Σε μια εποχή όπου η τεχνητή νοημοσύνη (AI) εισβάλλει δυναμικά σε κάθε πτυχή της κοινωνίας, η Κίνα αναβαθμίζει το στρατιωτικό της οπλοστάσιο, αξιοποιώντας προηγμένα εργαλεία ψηφιακού σχεδιασμού. Πιο συγκεκριμένα, το Πεκίνο ενσωματώνει το DeepSeek, ένα σύστημα στρατιωτικού προγραμματισμού βασισμένο στην τεχνητή νοημοσύνη, ικανό να εκτελεί πολεμικά σενάρια με ταχύτητα 3.600 φορές μεγαλύτερη από αυτήν μιας ομάδας ανθρώπων αναλυτών.
Σύμφωνα με δημοσίευμα της κινεζικής κρατικής εφημερίδας Global Times, το DeepSeek έχει τη δυνατότητα να εκτελέσει 10.000 επιχειρησιακές προσομοιώσεις μέσα σε μόλις 48 δευτερόλεπτα, διαδικασία που παραδοσιακά απαιτεί περίπου δύο ημέρες για να ολοκληρωθεί από ειδικούς του στρατού. Το σύστημα χρησιμοποιείται για την επιτάχυνση των αποφάσεων σε πραγματικό χρόνο, ενσωματώνοντας πλήθος παραμέτρων, τόσο πραγματικών όσο και υποθετικών, σε δυναμικά ψηφιακά περιβάλλοντα.
Το DeepSeek δεν περιορίζεται μόνο στην ταχύτητα. Είναι σχεδιασμένο για να προσαρμόζεται συνεχώς σε νέες πληροφορίες, να αναγνωρίζει πρότυπα στο πεδίο μάχης και να προτείνει λεπτομερή σχέδια δράσης. Αυτές οι δυνατότητες μετασχηματίζουν ριζικά τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνεται η Κίνα την έννοια της στρατιωτικής ετοιμότητας και αντανακλούν τη φιλοδοξία της να ενισχύσει την τεχνολογική της υπεροχή στον τομέα της άμυνας.
Ωστόσο, η Κίνα δεν είναι η μόνη που ακολουθεί αυτόν τον δρόμο. Στις ΗΠΑ, το Πεντάγωνο συνεργάζεται με τεχνολογικούς κολοσσούς όπως η Microsoft, η Google και η Scale AI για την ανάπτυξη αντίστοιχων πλατφορμών. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το σύστημα Thunderforge, το οποίο υποστηρίζει τον στρατηγικό σχεδιασμό επεξεργαζόμενο τεράστιους όγκους δεδομένων και προσομοιώνοντας ρεαλιστικά σενάρια σε πραγματικό χρόνο.
Το Thunderforge αποτελεί βασικό κομμάτι της πρωτοβουλίας JADC2 (Joint All-Domain Command and Control), στόχος της οποίας είναι να ενοποιήσει τα συστήματα επικοινωνίας και συλλογής πληροφοριών όλων των κλάδων των ενόπλων δυνάμεων των ΗΠΑ, με την τεχνητή νοημοσύνη να βρίσκεται στον πυρήνα αυτής της προσπάθειας.
Ανάλογες τάσεις παρατηρούνται και σε άλλες περιοχές του κόσμου. Το Ισραήλ χρησιμοποιεί το Habsora, ένα σύστημα που εντοπίζει εκατοντάδες στρατιωτικούς στόχους ημερησίως. Στην Ευρώπη, η έμφαση δίνεται περισσότερο στη χρήση αυτόνομων drones, στον ηλεκτρονικό πόλεμο και σε νέες τεχνολογίες παρακολούθησης και αναγνώρισης. Ενδεικτικά, στη Γερμανία, η startup Helsing αναπτύσσει υποθαλάσσια drones με τεχνητή νοημοσύνη, ικανά να επιχειρούν αυτόνομα για εκτεταμένα χρονικά διαστήματα. Παράλληλα, το ΝΑΤΟ εξετάζει λογισμικά προβλεπτικής ανάλυσης, όπως αυτό της εσθονικής εταιρείας SensusQ, το οποίο μπορεί να προβλέπει πιθανές απειλές έως και έξι μήνες νωρίτερα.
Παρότι η ενσωμάτωση της τεχνητής νοημοσύνης στον στρατιωτικό σχεδιασμό ανοίγει νέους ορίζοντες, θέτει και σοβαρά ηθικά και νομικά ζητήματα. Στις 12 Μαΐου 2025, τα Ηνωμένα Έθνη πραγματοποίησαν συζήτηση για την ανάγκη καθορισμού παγκόσμιων κανόνων για τη χρήση της AI στον πόλεμο. Ωστόσο, οι μεγάλες δυνάμεις, ανάμεσά τους οι ΗΠΑ, η Κίνα, η Ρωσία και η Ινδία, φαίνεται να προτιμούν εθνικά ρυθμιστικά πλαίσια, διατηρώντας ανεξάρτητες στρατηγικές και αποφεύγοντας κοινές δεσμεύσεις.
Οι ΗΠΑ έχουν προτείνει μια Πολιτική Διακήρυξη για την Υπεύθυνη Χρήση της Τεχνητής Νοημοσύνης στον Πόλεμο, ενώ η Αυστραλία έχει εγκαινιάσει διαρκή αναθεώρηση των νομικών και ηθικών κινδύνωνπου σχετίζονται με τη στρατιωτική χρήση της AI. Παρά τα βήματα αυτά, ο διεθνής διάλογος παραμένει αποσπασματικός, την ώρα που η τεχνολογία εξελίσσεται ταχύτατα.
[via]