Προστασία από όλους τους ιούς: Ένα βήμα πιο κοντά σε μια «καθολική» θεραπεία

Μια σπάνια ανοσολογική διαταραχή μπορεί να κρύβει το κλειδί για την ανάπτυξη μιας θεραπείας που θα προστατεύει από όλους τους ιούς. Αυτό ακριβώς ερευνούν οι επιστήμονες του Columbia University Irving Medical Center, οι οποίοι παρουσίασαν μια πρωτοποριακή προσέγγιση που θα μπορούσε να αποτελέσει τη βάση για ένα καθολικό αντιιικό φάρμακο.

Η ιστορία ξεκινά πριν από περίπου δεκαπέντε χρόνια, όταν ο ανοσολόγος Dusan Bogunovic εντόπισε μια γενετική μετάλλαξη σε λίγους ασθενείς παγκοσμίως. Η μετάλλαξη αυτή προκαλεί έλλειψη σε έναν ρυθμιστή του ανοσοποιητικού, το ISG15. Αν και αρχικά φαινόταν να αυξάνει την ευαλωτότητα σε ορισμένες βακτηριακές λοιμώξεις, αποδείχθηκε ότι δημιουργεί μια απρόσμενη «ασπίδα» ενάντια στους ιούς.

Οι άνθρωποι με αυτήν την πάθηση εμφανίζουν ήπια αλλά επίμονη φλεγμονή σε όλο το σώμα, η οποία έχει έναν ξεκάθαρα αντιιικό χαρακτήρα. Όταν οι ερευνητές εξέτασαν τα ανοσοκύτταρα των ασθενών, διαπίστωσαν ότι είχαν έρθει σε επαφή με πλήθος ιών – γρίπη, ιλαρά, παρωτίτιδα, ανεμοβλογιά – χωρίς ποτέ να εμφανίσουν σοβαρά συμπτώματα.

«Σκεφτόμουν συνεχώς ότι, αν μπορούσαμε να αναπαράγουμε αυτή τη μορφή ήπιας ανοσολογικής ενεργοποίησης και σε άλλους ανθρώπους, θα μπορούσαμε να τους προστατεύσουμε από σχεδόν κάθε ιό», εξηγεί ο Bogunovic, καθηγητής παιδιατρικής ανοσολογίας στο Vagelos College of Physicians and Surgeons του Columbia.

Η έρευνα που δημοσιεύθηκε στις 13 Αυγούστου στο περιοδικό Science Translational Medicine δείχνει ότι αυτή η ιδέα παίρνει σάρκα και οστά. Η ομάδα του Bogunovic ανέπτυξε μια πειραματική θεραπεία, η οποία χορηγήθηκε μέσω ρινικής έγχυσης σε ποντίκια και χάμστερ. Τα αποτελέσματα ήταν εντυπωσιακά: η θεραπεία εμπόδισε τον πολλαπλασιασμό των ιών της γρίπης και του SARS-CoV-2, ενώ μείωσε και τη σοβαρότητα της νόσου.

Η τεχνική βασίζεται στη μίμηση της ανοσολογικής απόκρισης που προκαλεί η έλλειψη ISG15, αλλά μόνο για περιορισμένο χρονικό διάστημα. Αντί να μπλοκάρει άμεσα το ISG15, η θεραπεία ενεργοποιεί την παραγωγή δέκα πρωτεϊνών που φαίνεται να είναι υπεύθυνες για την ευρεία αντιιική προστασία.

Ο σχεδιασμός θυμίζει τις mRNA θεραπείες που γνωρίσαμε με τα εμβόλια κατά της COVID-19, με μια ουσιαστική διαφοροποίηση: αντί για έναν ιικό στόχο, η θεραπεία περιέχει δέκα διαφορετικά mRNAs συσκευασμένα σε λιπιδικά νανοσωματίδια. Μόλις αυτά απορροφηθούν από τα κύτταρα, ξεκινά η παραγωγή των δέκα πρωτεϊνών, που προσφέρουν την αντιιική «υπερδύναμη».

«Παράγουμε μόνο μια μικρή ποσότητα αυτών των πρωτεϊνών για πολύ περιορισμένο διάστημα. Αυτό σημαίνει ότι η φλεγμονή που προκαλείται είναι πολύ πιο ήπια σε σχέση με εκείνη των ασθενών με ISG15 ανεπάρκεια, αλλά επαρκεί για να μπλοκάρει τις ιογενείς λοιμώξεις», διευκρινίζει ο Bogunovic.

Οι επιστήμονες βλέπουν την τεχνολογία αυτή ως ένα μελλοντικό όπλο σε πανδημίες, προσφέροντας προσωρινή προστασία σε ομάδες υψηλού κινδύνου, όπως υγειονομικό προσωπικό, τρόφιμοι γηροκομείων ή οικογένειες που έρχονται σε άμεση επαφή με ασθενείς. Σημαντικό στοιχείο είναι ότι η θεραπεία δεν παρεμποδίζει τον οργανισμό από το να αναπτύξει μακροχρόνια ανοσία, επιτρέποντας έτσι τη φυσική δημιουργία ανοσολογικής μνήμης.

Παρά τα ενθαρρυντικά αποτελέσματα, παραμένουν ανοιχτές προκλήσεις. Η χορήγηση μέσω νανοσωματιδίων οδήγησε σε παραγωγή πρωτεϊνών κυρίως στους πνεύμονες, αλλά πιθανώς όχι σε επαρκή επίπεδα για άμεση εφαρμογή στον άνθρωπο. Επιπλέον, δεν είναι ακόμη σαφές πόσο διαρκεί η προστασία· οι πρώτες ενδείξεις δείχνουν ότι αυτή περιορίζεται σε τρεις έως τέσσερις ημέρες.

«Το μεγαλύτερο εμπόδιο αυτή τη στιγμή δεν είναι το αν η θεραπεία δουλεύει – γιατί μόλις φτάσει στα κύτταρα, η δράση της είναι ξεκάθαρη – αλλά το πώς θα εξασφαλίσουμε αξιόπιστη και στοχευμένη παράδοση του γενετικού υλικού στο σώμα», σημειώνει ο Bogunovic.

Οι έρευνες βρίσκονται ακόμη σε πρώιμο στάδιο, αλλά η προοπτική ενός «καθολικού αντιικού φαρμάκου» ίσως να μην ανήκει πια στη σφαίρα της επιστημονικής φαντασίας.

[via]

Loading