Ένα συστατικό που προέρχεται από τις εκπομπές των ορυκτών καυσίμων φαίνεται πως μπορεί να αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης της νευροεκφυλιστικής ασθένειας ALS (αμυοτροφική πλευρική σκλήρυνση), σύμφωνα με νέα έρευνα που πραγματοποιήθηκε στον Καναδά. Τα ευρήματα προκαλούν ανησυχία, καθώς υποδεικνύουν ότι ακόμη και σε περιοχές που θεωρούνται «καθαρές» από άποψη ατμοσφαιρικής ρύπανσης, οι κάτοικοι ενδέχεται να εκτίθενται σε επικίνδυνες ουσίες χωρίς να το γνωρίζουν.
Οι ερευνητές συνέκριναν δεδομένα από 304 άτομα που είχαν διαγνωστεί με ALS με 1.207 υγιή άτομα παρόμοιας ηλικίας και φύλου. Με βάση περιβαλλοντικές καταγραφές από τις περιοχές όπου διέμεναν οι συμμετέχοντες, υπολόγισαν τα επίπεδα έκθεσής τους σε διάφορους ρύπους της ατμόσφαιρας. Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στο διοξείδιο του θείου (SO₂), ένα χημικό παράγωγο που προκύπτει από την καύση άνθρακα και πετρελαϊκών προϊόντων. Το SO₂ έχει στο παρελθόν συνδεθεί με νευρολογικές βλάβες, ωστόσο μέχρι σήμερα δεν είχε διερευνηθεί η πιθανή σχέση του με το ALS.
Τα αποτελέσματα της έρευνας ήταν σαφή: όσοι έπασχαν από ALS παρουσίαζαν ιστορικό σημαντικά υψηλότερης έκθεσης σε διοξείδιο του θείου σε σχέση με τα άτομα της ομάδας ελέγχου. Παρότι η συσχέτιση αυτή δεν αποδεικνύει άμεση αιτιώδη σχέση, οι επιστήμονες θεωρούν ότι πρόκειται για ένα ισχυρό και ανησυχητικό εύρημα, ιδιαίτερα επειδή οι περιοχές που εξετάστηκαν βρίσκονταν εντός των ορίων «καθαρής» ατμόσφαιρας που ορίζουν οι επίσημες περιβαλλοντικές αρχές.
Όπως αναφέρουν οι ερευνητές στη δημοσιευμένη εργασία τους, «τα δεδομένα ενισχύουν την υπόθεση ότι η μακροχρόνια έκθεση σε ατμοσφαιρικούς ρύπους, και ειδικά στο διοξείδιο του θείου, συνδέεται με αυξημένη πιθανότητα ανάπτυξης ALS». Η διαπίστωση αυτή, τονίζουν, καθιστά αναγκαία τη λήψη αυστηρότερων μέτρων ελέγχου της ατμοσφαιρικής ρύπανσης.
Από όλους τους ρύπους που εξετάστηκαν στη μελέτη, μόνο το SO₂ παρουσίασε στατιστικά σημαντική σχέση με την ασθένεια. Το διοξείδιο του αζώτου (NO₂), που επίσης παράγεται από τις εξατμίσεις των αυτοκινήτων και τους σταθμούς παραγωγής ενέργειας με άνθρακα, δεν έδειξε καμία ισχυρή σύνδεση όταν οι ερευνητές συνυπολόγισαν παράγοντες όπως το κοινωνικοοικονομικό επίπεδο και το ιστορικό υγείας.
Ένα ακόμη ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι η έκθεση σε διοξείδιο του θείου πριν την εμφάνιση των πρώτων συμπτωμάτων φάνηκε να παίζει καθοριστικό ρόλο. Οι μετρήσεις έδειξαν πως όταν οι ασθενείς φτάνουν στο στάδιο της διάγνωσης, ενδέχεται ήδη να έχουν περάσει το «σημείο χωρίς επιστροφή», καθώς οι νευρολογικές βλάβες έχουν ήδη προχωρήσει σε μη αναστρέψιμο επίπεδο.
Η συγκεκριμένη μελέτη είναι η πρώτη που αναδεικνύει τόσο ξεκάθαρα τη σχέση ανάμεσα στα υψηλότερα επίπεδα SO₂ και στον αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης ALS σε κατοικημένες περιοχές. Αν και η νόσος παραμένει σχετικά σπάνια – με περίπου 1 έως 2 νέα περιστατικά ανά 100.000 άτομα ετησίως παγκοσμίως – οι συνέπειές της είναι καταστροφικές. Το ALS προσβάλλει σταδιακά τα νευρικά κύτταρα που ελέγχουν την κίνηση, οδηγώντας σε προοδευτική παράλυση και, στις περισσότερες περιπτώσεις, σε θάνατο μέσα σε τρία χρόνια από τη διάγνωση.
Παρά την πρόοδο της έρευνας, τα ακριβή αίτια της ασθένειας παραμένουν ασαφή. Στις περισσότερες περιπτώσεις δεν υπάρχει οικογενειακό ιστορικό, ενώ οι γνωστοί παράγοντες κινδύνου περιλαμβάνουν τη γενετική προδιάθεση και ορισμένες περιβαλλοντικές συνθήκες, όπως η έντονη σωματική δραστηριότητα ή η έκθεση σε τοξικές ουσίες. Οι επιστήμονες θεωρούν όλο και πιο πιθανό ότι το ALS δεν οφείλεται σε έναν μόνο παράγοντα, αλλά σε έναν συνδυασμό βιολογικών και περιβαλλοντικών παραμέτρων που αλληλεπιδρούν με πολύπλοκους τρόπους.
Η νέα αυτή μελέτη ενισχύει την ιδέα ότι η ατμοσφαιρική ρύπανση μπορεί να είναι ένας από τους κρίσιμους παράγοντες που συμβάλλουν στην εμφάνιση της νόσου. Είναι ήδη γνωστό ότι οι ίδιοι ρύποι που προέρχονται από τα ορυκτά καύσιμα ευθύνονται για σοβαρά προβλήματα, όπως ο καρκίνος του πνεύμονα, οι καρδιοπάθειες και η επιδείνωση της ψυχικής υγείας.
Οι Καναδοί ερευνητές καλούν την επιστημονική κοινότητα να συνεχίσει τις μελέτες για τον ρόλο των ρύπων στην ανάπτυξη του ALS και ζητούν από τις αρχές να προχωρήσουν σε πιο αυστηρή ρύθμιση των επιπέδων ατμοσφαιρικής ρύπανσης. Όπως υπογραμμίζουν, «είναι επιτακτική η ανάγκη για προληπτικές στρατηγικές και πιο αποτελεσματικές παρεμβάσεις από πλευράς δημόσιας υγείας όσον αφορά την έκθεση στον αέρα που αναπνέουμε».
[via]