Η λειτουργία του ανθρώπινου εγκεφάλου συνεχίζει να εκπλήσσει την επιστημονική κοινότητα, αποκαλύπτοντας κάθε φορά νέες πτυχές της πολυπλοκότητάς του. Αν και γνωρίζουμε πολλά για το πώς μαθαίνει ή πώς λειτουργεί σε συνθήκες πίεσης, μια νέα σειρά ερευνών αποκαλύπτει ότι αυτό που «βλέπουμε» δεν είναι πάντοτε η αντικειμενική πραγματικότητα, αλλά αυτό που το μυαλό μας περιμένει να δει.
Σύμφωνα με τους επιστήμονες, ο τρόπος με τον οποίο ο εγκέφαλος επεξεργάζεται τις πληροφορίες που λαμβάνει από τα μάτια μας είναι περισσότερο προγνωστικός παρά παθητικός. Δηλαδή, δεν περιμένει να δει τι συμβαίνει ακριβώς σε μια σκηνή. Αντ’ αυτού, «μαντεύει» το επόμενο βήμα με βάση προηγούμενες εμπειρίες. Για παράδειγμα, αν βλέπουμε έναν φίλο να απλώνει το χέρι του προς μια κατσαρόλα, το μυαλό μας αυτομάτως συμπληρώνει την εικόνα, προβλέποντας ότι θα πιάσει το χερούλι της.
Στις περισσότερες περιπτώσεις, αυτές οι προβλέψεις είναι ακριβείς. Ωστόσο, όταν το αναμενόμενο δεν συμβεί, ο εγκέφαλος αναγκάζεται να προσαρμοστεί, ενίοτε με καθυστέρηση. Πίσω από αυτό το φαινόμενο βρίσκεται ένα δίκτυο περιοχών του εγκεφάλου γνωστό ως Action Observation Network (AON), το οποίο ενεργοποιείται όταν παρακολουθούμε κάποιον να αλληλεπιδρά με το περιβάλλον του.
Η ύπαρξη του AON είναι γνωστή εδώ και δεκαετίες, με επιστημονικά δεδομένα να το επιβεβαιώνουν μέσα από εκατοντάδες πειράματα. Ωστόσο, οι περισσότερες μελέτες βασίζονταν σε πολύ σύντομα οπτικά ερεθίσματα – διάρκειας ενός ή δύο δευτερολέπτων – αφήνοντας πολλά ερωτήματα αναπάντητα. Γι’ αυτό, μια πρόσφατη έρευνα που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Cell Reports επιχείρησε να εμβαθύνει στο θέμα, θέτοντας ως βασικό ερώτημα το αν και πώς αλλάζει η λειτουργία του εγκεφάλου όταν ο θεατής έχει ήδη μια ξεκάθαρη προσδοκία για την εξέλιξη της σκηνής.
Για τις ανάγκες του πειράματος, οι ερευνητές δημιούργησαν δύο διαφορετικές εκδοχές καθημερινών σκηνών. Στην πρώτη, οι ενέργειες εκτυλίσσονταν με φυσιολογική σειρά, ενώ στη δεύτερη, τα αποσπάσματα ήταν ανακατεμένα και άσχετα μεταξύ τους. Εθελοντές παρακολούθησαν και τις δύο εκδοχές, ενώ καταγραφόταν η εγκεφαλική τους δραστηριότητα. Κάποιοι συμμετέχοντες μάλιστα είχαν ήδη εμφυτευμένα ενδοκρανιακά ηλεκτρόδια για ιατρικούς λόγους, επιτρέποντας στους επιστήμονες να συλλέξουν δεδομένα με εξαιρετική ακρίβεια.
Τα αποτελέσματα έδειξαν πως όταν η εξέλιξη της σκηνής ήταν προβλέψιμη, ο εγκέφαλος χρησιμοποιούσε λιγότερο τα οπτικά του κέντρα. Αντίθετα, όταν τα αποσπάσματα ήταν αποσυνδεδεμένα ή απρόσμενα, παρατηρήθηκε αύξηση της δραστηριότητας σε άλλες περιοχές του εγκεφάλου. Αυτό αποδεικνύει ότι η δυνατότητα πρόβλεψης επηρεάζει τον τρόπο με τον οποίο ο εγκέφαλος επεξεργάζεται τις οπτικές πληροφορίες.
Μια άλλη σημαντική παρατήρηση της μελέτης είναι ότι η μνήμη των κινήσεων – η λεγόμενη κινητική μνήμη – παίζει κομβικό ρόλο σε αυτή τη διαδικασία. Ουσιαστικά, ο εγκέφαλός μας «βλέπει» μέσα από τις εμπειρίες που έχει αποθηκεύσει στο παρελθόν.
Αν και η ιδέα ότι «βλέπουμε» κυρίως μέσω προβλέψεων μπορεί να φαντάζει αφηρημένη ή και επικίνδυνη, στην πραγματικότητα δείχνει την εξαιρετική αποδοτικότητα του ανθρώπινου εγκεφάλου. Το γεγονός ότι μπορεί να μειώσει τη χρήση των αισθητηριακών του περιοχών όταν «γνωρίζει» τι πρόκειται να συμβεί, αποδεικνύει την ενεργητική και έξυπνη φύση της αντίληψής μας. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, που οι επιστήμονες μελετούν τρόπους αξιοποίησης των εγκεφαλικών κυττάρων στην υπολογιστική τεχνολογία, ο ανθρώπινος εγκέφαλος είναι ίσως το πιο αποδοτικό και ευφυές σύστημα που έχουμε γνωρίσει.
[via]