Η μουσική ως «ασπίδα»: Γιατί οι μουσικοί νιώθουν τον πόνο διαφορετικά

Εδώ και χρόνια είναι γνωστό ότι η εκμάθηση ενός μουσικού οργάνου προσφέρει οφέλη που ξεπερνούν κατά πολύ την ανάπτυξη της καλλιτεχνικής δεξιότητας. Η μουσική εκπαίδευση βελτιώνει τις λεπτές κινητικές ικανότητες, ενισχύει την απόκτηση γλώσσας και λόγου, ενδυναμώνει τη μνήμη και συμβάλλει στη διατήρηση της εγκεφαλικής ευελιξίας σε μεγαλύτερη ηλικία. Μια νέα μελέτη έρχεται να αποκαλύψει ένα ακόμη, απροσδόκητο πλεονέκτημα: οι μουσικοί φαίνεται να βιώνουν τον πόνο με διαφορετικό τρόπο σε σύγκριση με τον υπόλοιπο κόσμο.

Η έρευνα θέτει ένα συναρπαστικό ερώτημα: αν η μουσική εκπαίδευση μπορεί να αναδιαμορφώσει τον εγκέφαλο σε τόσες πτυχές, θα μπορούσε να αλλάξει και την εμπειρία του πόνου; Για τους ερευνητές, η αφετηρία ήταν μια παρατήρηση από την καθημερινή πρακτική: μουσικοί συνεχίζουν την εξάσκηση και την απόδοση, παρά τον πόνο που προκαλούν οι χιλιάδες επαναλαμβανόμενες κινήσεις. Αυτό δημιούργησε την υποψία ότι ο εγκέφαλος των μουσικών ενδέχεται να έχει «εκπαιδευτεί» να αντιμετωπίζει τον πόνο διαφορετικά.

Ο πόνος, όπως είναι γνωστό, δεν είναι απλώς μια δυσάρεστη αίσθηση. Ενεργοποιεί πολύπλοκες αντιδράσεις στο σώμα και στον εγκέφαλο, επηρεάζοντας την προσοχή, τις σκέψεις, αλλά και τον τρόπο που κινούμαστε. Ένα απλό παράδειγμα είναι η άμεση απόσυρση του χεριού όταν ακουμπάμε κατά λάθος σε μια καυτή επιφάνεια. Παράλληλα, ο πόνος περιορίζει τη δραστηριότητα στον κινητικό φλοιό του εγκεφάλου, δηλαδή στην περιοχή που ελέγχει τους μύες, ώστε να αποφύγουμε την υπερβολική χρήση του τραυματισμένου μέλους.

Αυτή η λειτουργία είναι προστατευτική σε βραχυπρόθεσμο επίπεδο, όμως αν συνεχιστεί για καιρό μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα. Η παρατεταμένη ακινησία, όπως σε έναν τραυματισμό στον αστράγαλο, μπορεί να μειώσει την κινητικότητα και να αλλοιώσει τον τρόπο με τον οποίο ο εγκέφαλος ρυθμίζει τον πόνο, οδηγώντας σε μεγαλύτερη ταλαιπωρία. Επιπλέον, η χρόνια παρουσία πόνου συνδέεται με τη «συρρίκνωση» του εγκεφαλικού χάρτη του σώματος – δηλαδή της περιοχής που καθοδηγεί ποιους μύες κινούμε και πότε. Αυτή η συρρίκνωση σχετίζεται με αυξημένη ένταση πόνου.

Παρά τα παραπάνω, δεν βιώνουν όλοι τον πόνο με τον ίδιο τρόπο. Μερικοί άνθρωποι δείχνουν μεγαλύτερη ανθεκτικότητα και οι εγκέφαλοί τους εμφανίζουν μικρότερη ευαισθησία στα ίδια ερεθίσματα. Η εξήγηση αυτής της διαφοροποίησης παραμένει ανοιχτό ερευνητικό πεδίο.

