Μια απλή ασπιρίνη φαίνεται ότι είναι ευεργετική κατά του καρκίνου του παχέος εντέρου

Μια ανακάλυψη από τη Σκανδιναβία έρχεται να ανατρέψει όσα γνωρίζαμε μέχρι σήμερα για τον καρκίνο του παχέος εντέρου. Μια φθηνή και διαδεδομένη ουσία, η ασπιρίνη, φαίνεται ότι μπορεί να μειώσει στο μισό τον κίνδυνο υποτροπής σε ασθενείς με συγκεκριμένες γονιδιακές μεταλλάξεις. Η εξέλιξη αυτή, που δημοσιεύτηκε στο έγκριτο περιοδικό The New England Journal of Medicine, ανοίγει τον δρόμο για μια νέα εποχή στην εξατομικευμένη θεραπεία του καρκίνου.

Η έρευνα πραγματοποιήθηκε από το Karolinska Institutet και το Karolinska University Hospital στη Σουηδία, με τη συμμετοχή περισσότερων από 3.500 ασθενών σε 33 νοσοκομεία στη Σουηδία, τη Νορβηγία, τη Δανία και τη Φινλανδία. Πρόκειται για την πρώτη τυχαιοποιημένη κλινική δοκιμή που εξετάζει την επίδραση της ασπιρίνης στην επανεμφάνιση του καρκίνου του παχέος εντέρου και του ορθού.

Οι ερευνητές εστίασαν σε ασθενείς των οποίων οι όγκοι παρουσίαζαν συγκεκριμένη μετάλλαξη στο μονοπάτι σηματοδότησης PIK3, μια γενετική αλλαγή που συναντάται περίπου στο 40% των περιπτώσεων. Οι ασθενείς χωρίστηκαν τυχαία σε δύο ομάδες: η μία έπαιρνε καθημερινά 160 mg ασπιρίνης για τρία χρόνια μετά το χειρουργείο, ενώ η άλλη έπαιρνε εικονικό φάρμακο.

Τα αποτελέσματα ήταν εντυπωσιακά. Στην ομάδα που έλαβε ασπιρίνη, ο κίνδυνος υποτροπής μειώθηκε κατά 55% σε σχέση με την ομάδα ελέγχου.

Αν και προηγούμενες παρατηρησιακές μελέτες είχαν δείξει ότι η ασπιρίνη μπορεί να περιορίσει τον κίνδυνο ορισμένων μορφών καρκίνου, τα δεδομένα δεν ήταν ποτέ ξεκάθαρα. Οι επιστήμονες είχαν υποψίες ότι η επίδραση της ασπιρίνης ίσως να σχετίζεται με γονιδιακές μεταλλάξεις στο μονοπάτι PIK3, το οποίο ελέγχει ζωτικές κυτταρικές διεργασίες, όπως την ανάπτυξη και τη διαίρεση. Όταν αυτές οι διαδικασίες απορρυθμιστούν, μπορεί να οδηγήσουν σε ανεξέλεγκτη κυτταρική αύξηση και εμφάνιση καρκίνου.

Ωστόσο, μέχρι τώρα δεν υπήρχαν τυχαιοποιημένες κλινικές δοκιμές που να επιβεβαιώνουν αυτή τη θεωρία. Η μελέτη ALASCCA ήρθε να καλύψει αυτό το κενό, δίνοντας για πρώτη φορά σαφή επιστημονική απόδειξη.

Η καθηγήτρια Anna Martling, πρώτη συγγραφέας της μελέτης και χειρουργός στο Karolinska University Hospital, εξηγεί:

Εδώ βλέπουμε την ασπιρίνη να δοκιμάζεται σε έναν εντελώς νέο ρόλο, ως φάρμακο ακριβείας. Είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα του πώς μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε τις γενετικές πληροφορίες για να εξατομικεύσουμε τη θεραπεία, μειώνοντας τον κίνδυνο για τον ασθενή και ταυτόχρονα εξοικονομώντας πόρους.

Όπως προσθέτει, η δράση της ασπιρίνης πιθανότατα δεν οφείλεται σε έναν μόνο μηχανισμό. Ο συνδυασμός της αντιφλεγμονώδους δράσης, της αναστολής της λειτουργίας των αιμοπεταλίων και της παρεμπόδισης της ανάπτυξης των όγκων φαίνεται να δημιουργεί ένα περιβάλλον πολύ λιγότερο ευνοϊκό για τον καρκίνο.

«Αν και δεν κατανοούμε πλήρως όλες τις μοριακές διεργασίες, τα αποτελέσματα στηρίζουν ισχυρά την ιδέα ότι η θεραπεία αυτή είναι ιδιαίτερα αποτελεσματική σε ασθενείς με συγκεκριμένα γενετικά χαρακτηριστικά», επισημαίνει η Martling.

Ένα από τα μεγαλύτερα πλεονεκτήματα της ανακάλυψης είναι ότι η ασπιρίνη αποτελεί ένα φάρμακο ήδη γνωστό, ευρέως διαθέσιμο και εξαιρετικά οικονομικό σε σύγκριση με τις σύγχρονες αντικαρκινικές θεραπείες. «Το γεγονός ότι είναι εύκολα προσβάσιμη σε παγκόσμια κλίμακα είναι ένα τεράστιο θετικό στοιχείο», τονίζει η Martling.

Η προοπτική να χρησιμοποιηθεί η ασπιρίνη ως στοχευμένη θεραπεία θα μπορούσε να επηρεάσει τις διεθνείς κατευθυντήριες οδηγίες για τον καρκίνο του παχέος εντέρου, καθιστώντας την μια «αναπάντεχη» αλλά ιδιαίτερα ισχυρή σύμμαχο στην ογκολογία.

Ο καρκίνος του παχέος εντέρου παραμένει μία από τις πιο συχνές μορφές καρκίνου παγκοσμίως, με περίπου δύο εκατομμύρια νέες διαγνώσεις κάθε χρόνο. Από αυτούς τους ασθενείς, το 20 με 40% αναπτύσσει μεταστάσεις, γεγονός που καθιστά τη νόσο πιο δύσκολα αντιμετωπίσιμη και με υψηλότερη θνησιμότητα. Κάθε νέο όπλο που μπορεί να μειώσει την υποτροπή ή να παρατείνει την επιβίωση είναι ζωτικής σημασίας.

Η ασπιρίνη, γνωστή επιστημονικά ως ακετυλοσαλικυλικό οξύ, ανήκει στην κατηγορία των μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών φαρμάκων (NSAIDs). Χρησιμοποιείται εδώ και δεκαετίες για την αντιμετώπιση του πόνου, του πυρετού και της φλεγμονής. Σε μικρές δόσεις συνταγογραφείται για την πρόληψη θρόμβων, ενώ η δράση της ξεκινά μέσα σε περίπου μισή ώρα.

Ωστόσο, δεν είναι κατάλληλη για όλους. Οι ανεπιθύμητες ενέργειες περιλαμβάνουν στομαχικές ενοχλήσεις και αυξημένη αιμορραγική προδιάθεση. Άτομα με έλκος στομάχου, διαταραχές πήξης ή άσθμα θα πρέπει να την αποφεύγουν. Παρά το γεγονός ότι κυκλοφορεί χωρίς συνταγή σε υψηλότερες δόσεις, απαιτείται προσοχή στη λήψη της, ιδιαίτερα όταν συνδυάζεται με άλλα αντιπηκτικά φάρμακα ή αλκοόλ.

[via]

Loading