Η Κίνα ανακοίνωσε πως έχει ξεκινήσει δοκιμές σε ένα νέο στρατιωτικό ραντάρ, εξοπλισμένο με τεχνητή νοημοσύνη, το οποίο μπορεί να προσαρμόζεται σε πραγματικό χρόνο απέναντι σε κάθε προσπάθεια ηλεκτρονικής παρεμβολής. Το σύστημα εγκαταστάθηκε σε αεροσκάφος που δεν κατονομάζεται και κατά τη διάρκεια των δοκιμών πέτυχε σχεδόν αλάνθαστη παρακολούθηση στόχων, ακόμη και όταν εκτέθηκαν σε προηγμένες τεχνικές παρεμβολής που συνήθως αποδιοργανώνουν ή «τυφλώνουν» τα παραδοσιακά ραντάρ.
Σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας South China Morning Post, οι ερευνητές του 14th Research Institute της China Electronics Technology Group, με έδρα τη Nanjing, χαρακτήρισαν τα αποτελέσματα ως μια πραγματική «αλλαγή παραδείγματος» στον σχεδιασμό των ραντάρ. Ο Zhang Jie, επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας, παρουσίασε τα δεδομένα στο επιστημονικό περιοδικό Informatisation Research, σημειώνοντας ότι η συνεχής παρακολούθηση στόχων αυξήθηκε από το συνηθισμένο 70–80% σε ποσοστά που ξεπερνούν το 99%. Η διαφορά είναι τεράστια και δείχνει πώς η ενσωμάτωση της τεχνητής νοημοσύνης κατόρθωσε να ξεπεράσει ένα από τα μεγαλύτερα εμπόδια των εναέριων ραντάρ: την ανθεκτικότητα απέναντι σε εχθρικές ηλεκτρονικές παρεμβολές.
Το νέο ραντάρ δεν περιορίζεται μόνο στην ανίχνευση του εναέριου χώρου. Παράλληλα, «σαρώνει» συνεχώς το ηλεκτρομαγνητικό φάσμα, αναζητώντας σημάδια παρεμβολών. Όταν εντοπίζει προσπάθεια διατάραξης, ανταποκρίνεται ακαριαία: αλλάζει συχνότητα, τροποποιεί το σήμα ή ακόμη και κατευθύνει διαφορετικά τη δέσμη του, διατηρώντας έτσι την επαφή με τον στόχο. Αυτή η ευελιξία, που εκδηλώνεται μέσα σε κλάσματα του δευτερολέπτου, καθιστά το σύστημα πολύ πιο προσαρμοστικό σε σχέση με τα στατικά αντίμετρα που χρησιμοποιούνταν στο παρελθόν.
Για δεκαετίες, το μεγαλύτερο πρόβλημα ήταν η εφαρμογή της τεχνητής νοημοσύνης σε μαχητικά αεροσκάφη, όπου ο διαθέσιμος χώρος, η ηλεκτρική ισχύς και η υπολογιστική δυνατότητα είναι εξαιρετικά περιορισμένα. Οι τελευταίες δοκιμές δείχνουν ότι αυτά τα εμπόδια ξεπεράστηκαν. Οι Κινέζοι μηχανικοί, ωστόσο, επέλεξαν να μην χρησιμοποιήσουν τα μεγάλα γλωσσικά μοντέλα που συναντούμε σε chatbot. Προτίμησαν πιο συμπαγείς και ευκολότερα ερμηνεύσιμους αλγόριθμους μηχανικής μάθησης, τους οποίους θεωρούν ασφαλέστερους για χρήση σε επανδρωμένα αεροσκάφη, όπου η αξιοπιστία έχει προτεραιότητα.
Αντίθετα, σε μη επανδρωμένα drones που ειδικεύονται στον ηλεκτρονικό πόλεμο, η Κίνα φαίνεται να δοκιμάζει πιο προηγμένα συστήματα AI βασισμένα σε γλωσσικά μοντέλα. Στα μαχητικά όμως, η ανάγκη για σταθερή και ασφαλή λειτουργία υπερισχύει της επιδίωξης για ακραίες καινοτομίες. Το μήνυμα είναι σαφές: σε επιχειρησιακά περιβάλλοντα υψηλού ρίσκου, η τεχνολογία πρέπει να είναι πρώτα απ’ όλα αξιόπιστη.
Όλα τα δεδομένα που συγκεντρώθηκαν από τις δοκιμές – από την αρχιτεκτονική των αλγορίθμων μέχρι τα στοιχεία των πτήσεων – πέρασαν από εξαντλητικούς ελέγχους, ώστε να ελαχιστοποιηθεί κάθε πιθανότητα δυσλειτουργίας σε πραγματικές συνθήκες μάχης. Σύμφωνα με αναλυτές, αν οι επιδόσεις αυτές επιβεβαιωθούν και σε πεδία επιχειρήσεων, η Κίνα θα μπορούσε να αποκτήσει σημαντικό πλεονέκτημα στον χώρο του ηλεκτρονικού πολέμου, έναν τομέα όπου η τεχνολογική υπεροχή είναι κρίσιμη.
Το ενδιαφέρον, ωστόσο, δεν περιορίζεται στη στρατιωτική χρήση. Καθώς οι λεγόμενες «έξυπνες πόλεις» επεκτείνονται και ο αριθμός των διασυνδεδεμένων συσκευών αυξάνεται εκθετικά, η διαχείριση του ηλεκτρομαγνητικού φάσματος γίνεται ολοένα και πιο πολύπλοκη. Η ύπαρξη ενός ραντάρ που μπορεί να προσαρμόζεται σε ένα τόσο πυκνό και ασταθές περιβάλλον, χωρίς να προκαλεί ούτε να υφίσταται παρεμβολές, θα μπορούσε να έχει σημαντικές εφαρμογές και σε πολιτικό επίπεδο. Η κυκλοφοριακή διαχείριση, οι τηλεπικοινωνίες και η αεροπλοΐα είναι μόνο μερικοί από τους τομείς που θα επηρεαστούν θετικά από μια τέτοια τεχνολογία.
[via]