Η νέα μελέτη ήρθε να εξετάσει αν η μουσική εκπαίδευση και οι αλλαγές που επιφέρει στον εγκέφαλο μπορούν να επηρεάσουν την εμπειρία του πόνου. Για τον σκοπό αυτό, οι ερευνητές προκάλεσαν τεχνητά πόνο στο χέρι τόσο σε μουσικούς όσο και σε μη μουσικούς. Χρησιμοποίησαν μια πρωτεΐνη που ονομάζεται νευρικός αυξητικός παράγοντας, η οποία υπό κανονικές συνθήκες προστατεύει τα νεύρα, αλλά όταν εγχυθεί στους μύες του χεριού προκαλεί προσωρινό και ασφαλή μυϊκό πόνο.

Στη συνέχεια, η δραστηριότητα του εγκεφάλου μετρήθηκε με τη μέθοδο της διακρανιακής μαγνητικής διέγερσης (TMS), που χρησιμοποιεί μικρούς μαγνητικούς παλμούς για να καταγράψει πώς ο εγκέφαλος ελέγχει τις κινήσεις του χεριού. Οι ερευνητές χαρτογράφησαν τη λειτουργία αυτή πριν την ένεση, δύο μέρες μετά, και ξανά οκτώ μέρες αργότερα.

Τα αποτελέσματα ήταν αποκαλυπτικά. Ακόμα και πριν την πρόκληση του πόνου, οι μουσικοί διέθεταν πιο λεπτομερή και ακριβή εγκεφαλικό χάρτη του χεριού τους. Όσο περισσότερες ώρες εξάσκησης είχαν, τόσο πιο βελτιωμένος ήταν ο χάρτης. Μετά την πρόκληση του πόνου, οι μουσικοί ανέφεραν ότι ένιωσαν μικρότερη ενόχληση από τους μη μουσικούς, ενώ ο εγκεφαλικός χάρτης τους παρέμεινε σχεδόν αναλλοίωτος. Αντίθετα, στους μη μουσικούς παρατηρήθηκε σημαντική μείωση της εγκεφαλικής χαρτογράφησης μετά από μόλις δύο μέρες.

Παρότι η έρευνα περιέλαβε μόλις 40 συμμετέχοντες, τα ευρήματα ήταν σαφή: ο εγκέφαλος των μουσικών φαίνεται να έχει αναπτύξει μια ιδιότυπη «ασπίδα» απέναντι στον πόνο. Η μακροχρόνια εκπαίδευση φαίνεται να λειτουργεί σαν προστατευτικό φίλτρο, τόσο στη βιωμένη ένταση του πόνου όσο και στις νευρολογικές αντιδράσεις που τον συνοδεύουν.

Αυτό φυσικά δεν σημαίνει ότι η μουσική μπορεί να αποτελέσει θεραπεία για τον χρόνιο πόνο. Δείχνει όμως ότι η εκπαίδευση και η εμπειρία είναι ικανές να μεταβάλλουν τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο και το σώμα μας. Το εύρημα είναι σημαντικό, γιατί μπορεί να ρίξει φως στους λόγους για τους οποίους ορισμένοι άνθρωποι αντέχουν καλύτερα τον πόνο και να προσφέρει νέες κατευθύνσεις για θεραπευτικές παρεμβάσεις.

Η ερευνητική ομάδα ήδη σχεδιάζει νέα πειράματα για να δει αν η μουσική εκπαίδευση μπορεί να μειώσει και άλλες αρνητικές επιπτώσεις του πόνου, όπως τις γνωστικές διαταραχές και τις δυσκολίες συγκέντρωσης που συχνά συνοδεύουν τις χρόνιες καταστάσεις. Ο απώτερος στόχος είναι να αναπτυχθούν μέθοδοι που θα «επανεκπαιδεύουν» τον εγκέφαλο, προσφέροντας καλύτερη ποιότητα ζωής σε όσους ταλαιπωρούνται από επίμονο πόνο.

[via]

Loading