχρι τώρα απαιτούσε πολύ πιο εξελιγμένα, ειδικευμένα συστήματα ελέγχου.

Ο πρώτος συγγραφέας της μελέτης, Vineet Bhat, το περιγράφει ως έναν τρόπο το ρομπότ να μη «κολλάει» όταν τα πράγματα παρεκκλίνουν από το ιδανικό σενάριο, κάτι που στον πραγματικό κόσμο συμβαίνει συνεχώς. Και οι δοκιμές φαίνεται να επιβεβαιώνουν την αποτελεσματικότητα του συστήματος. Στο VirtualHome, μια προσομοίωση ενός πλήρους νοικοκυριού, ένα εικονικό ρομπότ που χρησιμοποιούσε το BrainBody-LLM κατάφερε να ολοκληρώσει εργασίες όπως τακτοποίηση ή μετακίνηση αντικειμένων με ποσοστό επιτυχίας έως και 17% υψηλότερο από προηγούμενες μεθόδους. Το πραγματικό κρας-τεστ, όμως, έγινε με τον ρομποτικό βραχίονα Franka Research 3, όπου το σύστημα κατάφερε να προσαρμοστεί στις απρόβλεπτες συνθήκες του φυσικού κόσμου και να ολοκληρώσει τις περισσότερες αποστολές που του ανατέθηκαν.

Τα αποτελέσματα ανοίγουν την πόρτα σε εφαρμογές πολύ πιο πρακτικές από τα εργαστηριακά πειράματα. Ρομπότ που μπορούν να διορθώσουν τον εαυτό τους σε πραγματικό χρόνο θα μπορούσαν να αναλάβουν πιο ευέλικτους ρόλους σε σπίτια, νοσοκομεία ή εργοστάσια, όπου η αβεβαιότητα είναι ο κανόνας. Μελλοντικοί συνδυασμοί με τρισδιάστατη όραση, πιο πλούσιους αισθητήρες και εξελιγμένα συστήματα ελέγχου θα μπορούσαν να κάνουν τις κινήσεις τους πιο φυσικές, ενισχύοντας την αυτονομία χωρίς να θυσιάζεται η ασφάλεια.

Βέβαια, το BrainBody-LLM δεν αποτελεί ακόμη καθολική λύση. Έχει δοκιμαστεί με περιορισμένο σετ εντολών και σε περιβάλλοντα όπου οι παράγοντες παραμένουν ελεγχόμενοι. Η μετάβαση σε πλήρως ανοιχτά, χαοτικά περιβάλλοντα θα απαιτήσει ακόμη χρόνο και μελέτη. Οι ερευνητές ήδη σχεδιάζουν να εμπλουτίσουν το αισθητηριακό εύρος των ρομπότ, δίνοντάς τους ένα είδος εσωτερικού ραντάρ που θα αυξήσει την ικανότητα αντίληψης και προσαρμογής.

Αν η κατεύθυνση αυτή αποδώσει, ίσως βρισκόμαστε μπροστά σε μία από τις πρώτες πραγματικές απόπειρες να δημιουργηθεί μια μηχανική ενσάρκωση του τρόπου που λειτουργεί το ανθρώπινο σώμα: μια συνεχής, αμφίδρομη συνομιλία ανάμεσα σε στόχο, δράση και διόρθωση. Και αυτό, για τον κόσμο της ρομποτικής, θα ήταν ένα άλμα πολύ μεγαλύτερο από μια απλή αναβάθμιση λογισμικού.

[source]

Loading