Ωρολογιακή βόμβα οι ωκεανοί, καθώς η οξύτητα τους έχει ξεπεράσει τα ασφαλή όρια

Η οξύτητα των ωκεανών της Γης έχει ήδη ξεπεράσει τα ασφαλή όρια, σύμφωνα με νέα μελέτη που δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό Global Change Biology. Τα στοιχεία αποκαλύπτουν ότι οι ωκεανοί του πλανήτη βρίσκονται σε χειρότερη κατάσταση απ’ ό,τι εκτιμούσαν μέχρι σήμερα οι επιστήμονες, έχοντας πιθανόν εισέλθει στη λεγόμενη «επικίνδυνη ζώνη» ήδη από το 2020.

Η επιταχυνόμενη αύξηση της οξύτητας των θαλασσών αποδίδεται κυρίως στις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα (CO₂) από ανθρώπινες δραστηριότητες, όπως η καύση ορυκτών καυσίμων. Όταν το CO₂ απορροφάται από τους ωκεανούς, μετατρέπεται σε ανθρακικό οξύ, το οποίο μειώνει το pH του νερού και αλλοιώνει χημικά τη θαλάσσια ισορροπία. Η εξέλιξη αυτή έχει δραματικές επιπτώσεις όχι μόνο στα θαλάσσια οικοσυστήματα, αλλά και στις παράκτιες κοινότητες που εξαρτώνται από υγιή ύδατα για την επιβίωσή τους.

Η μελέτη κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το 2020 οι μέσες παγκόσμιες συνθήκες των ωκεανών είχαν ήδη εισέλθει στο εύρος αβεβαιότητας του ορίου για την οξύτητα, υποδεικνύοντας πως το όριο ασφαλείας ενδέχεται να έχει ξεπεραστεί. Σύμφωνα με τις μετρήσεις, η κατάσταση επιδεινώνεται ταχύτερα στα βαθύτερα στρώματα των ωκεανών απ’ ό,τι στην επιφάνεια.

«Η οξύτητα των ωκεανών δεν είναι απλώς μια περιβαλλοντική κρίση, αλλά μια ωρολογιακή βόμβα για τα θαλάσσια οικοσυστήματα και τις οικονομίες των παράκτιων περιοχών», δήλωσε ο Steve Widdicombe, διευθυντής επιστημονικών ερευνών στο Plymouth Marine Laboratory, το οποίο συμμετείχε στην έρευνα. «Καθώς η οξύτητα των θαλασσών αυξάνεται, χάνουμε κρίσιμους βιότοπους από τους οποίους εξαρτώνται αμέτρητα είδη, γεγονός που έχει σοβαρές κοινωνικές και οικονομικές συνέπειες».

Το πρόβλημα αναγνωρίζεται και στο πλαίσιο των πλανητικών ορίων, δηλαδή εννέα κρίσιμες παραμέτρους που προτάθηκαν το 2009 για τη διατήρηση της ευστάθειας της Γης. Ένα από αυτά αφορά την οξύτητα των ωκεανών. Έρευνα του 2023 είχε υποδείξει ότι έξι από τα εννέα όρια είχαν ήδη ξεπεραστεί. Η οξύτητα τότε βρισκόταν οριακά κάτω από το κρίσιμο όριο, όμως οι επιστήμονες προειδοποιούσαν ότι η τάση είναι αυξητική.

Η Katherine Richardson, καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο της Κοπεγχάγης και επικεφαλής της μελέτης του 2023, σχολίασε πως δεν εξεπλάγη από τα ευρήματα της νέας μελέτης. Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά, καθώς τα επίπεδα CO₂ στην ατμόσφαιρα συνεχίζουν να ανεβαίνουν, ήταν αναμενόμενο το όριο να έχει πλέον ξεπεραστεί.

Η βασική χημική διαδικασία πίσω από την αύξηση της οξύτητας είναι η απορρόφηση του CO₂ από το θαλάσσιο νερό, το οποίο οδηγεί στον σχηματισμό ιόντων υδρογόνου. Αυτά τα ιόντα δεσμεύουν τα ανθρακικά ιόντα που χρειάζονται οργανισμοί όπως τα κοράλλια, τα οστρακοειδή και το πλαγκτόν για να δημιουργήσουν τα κελύφη και τους σκελετούς τους από ανθρακικό ασβέστιο (CaCO₃). Η μείωση του λεγόμενου αραγωνίτη, ενός διαλυτού τύπου του CaCO₃, είναι βασικός δείκτης για την παρακολούθηση της οξύτητας.

Το όριο της «επικίνδυνης ζώνης» για την οξύτητα θεωρείται ότι παραβιάζεται όταν τα επίπεδα αραγωνίτη μειώνονται κατά 20% σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα (1750–1850). Η μελέτη του 2023 είχε εκτιμήσει ότι η μείωση ήταν στο 19%. Ωστόσο, τα νέα δεδομένα δείχνουν πως στην επιφάνεια των ωκεανών, η μέση μείωση ανέρχεται πλέον στο 17,3%, με περιθώριο σφάλματος 5%. Στα βαθύτερα στρώματα, οι μειώσεις είναι ακόμα μεγαλύτερες, αν και οι αβεβαιότητες επίσης αυξάνονται.

Ανησυχητικό είναι και το εύρος της οξίνισης: ενώ περίπου το 40% των επιφανειακών υδάτων έχει περάσει το όριο, το ποσοστό αυτό αυξάνεται στο 60% για τα βάθη έως 200 μέτρα.

Όπως δήλωσε η επικεφαλής της νέας μελέτης Helen Findlay, βιολόγος-ωκεανογράφος στο Plymouth Marine Laboratory, «η θαλάσσια ζωή δεν περιορίζεται στην επιφάνεια. Τα βαθύτερα νερά φιλοξενούν τεράστια ποικιλία ειδών, και καθώς αυτά τα στρώματα αλλάζουν τόσο γρήγορα, οι επιπτώσεις της οξίνισης μπορεί να είναι πολύ πιο σοβαρές απ’ ό,τι είχαμε προβλέψει».

[via]

Loading