Όταν η ιατρική τεχνολογία κάνει ένα μεγάλο βήμα, συχνά αυτό συμβαίνει μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας, σε ένα χειρουργείο όπου η πρόοδος καταγράφεται αθόρυβα αλλά με καθοριστική σημασία. Κάπως έτσι πραγματοποιήθηκε ένα από τα πιο εντυπωσιακά άλματα που έχει δει η ενδοαγγειακή νευροχειρουργική: τρεις ασθενείς με σύνθετα εγκεφαλικά ανευρύσματα υποβλήθηκαν σε θεραπεία με τη βοήθεια ενός νέου ρομποτικού συστήματος της αμερικανικής XCath. Για πρώτη φορά, ένας τριαξονικός ρομποτικός μηχανισμός κατάφερε να πλοηγηθεί μέσα στα αγγεία του ανθρώπινου εγκεφάλου και να υποστηρίξει πραγματικές νευροεπεμβατικές θεραπείες.
Οι επεμβάσεις πραγματοποιήθηκαν στο Panama Clinic από τον έμπειρο νευροεπεμβατικό χειρουργό Vitor Mendes Pereira, με τη συνεργασία του τοπικού ερευνητικού υπεύθυνου Anastasio Ameijeiras Sibauste. Το κεντρικό εργαλείο τους ήταν το EVR, μια ρομποτική πλατφόρμα σχεδιασμένη να καθοδηγεί μικροκαθετήρες και ενδοαγγειακούς οδηγούς μέσα από τα περίπλοκα και ελικώδη αγγεία του εγκεφάλου. Σύμφωνα με τους γιατρούς, το σύστημα πέτυχε ακρίβεια κάτω του ενός χιλιοστού, μια επίδοση που κάνει τη διαφορά σε ένα ανατομικό περιβάλλον όπου ακόμα και μικρές αποκλίσεις μπορούν να αλλάξουν δραματικά την έκβαση.
Με την υποστήριξη του ρομπότ, οι γιατροί τοποθέτησαν stents εκτροπής ροής και βηματοδότες από διαφορετικούς κατασκευαστές. Η λεπτομέρεια αυτή έχει σημασία: δείχνει ότι το EVR δεν είναι μια κλειστή πλατφόρμα αλλά μπορεί να λειτουργήσει με υλικό που ήδη χρησιμοποιείται στα περισσότερα εξειδικευμένα κέντρα. Επιπλέον, το γεγονός ότι δύο επεμβάσεις πραγματοποιήθηκαν την ίδια μέρα, στον ίδιο χώρο, με συμβατικό μονοεπίπεδο αγγειογραφικό εξοπλισμό, υπογραμμίζει πόσο εύκολα το σύστημα μπορεί να ενσωματωθεί στη σύγχρονη κλινική πράξη χωρίς να απαιτούνται μεγάλης κλίμακας τεχνολογικές αναβαθμίσεις.
Τα εγκεφαλικά ανευρύσματα παραμένουν μια από τις ύπουλες απειλές της ιατρικής: συχνά δεν δίνουν κανένα σημάδι μέχρι τη ρήξη τους, που μπορεί να οδηγήσει σε βαριά νευρολογική βλάβη ή θάνατο. Κάθε χρόνο, μισό εκατομμύριο άνθρωποι χάνουν τη ζωή τους εξαιτίας τους. Η θεραπεία τους, αν και έχει βελτιωθεί θεαματικά τις τελευταίες δεκαετίες, εξακολουθεί να απαιτεί χειρουργούς με εξαιρετική ακρίβεια και εμπειρία. Αυτή η εξάρτηση από λίγους εξειδικευμένους επαγγελματίες κάνει τις θεραπείες συχνά άνισα κατανεμημένες ανά τον κόσμο.
Ο Pereira τόνισε ότι η ρομποτική υποβοήθηση μπορεί να βελτιώσει τη συνέπεια των κινήσεων και να μειώσει την πιθανότητα ανθρώπινου λάθους, ιδίως στη διάρκεια των πιο κρίσιμων φάσεων μιας επέμβασης. Παράλληλα, η τεχνολογία θα μπορούσε να επιταχύνει τη διαδικασία με την οποία νέοι γιατροί αποκτούν υψηλού επιπέδου δεξιότητες, μειώνοντας την εξάρτηση από έναν μικρό κύκλο υπερ-εξειδικευμένων ειδικών. Με βάση αυτή τη λογική, το ρομπότ δεν αντικαθιστά τον γιατρό, αλλά τον ενισχύει, επιτρέποντας προηγμένες επεμβάσεις με μεγαλύτερη προβλεψιμότητα και ασφάλεια.
Το EVR, άλλωστε, έχει σχεδιαστεί εξαρχής με το βλέμμα στραμμένο στην τηλερομποτική. Το 2024, ο Pereira είχε εκτελέσει μια δημόσια προσομοίωση απομακρυσμένης θρομβεκτομής, ελέγχοντας έναν προσομοιωτή στη Νότια Κορέα από το Abu Dhabi. Στις αρχές του 2025 πραγματοποιήθηκε και η πρώτη προκλινική τηλερομποτική δοκιμή σε ζώα στον αγγειακό τομέα. Παρότι η πραγματοποίηση απομακρυσμένων επεμβάσεων σε ανθρώπους, ιδιαίτερα σε περιστατικά έκτακτης ανάγκης όπως το εγκεφαλικό επεισόδιο, παραμένει ένα περίπλοκο τεχνικό και ρυθμιστικό στοίχημα, η πρόοδος δείχνει ότι το σενάριο αυτό πλησιάζει πλέον με σταθερά βήματα.