Μια αποκαλυπτική έρευνα του πρακτορείου Reuters ρίχνει φως σε ένα από τα πιο αμφιλεγόμενα ζητήματα της εποχής των κοινωνικών δικτύων: τη μαζική εξάπλωση διαφημίσεων-απάτης στις πλατφόρμες της Meta. Σύμφωνα με τα ευρήματα, η εταιρεία όχι μόνο αποτυγχάνει να περιορίσει το φαινόμενο, αλλά αποκομίζει και τεράστια οικονομικά οφέλη από αυτό.
Το 2024, η Meta φέρεται να υπολόγισε ότι οι διαφημίσεις απάτης – δηλαδή εκείνες που προωθούν παράνομα προϊόντα, ψεύτικες επενδυτικές ευκαιρίες ή πλαστά e-shops – θα μπορούσαν να αντιστοιχούν έως και στο 10% των συνολικών εσόδων της. Με βάση τις οικονομικές επιδόσεις της εταιρείας, αυτό μεταφράζεται σε περίπου 16 δισεκατομμύρια δολάρια.
Οι κατηγορίες περιλαμβάνουν ένα ευρύ φάσμα πρακτικών: ψεύτικες πλατφόρμες ηλεκτρονικού εμπορίου, αμφιλεγόμενα επενδυτικά προγράμματα, παράνομα online καζίνο και ακόμη και διαφημίσεις που προωθούν απαγορευμένα ιατρικά προϊόντα. Οι ερευνητές της ίδιας της Meta, σύμφωνα με το Reuters, εκτιμούν ότι οι εφαρμογές της εταιρείας εμπλέκονται «σε περίπου το ένα τρίτο όλων των επιτυχημένων διαδικτυακών απατών στις ΗΠΑ».
Αυτό σημαίνει ότι, πέρα από την ηθική διάσταση, το πρόβλημα έχει λάβει τεράστιες διαστάσεις και από άποψη επιρροής: εκατομμύρια χρήστες εκτίθενται καθημερινά σε ψευδείς ή παραπλανητικές διαφημίσεις, οι οποίες χρησιμοποιούν τον μηχανισμό στόχευσης της Meta για να φτάσουν ακριβώς στα πιο ευάλωτα κοινά.
Το πιο ανησυχητικό σημείο της έρευνας δεν είναι μόνο το μέγεθος του προβλήματος, αλλά και η εσωτερική διαχείριση του. Το Reuters αναφέρει πως οι εσωτερικές διαδικασίες της Meta συχνά καθυστερούν την αντιμετώπιση των παραβατών, ενώ ορισμένες πολιτικές της εταιρείας καθιστούν πρακτικά αδύνατο τον αποκλεισμό των πιο επίμονων διαφημιστών.
Χαρακτηριστικά, ένας «μικρός διαφημιζόμενος» που προωθεί οικονομική απάτη δεν αποκλείεται πριν καταγραφούν τουλάχιστον οκτώ παραβιάσεις. Για τους μεγαλύτερους πελάτες, η εταιρεία φαίνεται να είναι ακόμη πιο ελαστική: σύμφωνα με το ρεπορτάζ, υπάρχουν περιπτώσεις όπου ένας λογαριασμός συνέχισε να διαφημίζεται παρότι είχε συγκεντρώσει πάνω από 500 παραβάσεις.
Αυτό το επίπεδο ανοχής δύσκολα θα μπορούσε να δικαιολογηθεί αν αφορούσε απλούς χρήστες, καθώς η Meta έχει αποδείξει ότι εφαρμόζει αυστηρότερους κανόνες σε περιπτώσεις παραβίασης όρων κοινότητας. Όμως, όταν διακυβεύονται μεγάλα διαφημιστικά ποσά, φαίνεται πως οι προτεραιότητες αλλάζουν.
Η έρευνα του Reuters αποκαλύπτει επίσης πως η διοίκηση της Meta έχει αντιμετωπίσει έντονες εσωτερικές αντιπαραθέσεις σχετικά με το πώς μπορεί να περιορίσει το φαινόμενο χωρίς να πλήξει την κερδοφορία της εταιρείας. Ένα χαρακτηριστικό περιστατικό που αναφέρεται είναι ότι στελέχη είχαν λάβει οδηγίες να μην εφαρμόσουν μέτρα που θα μπορούσαν να μειώσουν τα έσοδα της Meta κατά περισσότερο από 0,15%.
Για να κατανοηθεί το μέγεθος του προβλήματος, αρκεί να αναφερθεί πως μόνο τέσσερις διαφημιστικές καμπάνιες που αφαιρέθηκαν φέτος αντιστοιχούσαν σε 67 εκατομμύρια δολάρια εσόδων για την εταιρεία. Αυτό δείχνει πόσο δύσκολο είναι να υπάρξει πραγματική πρόοδος, όταν κάθε διαφημιστική καταστολή συνεπάγεται απώλεια εκατομμυρίων.
Σε δήλωσή της προς το Reuters, η Meta χαρακτήρισε το ποσοστό του 10% «πρόχειρο και υπερβολικά ευρύ», χωρίς ωστόσο να προσφέρει κάποια εναλλακτική εκτίμηση. Ο εκπρόσωπος της εταιρείας, Andy Stone, ανέφερε ότι «τους τελευταίους 18 μήνες, οι αναφορές χρηστών για διαφημίσεις απάτης έχουν μειωθεί κατά 58% παγκοσμίως» και ότι μόνο το 2025 η Meta έχει αφαιρέσει «πάνω από 134 εκατομμύρια παραπλανητικές διαφημίσεις».
Αν και οι αριθμοί αυτοί δείχνουν μια προσπάθεια αντιμετώπισης, παραμένει ασαφές πόσο ουσιαστική είναι η πρόοδος, δεδομένου του τεράστιου όγκου νέων διαφημίσεων που εμφανίζονται καθημερινά. Επιπλέον, η Meta δεν διευκρινίζει αν οι αφαιρέσεις σχετίζονται κυρίως με μικρούς διαφημιζόμενους ή αν περιλαμβάνουν και μεγάλους πελάτες που επενδύουν εκατομμύρια στην πλατφόρμα.
Η υπόθεση αυτή θέτει εκ νέου το ερώτημα για το αν οι τεχνολογικοί κολοσσοί μπορούν να αυτορυθμιστούν όταν οι οικονομικές τους επιτυχίες εξαρτώνται από συστήματα που επιτρέπουν ή τουλάχιστον ανέχονται τέτοιες πρακτικές. Η Meta, που έχει δεχτεί έντονη κριτική στο παρελθόν για ζητήματα ιδιωτικότητας και παραπληροφόρησης, βρίσκεται τώρα αντιμέτωπη με ένα νέο ηθικό δίλημμα: μπορεί να θυσιάσει ένα μέρος των εσόδων της για να προστατεύσει τους χρήστες της;
Για την ώρα, φαίνεται πως το μοντέλο λειτουργίας παραμένει αμετάβλητο. Οι απάτες συνεχίζουν να διαδίδονται, οι διαφημιστές να επανέρχονται και η Meta να απολαμβάνει τα κέρδη...
[source]