Μια «έκτη αίσθηση» που ξεκινά από το έντερο: Ο διάλογος εγκεφάλου–μικροβίων

Μέχρι πρόσφατα, η σχέση του εγκεφάλου με το έντερο ήταν συνήθως θέμα μεταφορών και λαϊκών εκφράσεων. Ωστόσο, νέα επιστημονικά ευρήματα αποδεικνύουν ότι αυτή η σύνδεση είναι πολύ πιο κυριολεκτική και πολύπλοκη απ’ ό,τι φανταζόμασταν. Ερευνητές από το Duke University αποκάλυψαν έναν άμεσο και σε πραγματικό χρόνο δίαυλο επικοινωνίας μεταξύ των μικροβίων του εντέρου και του ανθρώπινου εγκεφάλου, ο οποίος ενδέχεται να συνιστά μια «έκτη» αίσθηση ή μια «νευροβιοτική» αίσθηση, όπως τη βάφτισαν.

Το ανθρώπινο σώμα φιλοξενεί δισεκατομμύρια μικρόβια, κυρίως στο πεπτικό σύστημα. Αυτοί οι μικροσκοπικοί «συγκάτοικοι» δεν είναι απλώς παθητικοί επιβάτες: η δραστηριότητά τους επηρεάζει έντονα τη βιολογία μας. Εδώ και καιρό γνωρίζουμε ότι ο εγκέφαλος λαμβάνει σήματα όταν συγκεκριμένα θρεπτικά συστατικά φτάνουν στο έντερο, γεγονός που επηρεάζει την όρεξη και τις διατροφικές επιλογές. Το ερώτημα, όμως, που απασχόλησε τους επιστήμονες του Duke ήταν αν το σώμα μπορεί να αντιλαμβάνεται σε πραγματικό χρόνο τη δραστηριότητα των μικροβίων και να προσαρμόζει άμεσα τη συμπεριφορά του. Η απάντηση είναι ναι.

Καθοριστικό ρόλο σε αυτή τη διαδικασία παίζουν τα λεγόμενα neuropod cells, εξειδικευμένα κύτταρα του εντέρου που λειτουργούν σαν ανιχνευτές. Εντοπίζουν πρωτεΐνες που παράγονται από τα μικρόβια και στέλνουν αμέσως ηλεκτρικά σήματα στον εγκέφαλο, χρησιμοποιώντας το πνευμονογαστρικό νεύρο, μια ταχεία οδό που συνδέει άμεσα το έντερο με το κεντρικό νευρικό σύστημα.

Μία από αυτές τις πρωτεΐνες είναι η φλαγγελίνη, μια αρχαία δομική πρωτεΐνη που επιτρέπει στα βακτήρια να κινούνται. Όταν καταναλώνουμε τροφή, κάποια βακτήρια του εντέρου απελευθερώνουν φλαγγελίνη. Τα νευρικά κύτταρα του εντέρου, μέσω υποδοχέων TLR5, «πιάνουν το σήμα» και ενεργοποιούν αμέσως το μονοπάτι της πληροφορίας προς τον εγκέφαλο. Το αποτέλεσμα; Ένα πιθανό μήνυμα κορεσμού που μας οδηγεί να φάμε λιγότερο.

Οι επιστήμονες το επιβεβαίωσαν πειραματικά. Ποντίκια που είχαν μείνει νηστικά για ένα βράδυ έλαβαν μια δόση φλαγγελίνης απευθείας στο παχύ τους έντερο. Το αποτέλεσμα ήταν μείωση στην κατανάλωση τροφής. Αντίθετα, ποντίκια χωρίς τους υποδοχείς TLR5 δεν επηρεάστηκαν καθόλου από την πρωτεΐνη και συνέχισαν να τρώνε κανονικά, με αποτέλεσμα να αυξήσουν το βάρος τους. Η διαφορά είναι εντυπωσιακή και υποδεικνύει ότι χωρίς αυτούς τους υποδοχείς, ο εγκέφαλος απλώς αγνοεί την «φωνή» του εντέρου.

Ο Dr. Diego Bohórquez, ο επιστήμονας που πρώτος εντόπισε αυτά τα neuropod cells το 2015, έχει δείξει ότι αυτά τα κύτταρα μπορούν να διακρίνουν σε χιλιοστά του δευτερολέπτου τη διαφορά μεταξύ ζάχαρης και γλυκαντικών. Κάτι τέτοιο υποδηλώνει πως οι διατροφικές επιθυμίες δεν ελέγχονται αποκλειστικά από τους γευστικούς κάλυκες, αλλά ίσως και από το έντερο. Η νέα μελέτη της ομάδας του αυτά τα κύτταρα δεν καθοδηγούν μόνο το τι τρώμε, αλλά και πόσο.

Για να το δοκιμάσουν, οι ερευνητές ανέπτυξαν ένα καινοτόμο σύστημα που ονόμασαν Crunch Master, το οποίο καταγράφει με λεπτομέρεια κάθε μπουκιά που καταναλώνουν τα ποντίκια. Όταν χορηγήθηκε φλαγγελίνη, παρατηρήθηκε μείωση στη συχνότητα του μασήματος, ενισχύοντας την ιδέα ότι τα μικροβιακά σήματα ρυθμίζουν την όρεξη σε πραγματικό χρόνο.

Αξίζει να σημειωθεί ότι η φλαγγελίνη που μελετήθηκε σε αυτή την περίπτωση προέρχεται από το παθογόνο βακτήριο Salmonella typhimurium. Όμως δεν παράγουν όλα τα βακτήρια την ίδια φλαγγελίνη. Διαφορετικά είδη παράγουν παραλλαγές της, κάθε μία με τη δική της επίδραση στο έντερο. Αυτή η ποικιλομορφία κάνει την επικοινωνία μεταξύ εντέρου και εγκεφάλου ακόμη πιο σύνθετη και ενδιαφέρουσα.

Όπως επισημαίνουν οι ερευνητές, πρόκειται για μια μορφή αισθητηριακής αντίληψης αντίστοιχη με την όραση, την ακοή, την όσφρηση, τη γεύση και την αφή. Μόνο που αυτή η «έκτη αίσθηση» δεν προέρχεται από τα μάτια ή το δέρμα, αλλά από το πεπτικό σύστημα.

Εν ολίγοις, το έντερο μας δεν ασχολείται απλώς με τη χώνευση του μεσημεριανού γεύματος. Αποκρυπτογραφεί και μεταφράζει τον μικροβιακό κόσμο σε πληροφορίες για τον εγκέφαλο. Ένας ολόκληρος διάλογος μικροσκοπικών οργανισμών και νευρικών κυττάρων βρίσκεται σε εξέλιξη μέσα μας και επηρεάζει περισσότερο από όσο νομίζαμε τη συμπεριφορά, την όρεξη και πιθανώς ακόμα και τη διάθεση μας.

[via]

Loading