Μια νέα, ενισχυμένη προσέγγιση στον σχεδιασμό εμβολίων υπόσχεται να φέρει επανάσταση στην πρόληψη του HIV, προσφέροντας ισχυρή ανοσία με μία μόνο δόση. Ερευνητές από το MIT, σε συνεργασία με το Scripps Research Institute, ανέπτυξαν έναν πρωτοποριακό συνδυασμό ανοσοενισχυτικών ουσιών που φαίνεται να ενισχύει την ανοσολογική απόκριση του οργανισμού με τρόπο που θα μπορούσε να μεταφραστεί σε αποτελεσματική προστασία απέναντι στον ιό.
Τα εμβόλια βασίζονται σε δύο θεμελιώδη συστατικά: τα ανοσογόνα, που ενεργοποιούν την ανοσολογική απόκριση, και τα ανοσοενισχυτικά (adjuvants), τα οποία ενισχύουν αυτήν την απόκριση. Η ομάδα του MIT εστίασε στο δεύτερο σκέλος, συνδυάζοντας δύο συγκεκριμένα ανοσοενισχυτικά ώστε να δημιουργήσει ένα πιο ισχυρό αποτέλεσμα από εκείνο που παράγεται με τη χρήση μόνο ενός από τα δύο.
Η μελέτη τους, που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Science Translational Medicine, βασίστηκε σε πειράματα σε ποντίκια. Όπως προέκυψε, όσα έλαβαν το εμβόλιο με τον διπλό συνδυασμό ανοσοενισχυτικών ανέπτυξαν πολύ ευρύτερη και ισχυρότερη ποικιλία αντισωμάτων έναντι ενός αντιγόνου του HIV, σε σύγκριση με εκείνα που έλαβαν εμβόλια με ένα μόνο ανοσοενισχυτικό.
Τα δύο στοιχεία του νέου εμβολίου είναι το ευρέως χρησιμοποιούμενο υδροξείδιο του αργιλίου και ένα νανοσωματίδιο με την ονομασία SMNP, το οποίο ανέπτυξε ο καθηγητής ανοσολογίας Darrell Irvine. Το SMNP περιλαμβάνει δύο διαφορετικά ανοσοενισχυτικά: ένα φυσικό συστατικό που προέρχεται από τον φλοιό του δέντρου soapbark της Χιλής (σαπωνίνη), και ένα συνθετικό μόριο γνωστό ως Monophosphoryl Lipid A (MPLA).
Σύμφωνα με τους επιστήμονες, ο συνδυασμός αυτός ενίσχυσε την παραγωγή Β κυττάρων έως και τρεις φορές περισσότερο σε σχέση με μονοθεραπεία. Τα Β κύτταρα είναι υπεύθυνα για την παραγωγή αντισωμάτων, τα οποία αναγνωρίζουν και επιτίθενται σε παθογόνα που έχει συναντήσει ξανά ο οργανισμός. Μια τέτοια ανταπόκριση προσφέρει καλύτερη άμυνα απέναντι σε ιούς, όπως ο HIV.
Το πιο αξιοσημείωτο εύρημα της έρευνας ήταν ότι το εμβόλιο με τα δύο ανοσοενισχυτικά συσσωρεύτηκε στους λεμφαδένες των ποντικιών και παρέμεινε εκεί για έναν ολόκληρο μήνα. Αυτό το χρονικό διάστημα επέτρεψε στο ανοσοποιητικό σύστημα να αναπτύξει ισχυρή και στοχευμένη ανοσολογική απόκριση, με παραγωγή μεγάλου αριθμού αντισωμάτων κατά της πρωτεΐνης του HIV.
Ο καθηγητής χημικής μηχανικής J. Christopher Love, μέλος της ερευνητικής ομάδας, σημείωσε ότι η καινοτομία αυτής της προσέγγισης βρίσκεται στην αξιοποίηση υπαρχόντων, καλά κατανοητών τεχνολογιών.
Το δυνατό στοιχείο αυτής της στρατηγικής είναι ότι βασίζεται σε συνδυασμούς ανοσοενισχυτικών που ήδη γνωρίζουμε καλά, χωρίς την ανάγκη νέων τεχνολογιών. Αυτό επιτρέπει θεραπείες με χαμηλότερες δόσεις ή ακόμη και εμβόλια μιας δόσης.
Η νέα αυτή προσέγγιση δεν περιορίζεται μόνο στον HIV. Οι ερευνητές πιστεύουν ότι μπορεί να προσαρμοστεί για την ανάπτυξη ισχυρότερων εμβολίων έναντι άλλων περίπλοκων ιών, όπως η γρίπη και ο SARS-CoV-2 – ο ιός που προκαλεί τη νόσο COVID-19. Το όφελος είναι προφανές: χαμηλότερο κόστος, λιγότερες δόσεις και υψηλότερη ανοσία σε ευάλωτους πληθυσμούς.
Η ανακάλυψη αυτή έρχεται την ίδια περίοδο που η Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ (FDA) ενέκρινε το Lenacapavir, μια ένεση που χορηγείται δύο φορές τον χρόνο και προσφέρει σχεδόν απόλυτη προστασία κατά της λοίμωξης HIV. Ωστόσο, η διάθεση αυτού του φαρμάκου παραμένει περιορισμένη, καθώς οι διεθνείς χρηματοδοτικοί μηχανισμοί που θα μπορούσαν να υποστηρίξουν τη διάθεσή του σε χώρες με χαμηλό εισόδημα έχουν υποβαθμιστεί ή διακοπεί.
Υπενθυμίζεται ότι ο HIV έχει κοστίσει τη ζωή σε περισσότερους από 42 εκατομμύρια ανθρώπους παγκοσμίως. Μέχρι το τέλος του 2023, σχεδόν ισάριθμα άτομα ζούσαν με τον ιό, με το 65% αυτών να βρίσκονται στην Αφρική. Την ίδια χρονιά, 1,3 εκατομμύρια νέες μολύνσεις καταγράφηκαν παγκοσμίως.
[via]