Ο πλανήτης Κρόνος διαθέτει δεκάδες φεγγάρια, όμως ελάχιστα έχουν εξάψει τόσο πολύ τη φαντασία των επιστημόνων όσο ο Εγκέλαδος. Το μικρό αυτό σώμα, με διάμετρο μόλις 500 χιλιομέτρων, έχει αναδειχθεί σε σύμβολο της αναζήτησης για κατοικήσιμους κόσμους πέρα από τη Γη. Οι εντυπωσιακοί πίδακες υδρατμών και παγοκρυστάλλων που εκτοξεύονται από τον νότιο πόλο του υποδηλώνουν την ύπαρξη ενός υπόγειου ωκεανού – μιας τεράστιας δεξαμενής νερού που θα μπορούσε, θεωρητικά, να φιλοξενεί μορφές ζωής. Ωστόσο, μια νέα μελέτη που παρουσιάστηκε πρόσφατα στη Φινλανδία έρχεται να δώσει μια πιο σύνθετη διάσταση στο ζήτημα, περιπλέκοντας την ερμηνεία αυτών των ενδείξεων.
Η έρευνα, με επικεφαλής την Grace Richards του Ιταλικού Εθνικού Ινστιτούτου Αστροφυσικής, επιχείρησε να αναπαραγάγει στο εργαστήριο τις ακραίες συνθήκες που επικρατούν στην επιφάνεια του Εγκέλαδου. Με τη χρήση ενός ειδικού θαλάμου πάγου στην Ουγγαρία, οι επιστήμονες πάγωσαν μίγματα νερού, διοξειδίου του άνθρακα, μεθανίου και αμμωνίας σε θερμοκρασίες που άγγιζαν τους –253 °C. Στη συνέχεια, τα δείγματα βομβαρδίστηκαν με φορτισμένα σωματίδια, παρόμοια με εκείνα που παγιδεύονται στο μαγνητικό πεδίο του Κρόνου και χτυπούν διαρκώς την παγωμένη επιφάνεια του φεγγαριού.
Τα αποτελέσματα αποδείχθηκαν εντυπωσιακά. Ο βομβαρδισμός με ακτινοβολίας είχε ως αποτέλεσμα να παράγει απλά οργανικά μόρια, αλλά και πρόδρομες ενώσεις πιο σύνθετων βιολογικών συστατικών. Ανάμεσα στις ουσίες που σχηματίστηκαν ήταν ανθρακικό αμμώνιο, μεθανόλη και αιθανόλη, καθώς και μόρια όπως το φορμαμίδιο και η ακεταλδεΰδη, όλα τους γνωστά ως δομικά στοιχεία της προβιοτικής χημείας. Αξιοσημείωτο είναι ότι ορισμένα από αυτά τα στοιχεία είχαν ήδη εντοπιστεί στα γκέιζερ του Εγκέλαδου από το διαστημικό σκάφος Cassini το 2005, κατά την πρώτη άμεση ανάλυση των εκτοξεύσεων.
Η ανακάλυψη αυτή ανοίγει μια απρόσμενη προοπτική: τα οργανικά μόρια που καταγράφουν τα επιστημονικά όργανα ίσως να μην προέρχονται από τον υπόγειο ωκεανό, όπως θεωρούνταν μέχρι σήμερα, αλλά να σχηματίζονται απευθείας στην επιφάνεια του πάγου, υπό την επίδραση της ακτινοβολίας. Με άλλα λόγια, οι πίδακες δεν είναι κατ’ ανάγκη «αγγελιοφόροι» των κρυφών υδάτινων βαθέων στρωμάτων, αλλά μπορεί να αποτελούν προϊόν επιφανειακών χημικών αντιδράσεων που τροφοδοτούνται από την ενέργεια των σωματιδίων.
Το πρόβλημα για τους αστροβιολόγους είναι ότι οι χρονικές κλίμακες κατά τις οποίες ο πάγος εκτίθεται στην ακτινοβολία ταιριάζουν απόλυτα με τον χρόνο που απαιτείται για να συμβούν αυτές οι μεταβολές. Αυτό σημαίνει ότι η διάκριση μεταξύ μορίων που γεννήθηκαν στον υπόγειο ωκεανό και εκείνων που δημιουργήθηκαν στην επιφάνεια γίνεται εξαιρετικά δύσκολη. Οι ερευνητές υπογραμμίζουν πως η χημική σύνθεση των πιδάκων δεν μπορεί να ερμηνεύεται αυτόματα ως πιστό «καθρέφτισμα» των υγρών βάθους του Εγκέλαδου.
Φυσικά, η νέα μελέτη δεν αποκλείει την πιθανότητα ο υπόγειος ωκεανός να φιλοξενεί μορφές ζωής. Απλώς επιβάλλει μεγαλύτερη προσοχή και κριτική ματιά στα ευρήματα. Από την άλλη πλευρά, η ανακάλυψη έχει και έναν θετικό αντίκτυπο: αποδεικνύει ότι πολύπλοκες χημικές διεργασίες μπορούν να λάβουν χώρα ακόμα και σε περιβάλλοντα παγωμένα και διαρκώς εκτεθειμένα σε ακτινοβολία. Έτσι, διευρύνεται το φάσμα των πιθανών σεναρίων όπου θα μπορούσαν να σχηματιστούν τα θεμελιώδη μόρια της ζωής.
Το μέλλον της έρευνας για τον Εγκέλαδο περνάει αναπόφευκτα μέσα από νέες διαστημικές αποστολές. Στο πλαίσιο του προγράμματος Voyage 2050, ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Διαστήματος εξετάζει ένα φιλόδοξο σχέδιο εξερεύνησης. Στις ΗΠΑ, η NASA έχει μελετήσει ιδέες όπως το «Orbilander», ένα σκάφος ικανό να αναλύει τους πίδακες από τροχιά αλλά και να προσεδαφίζεται στην επιφάνεια. Στο μεταξύ, και η Κίνα έχει ανακοινώσει ενδιαφέρον για μια πολυεπίπεδη αποστολή, η οποία θα περιλαμβάνει δορυφόρους, προσεδαφιστήρες και πιθανώς ακόμα και ρομποτικό γεωτρύπανο.
[via]