Η δημόσια συζήτηση γύρω από την τεχνητή νοημοσύνη συνήθως περιστρέφεται γύρω από θέματα όπως η παραγωγικότητα, η αυτόματη λήψη αποφάσεων ή ο κίνδυνος απώλειας θέσεων εργασίας. Ο Elon Musk όμως, σε μια πρόσφατη συζήτηση με τον podcaster Nikhil Kamath, ανέβασε τον πήχη κατακόρυφα: σύμφωνα με τον ίδιο, η AI και η ρομποτική δεν είναι απλώς τεχνολογίες που βελτιώνουν διαδικασίες, αλλά οι μόνες που μπορούν να προσφέρουν μια πραγματική διέξοδο στο εκρηκτικό δημόσιο χρέος των ΗΠΑ.
Και το χρέος δεν είναι μικρή υπόθεση. Με το αμερικανικό δημόσιο να βρίσκεται πλέον στα 38,34 τρισεκατομμύρια δολάρια, το βάρος των τόκων έχει ξεπεράσει ακόμη και τον προϋπολογισμό του αμερικανικού στρατού. Ο Musk το χαρακτήρισε «παρανοϊκά υψηλό» και προειδοποίησε ότι, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα, η τάση δείχνει πως θα αυξηθεί ακόμη περισσότερο. Αυτό το αδιέξοδο τον οδηγεί στο συμπέρασμα ότι μόνο μια τεχνολογική υπερβολή –μια έκρηξη παραγωγικότητας τροφοδοτούμενη από AI και ρομπότ– μπορεί να ανατρέψει την οικονομική πορεία.
Στην καρδιά του επιχειρήματός του βρίσκεται μια απλή οικονομική εξίσωση: όταν η προσφορά χρημάτων αυξάνεται ταχύτερα από την παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών, η οικονομία διογκώνεται με πληθωρισμό. Αν όμως συμβεί το αντίστροφο, η υπερπαραγωγή οδηγεί σε αποπληθωρισμό. Ο Musk θεωρεί ότι η μαζική εφαρμογή AI και ρομποτικής μπορεί να ανατρέψει δραστικά την ισορροπία υπέρ της παραγωγικότητας, μειώνοντας το κόστος σε τέτοιο βαθμό ώστε να ανασάνει όχι μόνο ο καταναλωτής αλλά και ο κρατικός προϋπολογισμός.
Προβλέπει μάλιστα πως μέσα στα επόμενα τρία χρόνια η αύξηση της παραγωγής θα ξεπεράσει τον ρυθμό του πληθωρισμού. Αν επιβεβαιωθεί, θα πρόκειται για μια ιστορική ανατροπή. Η οικονομία των ΗΠΑ θα μπορούσε θεωρητικά να μπει σε μια περίοδο όπου τα αγαθά και οι υπηρεσίες παράγονται τόσο άφθονα και τόσο φθηνά που το χρέος, ως ποσοστό του παραγόμενου πλούτου, θα αρχίσει να συρρικνώνεται.
Σε αυτά τα σενάρια, ο Musk δεν διστάζει να φτάσει και πιο μακριά: η πλήρης ανάπτυξη αυτοματισμών και ευφυών συστημάτων θα έκανε την εργασία προαιρετική. Όχι επειδή οι άνθρωποι θα αντικαθίσταντο, αλλά επειδή η παραγωγικότητα θα ήταν τόσο υψηλή που οι βασικές ανάγκες θα καλύπτονταν με ελάχιστο κόστος. Ένα μέλλον όπου η εργασία θα γίνεται επιλογή και όχι αναγκαιότητα.
Αλλά εδώ ξεκινά η πιο καυτή πλευρά της συζήτησης. Οι εταιρείες ήδη προχωρούν σε απολύσεις, αντικαθιστώντας εργαζόμενους με αυτοματισμούς και AI. Σημαντικοί κλάδοι –από τα call centers μέχρι την εφοδιαστική αλυσίδα– χρησιμοποιούν την τεχνητή νοημοσύνη για να μειώσουν κόστος, και όχι πάντα με τρόπο που ωφελεί την κοινωνία συνολικά. Αν οι τάσεις αυτές συνεχιστούν, η απειλή μιας μαζικής ανεργίας δεν είναι καθόλου θεωρητική. Πώς μπορεί λοιπόν η τεχνολογία να μειώσει το χρέος χωρίς να εκτοξεύσει τα κοινωνικά κόστη;
Ο Musk δεν αγνοεί την ένταση που δημιουργεί ο τεχνολογικός μετασχηματισμός, αλλά η οπτική του είναι ξεκάθαρα μακροοικονομική. Βλέπει την AI ως επιταχυντή παραγωγής και ευημερίας, μια δύναμη που, αν αξιοποιηθεί σωστά, μπορεί να λύσει ένα πρόβλημα που παραδοσιακές πολιτικές δεν έχουν καταφέρει να αντιμετωπίσουν. Το ερώτημα, ωστόσο, δεν είναι μόνο τι μπορεί να κάνει η τεχνολογία, αλλά πώς θα κατανεμηθούν τα οφέλη της και ποιος θα προστατέψει όσους χάνουν το έδαφος κάτω από τα πόδια τους.
Το όραμα του Musk κινείται ανάμεσα στη φουτουριστική αισιοδοξία και την ωμή πραγματικότητα της αγοράς εργασίας. Από τη μία, η υπόσχεση μιας οικονομίας που λειτουργεί σχεδόν αυτόνομα, παράγοντας περισσότερο πλούτο από ποτέ. Από την άλλη, η ανησυχία για ένα κοινωνικό τοπίο που μπορεί να βρεθεί αντιμέτωπο με βαθιές ανισότητες.
Όποια πλευρά κι αν προτιμά κανείς, ένα είναι σίγουρο: η συζήτηση για το δημόσιο χρέος των ΗΠΑ δεν θα περιοριστεί πλέον σε φόρους, περικοπές και επιτόκια. Η AI και η ρομποτική μπαίνουν πλέον δυναμικά στο τραπέζι ως παράγοντες που μπορούν να επαναπροσδιορίσουν όχι μόνο την οικονομία, αλλά και το ίδιο το νόημα της εργασίας.