Πράσινο τσάι: Νέα έρευνα αποκαλύπτει το «μυστικό» για την καύση του λίπους

Μια νέα μελέτη από τη Βραζιλία έρχεται να επιβεβαιώσει επιστημονικά όσα η παράδοση γνωρίζει εδώ και αιώνες: το πράσινο τσάι δεν είναι απλώς ένα ευεργετικό ρόφημα, αλλά ίσως και ένα φυσικό «όπλο» κατά της παχυσαρκίας και των μεταβολικών διαταραχών. Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι τα φυσικά συστατικά του μπορούν να βοηθήσουν το σώμα να καίει λίπος, να ρυθμίζει τα επίπεδα σακχάρου και να προστατεύει τη μυϊκή υγεία.

Το πράσινο τσάι είναι γνωστό εδώ και αιώνες για τις αντιοξειδωτικές και θεραπευτικές του ιδιότητες. Τώρα, ερευνητές από τη Βραζιλία ρίχνουν φως στους βιολογικούς μηχανισμούς πίσω από τη δράση του. Οι μελέτες τους έδειξαν ότι η χορήγηση εκχυλίσματος πράσινου τσαγιού σε παχύσαρκα ποντίκια οδήγησε σε σημαντική απώλεια βάρους, βελτίωση της ευαισθησίας στη γλυκόζη και μείωση της αντίστασης στην ινσουλίνη. Τα αποτελέσματα δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό Cell Biochemistry & Function και ενισχύουν την άποψη ότι το ρόφημα μπορεί να λειτουργήσει ως συμπληρωματική θεραπεία για την αντιμετώπιση της παχυσαρκίας στους ανθρώπους.

Επικεφαλής της μελέτης ήταν η καθηγήτρια Rosemari Otton από το Interdisciplinary Graduate Program in Health Sciences του Cruzeiro do Sul University στο São Paulo. Με πάνω από 15 χρόνια ενασχόλησης με την έρευνα πάνω στο πράσινο τσάι, η Otton ξεκίνησε από την απλή απορία αν πράγματι το δημοφιλές ρόφημα συμβάλλει στην απώλεια βάρους. Τα τελευταία της ευρήματα φαίνεται να επιβεβαιώνουν αυτό που πολλοί ήδη υποψιάζονταν.

Για να μελετήσουν τις επιδράσεις του πράσινου τσαγιού, οι επιστήμονες τάισαν ποντίκια με διατροφή πλούσια σε θερμίδες — ένα μείγμα λιπαρών και μιας λεγόμενης “cafeteria diet” που προσομοιάζει τη δυτικού τύπου διατροφή, γεμάτη γλυκά και επεξεργασμένα τρόφιμα. Όπως εξηγεί η Otton, «τους δώσαμε σοκολάτες, γεμιστά μπισκότα, γάλα ζαχαρούχο – δηλαδή ό,τι τρώμε πολλοί άνθρωποι καθημερινά».

Μετά από τέσσερις εβδομάδες, οι ερευνητές ξεκίνησαν τη φάση της χορήγησης εκχυλίσματος πράσινου τσαγιού, η οποία διήρκεσε 12 εβδομάδες. Τα ζώα συνέχισαν να τρέφονται με την ίδια πλούσια διατροφή, όμως κάποια από αυτά λάμβαναν καθημερινά 500 mg εκχυλίσματος ανά κιλό σωματικού βάρους. Για τους ανθρώπους, αυτό ισοδυναμεί με περίπου τρεις φλιτζάνες πράσινου τσαγιού την ημέρα.

Η Otton επισημαίνει ότι δεν είναι όλα τα εμπορικά τσάγια ίδια:

Τα έτοιμα φακελάκια δεν εξασφαλίζουν πάντα την απαιτούμενη συγκέντρωση δραστικών συστατικών. Το ιδανικό είναι να χρησιμοποιείται τυποποιημένο εκχύλισμα, όπως εκείνα που βρίσκονται στα φαρμακευτικά σκευάσματα, όπου υπάρχει εγγύηση για την παρουσία φλαβονοειδών – των ουσιών που προσδίδουν στο πράσινο τσάι τις θεραπευτικές του ιδιότητες.

