Στην προσπάθεια της αεροπορικής βιομηχανίας να απαγκιστρωθεί από τα ορυκτά καύσιμα, η λύση φαίνεται να κρύβεται σε ένα από τα πιο ταπεινά υλικά της μεσογειακής διατροφής. Ερευνητές και μηχανικοί στρέφουν πλέον το βλέμμα τους στα υπολείμματα της βιομηχανίας ντομάτας, υποστηρίζοντας πως αυτό που μέχρι σήμερα θεωρούνταν «σκουπίδι» μπορεί να αποτελέσει τη βάση για τα Βιώσιμα Αεροπορικά Καύσιμα (SAF) του αύριο.
Η ιδέα δεν αφορά κάποιο θεωρητικό πείραμα εργαστηρίου, αλλά ένα συντονισμένο ευρωπαϊκό πρόγραμμα που ξεκινά επίσημα το 2026, με στόχο να αποδείξει ότι η κυκλική οικονομία μπορεί να έχει πρακτική εφαρμογή ακόμη και στα 30.000 πόδια.
Το πρόβλημα των 17 μεγατόνων
Η Ευρωπαϊκή Ένωση παράγει ετησίως περίπου 17 εκατομμύρια τόνους ντομάτας. Πρόκειται για το δεύτερο πιο δημοφιλές λαχανικό παγκοσμίως, μετά την πατάτα. Ωστόσο, η μαζική επεξεργασία της για σάλτσες, χυμούς και κονσέρβες αφήνει πίσω της τεράστιες ποσότητες βιομάζας: φλούδες, σπόρους, κοτσάνια και ακατάλληλους καρπούς.
Μέχρι σήμερα, αυτά τα υλικά κατέληγαν είτε σε χωματερές, επιβαρύνοντας το περιβάλλον με μεθάνιο καθώς αποσυντίθενται, είτε οδηγούνταν προς καύση, μια πρακτική με χαμηλή ενεργειακή απόδοση και υψηλό περιβαλλοντικό αποτύπωμα. Το Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο του Γκρατς (TU Graz) στην Αυστρία, συντονίζοντας μια κοινοπραξία 11 εταίρων από επτά χώρες, ανέλαβε να αλλάξει αυτή τη διαδικασία.
Η χημεία πίσω από την καινοτομία
Το κλειδί της μετατροπής βρίσκεται στη χημική σύσταση των σπόρων και της φλούδας της ντομάτας. Τα υπολείμματα αυτά είναι πλούσια σε λιπαρά οξέα και συγκεκριμένα λιπίδια, τα οποία μπορούν να εξαχθούν και να μετατραπούν σε υδρογονάνθρακες. Η διαδικασία αυτή παράγει ένα υγρό καύσιμο συμβατό με τους κινητήρες των σύγχρονων αεροσκαφών, χωρίς να απαιτούνται δαπανηρές μετατροπές στους στροβιλοκινητήρες.
Σύμφωνα με την Marlene Kienberger, επικεφαλής του έργου στο Ινστιτούτο Χημικής Μηχανικής και Περιβαλλοντικής Τεχνολογίας του TU Graz, η μέθοδος αυτή δεν είναι απλώς τεχνικά εφικτή, αλλά και ποσοτικά σημαντική. Οι αρχικές εκτιμήσεις της ερευνητικής ομάδας είναι εντυπωσιακές: τα απόβλητα ντομάτας που παράγονται στην ΕΕ θα μπορούσαν να καλύψουν περίπου το 3% της συνολικής ζήτησης για βιώσιμα αεροπορικά καύσιμα (SAF) έως το 2030.
Το ποσοστό αυτό, αν και μοιάζει μικρό, είναι τεράστιο για τα δεδομένα της αγοράς ενέργειας, ειδικά αν αναλογιστεί κανείς ότι προέρχεται από μια πηγή που σήμερα θεωρείται άχρηστη ύλη.
Οικονομία και Περιβάλλον: Μια διπλή νίκη
Η συγκεκριμένη προσέγγιση επιλύει και ένα από τα βασικότερα ηθικά διλήμματα των βιοκαυσίμων: τον ανταγωνισμό με την τροφική αλυσίδα. Σε αντίθεση με τις καλλιέργειες που προορίζονται αποκλειστικά για καύσιμα (όπως το καλαμπόκι ή η ελαιοκράμβη) και δεσμεύουν γόνιμες εκτάσεις, η χρήση αποβλήτων ντομάτας αξιοποιεί υλικό που έχει ήδη ολοκληρώσει τον κύκλο ζωής του στην παραγωγή τροφίμων.
Το ευρωπαϊκό πρόγραμμα, με προϋπολογισμό που αγγίζει τα 3,5 εκατομμύρια ευρώ, στοχεύει στη δημιουργία μιας διαδικασίας χαμηλού κόστους. Αν τα «καύσιμα ντομάτας» καταφέρουν να είναι οικονομικά ανταγωνιστικά έναντι της παραδοσιακής κηροζίνης, θα μπορούσαν να αποτελέσουν σημαντικό όπλο στη μάχη για την απανθρακοποίηση των μεταφορών.
Ο δρόμος προς το 2030
Η αεροπορική βιομηχανία βρίσκεται υπό καθεστώς πίεσης. Οι ευρωπαϊκοί κανονισμοί επιβάλλουν τη σταδιακή αύξηση της χρήσης SAF στα μείγματα καυσίμων, με στόχο τη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα. Η αξιοποίηση αγροτικών υπολειμμάτων προσφέρει μια διέξοδο που δεν εξαρτάται από γεωπολιτικές ισορροπίες ή την εξόρυξη σπάνιων πόρων.
Η κοινοπραξία σκοπεύει να βελτιστοποιήσει τη μέθοδο συλλογής και επεξεργασίας, ώστε η μετατροπή να γίνεται κοντά στις μονάδες παραγωγής ντομάτας, μειώνοντας περαιτέρω το κόστος μεταφοράς της πρώτης ύλης.
Το μέλλον είναι κυκλικό
Αυτό που αναδεικνύει η συγκεκριμένη είδηση δεν είναι απλώς μια νέα πηγή ενέργειας, αλλά μια αλλαγή νοοτροπίας. Η μετάβαση από τη γραμμική οικονομία (παραγωγή, κατανάλωση, απόρριψη) στην κυκλική, όπου κάθε απόβλητο είναι εν δυνάμει πόρος, αποτελεί μονόδρομο για τη βιωσιμότητα.
Καθώς το πρόγραμμα ξεκινά την υλοποίησή του τον Ιανουάριο του 2026, το στοίχημα είναι πλέον τεχνοκρατικό: πώς θα κλιμακωθεί η παραγωγή από το εργαστήριο στη βιομηχανική κλίμακα.