Μια ανατρεπτική ανακάλυψη από επιστήμονες του University of Cambridge φέρνει ελπίδα στην αντιμετώπιση μιας από τις πιο ανθεκτικές χημικές απειλές της εποχής μας: τις ενώσεις PFAS, γνωστές και ως «χημικά παντός καιρού» ή «παντοτινές χημικές ουσίες». Σύμφωνα με τη μελέτη, ορισμένα βακτήρια που βρίσκονται φυσικά στο ανθρώπινο έντερο έχουν την ικανότητα να απορροφούν τις τοξικές αυτές ουσίες και να τις αποβάλλουν με φυσικό τρόπο από τον οργανισμό, ανοίγοντας τον δρόμο για νέες μορφές προστασίας της ανθρώπινης υγείας μέσω προβιοτικών.
Οι ενώσεις PFAS (perfluoroalkyl and polyfluoroalkyl substances) βρίσκονται σχεδόν παντού: από αντικολλητικά σκεύη και αδιάβροχα υφάσματα μέχρι καλλυντικά και συσκευασίες τροφίμων. Η χρήση τους βασίζεται στις ανθεκτικές τους ιδιότητες απέναντι στη θερμότητα, το νερό, το λάδι και τα χημικά. Ωστόσο, εξαιτίας της εξαιρετικά μακράς διάρκειας ζωής τους —που ξεπερνά τα χιλιάδες χρόνια— έχουν συσσωρευτεί σε επικίνδυνα επίπεδα στο περιβάλλον αλλά και στους ανθρώπινους οργανισμούς.
Η ομάδα των ερευνητών εντόπισε εννέα διαφορετικά είδη εντερικών βακτηρίων που μπορούν να απορροφήσουν διαφορετικά μόρια PFAS και να τα αποθηκεύσουν σε συμπυκνωμένες «συσσωματώσεις» στο εσωτερικό τους. Όταν τα βακτήρια αυτά εισήχθησαν σε πειραματόζωα, παρατηρήθηκε ταχεία απορρόφηση των PFAS που είχαν καταναλωθεί, με αποβολή τους από τον οργανισμό μέσω των κοπράνων. Ανάλογα με τη συγκέντρωση της έκθεσης, τα βακτήρια κατάφεραν να απορροφήσουν από 25% έως και 74% των τοξικών ουσιών μέσα σε λίγα μόλις λεπτά.
Η έρευνα, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Nature Microbiology, παρέχει την πρώτη ουσιαστική ένδειξη ότι το ανθρώπινο μικροβίωμα του εντέρου μπορεί να παίξει κρίσιμο ρόλο στην αποτοξίνωση από PFAS, αν και η αποτελεσματικότητα αυτής της διαδικασίας δεν έχει ακόμη αποδειχθεί σε ανθρώπους.
Ο Dr Kiran Patil, επικεφαλής της έρευνας από το MRC Toxicology Unit του Cambridge, τόνισε ότι ενώ η ύπαρξη των PFAS είναι δεδομένη στην καθημερινότητά μας, η επιστημονική κοινότητα οφείλει να βρει τρόπους να μετριάσει τις επιπτώσεις τους στον άνθρωπο. Όπως ανέφερε, ορισμένα βακτήρια επιδεικνύουν εξαιρετική ικανότητα απορρόφησης PFAS, διατηρώντας ταυτόχρονα τη δική τους βιωσιμότητα, αφού αποθηκεύουν τις ουσίες σε συμπαγείς μορφές που φαίνεται να τα προστατεύουν από τις βλαβερές επιδράσεις τους.
Συμπληρωματικά, η Dr Indra Roux υπογράμμισε πως οι ουσίες PFAS είναι ήδη μέσα μας και πως η ανάγκη δεν είναι μόνο να σταματήσει η χρήση τους, αλλά και να βρεθούν άμεσες λύσεις για την απομάκρυνσή τους από τον οργανισμό. Αν και η πλήρης καταστροφή αυτών των ενώσεων παραμένει τεχνικά δύσκολη, η συγκεκριμένη ανακάλυψη ανοίγει τον δρόμο για πρακτικές παρεμβάσεις που εστιάζουν στην αποβολή τους από το σώμα.
Οι επιπτώσεις των PFAS στην υγεία είναι πλέον καλά τεκμηριωμένες: από μειωμένη γονιμότητα και αναπτυξιακά προβλήματα σε παιδιά μέχρι αυξημένο κίνδυνο για καρκίνο και καρδιοπάθειες. Σε αυτό το πλαίσιο, η ανακάλυψη των ερευνητών αποκτά ιδιαίτερη σημασία, ιδίως καθώς ο αριθμός των γνωστών ενώσεων PFAS ξεπερνά τις 4.700, με πολλές από αυτές να παραμένουν στον οργανισμό για χρόνια.
Η Dr Anna Lindell, πρώτη συγγραφέας της μελέτης, επισήμανε πως όλοι μας είμαστε εκτεθειμένοι σε PFAS μέσω του νερού και της τροφής μας. Όπως ανέφερε, για χρόνια οι ουσίες αυτές θεωρούνταν ακίνδυνες επειδή δεν προκαλούν άμεσες τοξικές αντιδράσεις. Όμως τώρα γίνεται φανερό ότι λειτουργούν σαν μια «αργή δηλητηρίαση», συσσωρεύοντας επιπτώσεις με την πάροδο του χρόνου.
Οι Lindell και Patil ίδρυσαν την εταιρεία Cambiotics μαζί με τον επιχειρηματία Peter Holme Jensen, με στόχο την ανάπτυξη προβιοτικών που θα συμβάλλουν στην αποβολή των PFAS από το ανθρώπινο σώμα. Η εταιρεία υποστηρίζεται από τον φορέα Cambridge Enterprise, που βοηθά στην εμπορική αξιοποίηση πανεπιστημιακής έρευνας με διεθνή αντίκτυπο.
Μέχρι να είναι διαθέσιμα τα νέα προβιοτικά σκευάσματα, οι ερευνητές συνιστούν πρακτικά μέτρα προστασίας: αποφυγή χρήσης αντικολλητικών σκευών που περιέχουν PFAS και χρήση ποιοτικών φίλτρων νερού.
[via]