Ένα σημαντικό στοιχείο της μεθοδολογίας ήταν η διατήρηση των πειραματόζωων σε θερμοκρασία 28°C, δηλαδή σε «θερμοουδέτερο» περιβάλλον. Συνήθως τα ποντίκια διατηρούνται σε 22°C, κάτι που για αυτά ισοδυναμεί με χρόνιο κρύο.

Όταν τα ζώα είναι εκτεθειμένα στο κρύο, ενεργοποιούν μηχανισμούς που αυξάνουν την καύση ενέργειας για να ζεσταθούν, πράγμα που θα μπορούσε να αλλοιώσει τα αποτελέσματα. Διατηρώντας τα σε ουδέτερη θερμοκρασία, μπορέσαμε να δούμε καθαρά την επίδραση του πράσινου τσαγιού χωρίς εξωτερικούς παράγοντες.

Προηγούμενη μελέτη της ίδιας ομάδας, που δημοσιεύθηκε στο European Journal of Nutrition το 2022, είχε δείξει ότι τα παχύσαρκα ποντίκια που έλαβαν πράσινο τσάι έχασαν έως και 30% του σωματικού τους βάρους.

Πέρα από τη μείωση του λίπους, η έρευνα αποκάλυψε ότι το πράσινο τσάι προστατεύει τους μύες από τη φθορά που προκαλεί η παχυσαρκία. Συνήθως, η αύξηση του σωματικού βάρους συνοδεύεται από μείωση του μεγέθους των μυϊκών ινών. Όμως, στα ποντίκια που κατανάλωναν το εκχύλισμα, το πάχος των μυϊκών ινών διατηρήθηκε, υποδεικνύοντας ότι το τσάι βοηθά στη διατήρηση της μυϊκής λειτουργίας.

Παράλληλα, η ανάλυση των γονιδιακών δεικτών έδειξε ότι αυξήθηκε η έκφραση γονιδίων όπως τα Insr, Irs1, Glut4, Hk1 και Pi3k, που εμπλέκονται στη ρύθμιση της γλυκόζης στους μυς. Επίσης, αποκαταστάθηκε η δράση του ενζύμου LDH, το οποίο είναι κρίσιμο για τον μεταβολισμό των σακχάρων.

Ένα ενδιαφέρον εύρημα ήταν ότι το πράσινο τσάι δεν επηρέαζε το βάρος των υγιών, αδύνατων ποντικιών. Αυτό υποδηλώνει πως δρα εκλεκτικά εκεί όπου υπάρχει περίσσεια λίπους, λειτουργώντας σαν «ρυθμιστής» του μεταβολισμού.

Η Otton εξηγεί ότι η δράση του πράσινου τσαγιού δεν οφείλεται σε μία μόνο ουσία, αλλά στη συνέργεια δεκάδων φυτικών ενώσεων.

Προσπαθήσαμε να απομονώσουμε μεμονωμένα συστατικά, αλλά το πλήρες εκχύλισμα ήταν πάντα πιο αποτελεσματικό. Οι ενώσεις λειτουργούν συμπληρωματικά, κάτι που δεν μπορούμε να αναπαράγουμε τεχνητά.

Μία από τις επικρατέστερες θεωρίες για τον μηχανισμό δράσης αφορά την πρωτεΐνη αδιπονεκτίνη, που παράγεται από τα λιποκύτταρα και ρυθμίζει τον μεταβολισμό και τη φλεγμονή. Σε πειράματα με ποντίκια που δεν παράγουν αυτή την πρωτεΐνη, το πράσινο τσάι δεν είχε καμία επίδραση, γεγονός που υποδηλώνει ότι η αδιπονεκτίνη είναι βασικός παράγοντας στη δράση του.

Παρότι τα αποτελέσματα είναι ενθαρρυντικά, η ερευνήτρια προειδοποιεί ότι δεν υπάρχει ακόμη ασφαλής και καθορισμένη δόση για τον άνθρωπο.

Η ιδανική προσέγγιση είναι η μακροχρόνια, τακτική κατανάλωση, όπως συμβαίνει στην Ιαπωνία, όπου το πράσινο τσάι αποτελεί μέρος της καθημερινότητας και τα ποσοστά παχυσαρκίας παραμένουν χαμηλά.

Η Otton θεωρεί ότι φυσικές και προσιτές λύσεις, όπως το πράσινο τσάι, μπορούν να αποτελέσουν εναλλακτική σε ακριβά φάρμακα με παρενέργειες.

[via]

Loading