GLP-1 φάρμακα για απώλεια βάρους: Τεράστια αποτελέσματα, μεγάλα ερωτήματα

Τα φάρμακα GLP-1, όπως η τιρζεπατίδη (Mounjaro), η σεμαγλουτίδη (Ozempic, Wegovy) και η λιραγλουτίδη (Saxenda), έχουν αποδειχθεί ικανά να φέρουν σημαντική απώλεια βάρους, όμως η νέα ανάλυση του Cochrane αποκαλύπτει ότι παραμένουν σοβαρά ερωτήματα για την ασφάλεια, τις παρενέργειες και την ισότιμη πρόσβαση. Οι επιστήμονες τονίζουν την ανάγκη για ανεξάρτητες μελέτες πριν τα φάρμακα αυτά υιοθετηθούν ευρέως.

Οι τρεις νέες ανασκοπήσεις αξιολόγησαν τους GLP-1 υποδοχείς για τη διαχείριση του βάρους και διαπίστωσαν ότι όλοι προσφέρουν κλινικά σημαντική μείωση βάρους σε σύγκριση με placebo. Παρά τα εντυπωσιακά αποτελέσματα, τα δεδομένα για τη μακροχρόνια ασφάλεια και τις πιθανές παρενέργειες παραμένουν περιορισμένα ή ασαφή, ενώ η ισχυρή εμπλοκή των φαρμακευτικών εταιρειών στις περισσότερες μελέτες εγείρει ερωτήματα για πιθανές συγκρούσεις συμφερόντων.

Τα GLP-1 φάρμακα αρχικά εισήχθησαν τη δεκαετία του 2000 για τη διαχείριση του διαβήτη τύπου 2. Στους ασθενείς με καρδιακές ή νεφρικές παθήσεις, βοήθησαν στη βελτίωση των επιπέδων σακχάρου, στη μείωση επιπλοκών, στην απώλεια βάρους και στη μείωση της πιθανότητας πρόωρου θανάτου. Πιο πρόσφατα, οι ερευνητές τα δοκιμάζουν σε ανθρώπους με παχυσαρκία, καθώς μιμούνται μια φυσική ορμόνη που επιβραδύνει την πέψη και αυξάνει το αίσθημα κορεσμού. Στην Ελλάδα και άλλες ευρωπαϊκές χώρες, εγκρίνονται για άτομα με παχυσαρκία ή υπέρβαρα με συναφή προβλήματα υγείας, σε συνδυασμό με διατροφή χαμηλών θερμίδων και σωματική δραστηριότητα.

Οι ανασκοπήσεις δείχνουν ότι η τιρζεπατίδη, που χορηγείται εβδομαδιαία, οδήγησε σε μέση μείωση βάρους περίπου 16% μετά από 12 έως 18 μήνες, με τα οφέλη να διατηρούνται έως και 3,5 χρόνια, αν και τα δεδομένα για τη μακροχρόνια ασφάλεια παραμένουν περιορισμένα. Η σεμαγλουτίδη, επίσης εβδομαδιαία ένεση, μείωσε το βάρος κατά περίπου 11% μετά από 24 έως 68 εβδομάδες, με αποτέλεσμα να εμφανίζονται και περισσότερες ήπιες έως μέτριες γαστρεντερικές παρενέργειες. Η λιραγλουτίδη, καθημερινή ένεση, οδήγησε σε απώλεια 4-5%, ξεπερνώντας πάντως πάντα το placebo. Παρ’ όλα αυτά, οι διαφορές ως προς τα καρδιαγγειακά επεισόδια, τη θνησιμότητα ή την ποιότητα ζωής ήταν μικρές έως ανύπαρκτες, ενώ αρκετοί συμμετέχοντες διέκοψαν τη θεραπεία λόγω ναυτίας ή πεπτικών διαταραχών.

Οι ερευνητές υπογραμμίζουν ότι η εξάρτηση από φαρμακευτικές εταιρείες για τη χρηματοδότηση και σχεδίαση των περισσότερων μελετών εγείρει σοβαρά ζητήματα αντικειμενικότητας. Παράλληλα, η πρόσβαση και το κόστος παραμένουν σημαντικά εμπόδια, ιδιαίτερα για τη σεμαγλουτίδη και την τιρζεπατίδη, ενώ η λιραγλουτίδη έχει γίνει πιο προσιτό μετά τη λήξη του πατέντα του. Η πατέντα της σεμαγλουτίδης λήγει το 2026.

Η πλειονότητα των δοκιμών πραγματοποιήθηκε σε χώρες μεσαίου και υψηλού εισοδήματος, χωρίς αντιπροσώπευση περιοχών όπως η Αφρική, η Κεντρική Αμερική και η Νοτιοανατολική Ασία. Δεδομένων των διαφορών στη σύνθεση σώματος, τις διατροφικές συνήθειες και τις συμπεριφορές υγείας, η κατανόηση των επιδράσεων των φαρμάκων αυτών σε πιο ποικιλόμορφους πληθυσμούς είναι κρίσιμη.

Οι συντάκτες των ανασκοπήσεων τονίζουν ότι χρειάζονται περισσότερα ανεξάρτητα δεδομένα για τις μακροχρόνιες επιπτώσεις, ιδίως σε άτομα χαμηλού κινδύνου, καθώς και για την αντοχή της απώλειας βάρους μετά τη διακοπή της θεραπείας. Οι αναλύσεις αυτές θα συμβάλλουν στην επικείμενη διαμόρφωση των οδηγιών του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας για τη χρήση των GLP-1 φαρμάκων στην αντιμετώπιση της παχυσαρκίας, ενισχύοντας τη σημασία της ισορροπίας μεταξύ αποτελεσματικότητας, ασφάλειας και δίκαιης πρόσβασης.

Loading