Η νέα εποχή της αντικαρκινικής θεραπείας: Από τα CAR-T κύτταρα στις γονιδιακές τεχνικές

Πριν από 13 χρόνια, το 2012, μια 6χρονη ασθενής με λευχαιμία, η Emily Whitehead, υπεβλήθη σε πειραματική θεραπεία στο Παιδιατρικό Νοσοκομείο της Φιλαδέλφειας. Οι γιατροί τροποποίησαν κύτταρα του ίδιου του ανοσοποιητικού της συστήματος (τα λεγόμενα CAR-T κύτταρα) ώστε να επιτεθούν στον καρκίνο. Το αποτέλεσμα ήταν εντυπωσιακό: ο καρκίνος εξαφανίστηκε και, μέχρι σήμερα, η Whitehead παραμένει ελεύθερη της νόσου.

Η υπόθεση αυτή σηματοδότησε την απαρχή ενός νέου κεφαλαίου στις αντικαρκινικές θεραπείες. Πέντε χρόνια αργότερα, ο FDA ενέκρινε τα πρώτα φάρμακα CAR-T, τα οποία σήμερα αριθμούν επτά εγκεκριμένα σκευάσματα. Η ανοσοθεραπεία ανακηρύχθηκε ένα από τα πιο ελπιδοφόρα όπλα κατά του καρκίνου.

Ωστόσο, η θεραπεία δεν είναι πανάκεια. Παρότι έχει αποδειχθεί σωτήρια για αιματολογικούς καρκίνους, όπως η λευχαιμία, αντιμετωπίζει δυσκολίες σε συμπαγείς όγκους (όπως του μαστού ή του παγκρέατος), ενώ έχει συνδεθεί και με σοβαρές παρενέργειες. Όπως δηλώνει ο ερευνητής George Calin από το Πανεπιστήμιο του Τέξας, «μετά από δεκαπέντε χρόνια, φτάνουμε στο σημείο όπου κάποιοι ασθενείς ανταποκρίνονται — οι περισσότεροι όμως όχι».

Η επόμενη γενιά θεραπειών: ακρίβεια, ασφάλεια και καινοτομία

Οι επιστήμονες πλέον στρέφονται σε ακόμα πιο στοχευμένες και ασφαλείς θεραπείες, όπως:

  • Ραδιοφαρμακευτικά σκευάσματα, που μεταφέρουν ραδιενεργά στοιχεία απευθείας σε καρκινικά κύτταρα.
  • Φάρμακα που επηρεάζουν τη γονιδιακή έκφραση όγκων.
  • Θεραπευτικά εμβόλια κατά του καρκίνου, βασισμένα σε τεχνολογίες mRNA.

Οι μέθοδοι αυτές βρίσκονται ήδη σε φάση κλινικών δοκιμών, ενώ κάποια έχουν ήδη εγκριθεί, όπως τα Pluvicto (για καρκίνο του προστάτη) και Lutathera (για νευροενδοκρινείς όγκους), προσφέροντας βελτιωμένη ποιότητα ζωής και πιο εξατομικευμένη φροντίδα. Όπως τονίζει ο ραδιοχημικός Jason Lewis από το Κέντρο Sloan Kettering, η ραδιοφαρμακευτική θεραπεία έχει σχεδιαστεί ώστε να ελαχιστοποιεί τη βλάβη στους υγιείς ιστούς.

Ανάλογες λειτουργίες έχουν και τα λεγόμενα αντισώματα-φορείς φαρμάκων (antibody-drug conjugates): συνδέονται με συγκεκριμένες πρωτεΐνες των όγκων και απελευθερώνουν μόρια που σκοτώνουν τα καρκινικά κύτταρα. Ήδη, δώδεκα τέτοια φάρμακα έχουν εγκριθεί για χρήση.

Παράλληλα, εταιρείες όπως η BioNTech, γνωστή από το εμβόλιο κατά της COVID-19, αναπτύσσουν mRNA εμβόλια κατά καρκίνου, όπως το BNT116 για τον καρκίνο του πνεύμονα. Αυτά τα εμβόλια “εκπαιδεύουν” το ανοσοποιητικό σύστημα ώστε να αναγνωρίζει και να επιτίθεται σε πρωτεΐνες που είναι μοναδικές για τον όγκο κάθε ασθενούς.

Νέα γονιδιακά όπλα: Μικρά μόρια, μεγάλη επίδραση

Μια άλλη πολλά υποσχόμενη προσέγγιση αφορά τα microRNA, μικρά μόρια RNA που επηρεάζουν την έκφραση γονιδίων που ευθύνονται για την ανάπτυξη όγκων. Ο George Calin και η ομάδα του αναπτύσσουν μικρά μόρια που “σιωπούν” αυτά τα microRNA, περιορίζοντας την εξάπλωση του καρκίνου.

Με τις θεραπείες αυτές να έχουν ήδη περάσει σε ανθρώπινες δοκιμές και αρκετές εγκρίσεις από την FDA, οι επιστήμονες εμφανίζονται αισιόδοξοι. «Δεν βλέπουμε μόνο βελτίωση στην επιβίωση, αλλά και στην ποιότητα ζωής των ασθενών», αναφέρει ο Lewis.

Νέες ελπίδες, αλλά και νέες προκλήσεις

Η πρόοδος, ωστόσο, φέρνει και νέες δυσκολίες. Η παραγωγή και διαχείριση των ραδιενεργών ισοτόπων απαιτεί εξειδικευμένο προσωπικό και επαρκείς πόρους. Αντίστοιχα, η ταυτοποίηση των κατάλληλων microRNA για κάθε τύπο καρκίνου αποτελεί πολύπλοκο παζλ.

Την ίδια στιγμή, ψευδοεπιστήμη και παραπληροφόρηση απειλούν να θολώσουν την πρόοδο. Εταιρείες όπως η ExThera Medical έχουν κατηγορηθεί για πώληση μη αποδεδειγμένων θεραπειών με υψηλό κόστος, όπως αποκάλυψε πρόσφατο ρεπορτάζ των New York Times. Η ογκολόγος Cathreen Dvir από το Κέντρο Moffitt επισημαίνει ότι η παραπληροφόρηση είναι καθημερινό φαινόμενο στα ιατρεία. «Μπορεί κάποια φάρμακα να δείχνουν ενδείξεις σε πειραματόζωα, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι είναι ασφαλή για τους ανθρώπους», τονίζει.

Παρά τις δυσκολίες και τους κινδύνους, οι ειδικοί υποστηρίζουν ότι η επόμενη μεγάλη κατεύθυνση είναι οι συνδυαστικές θεραπείες. Ήδη, βρίσκονται σε εξέλιξη δοκιμές που εξετάζουν πώς μπορούν να συνδυαστούν διαφορετικά είδη θεραπειών ώστε να αυξηθεί η αποτελεσματικότητα χωρίς να αυξηθεί η τοξικότητα.

«Το μέλλον είναι στους συνδυασμούς», λέει η Dvir. «Ξέρουμε ότι πολλά από αυτά τα φάρμακα λειτουργούν καλύτερα μαζί. Το στοίχημα είναι να βρούμε τον σωστό συνδυασμό».

[via]

Loading