Εντοπίστηκαν για πρώτη φορά τα εγκεφαλικά κύτταρα που συνδέονται με την κατάθλιψη

Για πρώτη φορά, επιστήμονες κατάφεραν να εντοπίσουν με ακρίβεια δύο τύπους εγκεφαλικών κυττάρων που φαίνεται να παίζουν καθοριστικό ρόλο στην εμφάνιση και την εξέλιξη της κατάθλιψης. Η ανακάλυψη αυτή, που πραγματοποιήθηκε από ερευνητές του McGill University και του Douglas Institute στον Καναδά, ανοίγει τον δρόμο για πιο στοχευμένες και αποτελεσματικές θεραπείες, φέρνοντας νέα ελπίδα σε εκατομμύρια ανθρώπους που υποφέρουν από αυτή τη διαταραχή.

Η μελέτη, η οποία δημοσιεύθηκε στο έγκριτο περιοδικό Nature Genetics, εντόπισε ότι δύο είδη εγκεφαλικών κυττάρων – οι νευρώνες και τα μικρογλοιακά κύτταρα – παρουσιάζουν σημαντικές γενετικές διαταραχές σε άτομα με κατάθλιψη. Οι ερευνητές παρατήρησαν ότι τα κύτταρα αυτά λειτουργούν διαφορετικά στους πάσχοντες, επηρεάζοντας τα συστήματα του εγκεφάλου που σχετίζονται με τη διάθεση και την αντίδραση στο στρες.

Ο επικεφαλής της έρευνας, Dr. Gustavo Turecki, καθηγητής στο McGill και κλινικός επιστήμονας στο Douglas Institute, εξηγεί:

Για πρώτη φορά καταφέραμε να χαρτογραφήσουμε ποιοι ακριβώς τύποι κυττάρων επηρεάζονται από την κατάθλιψη, συνδυάζοντας την ανάλυση της γονιδιακής δραστηριότητας με τους μηχανισμούς που ρυθμίζουν τον γενετικό κώδικα. Τώρα έχουμε μια πιο καθαρή εικόνα για το πού ακριβώς συμβαίνουν οι διαταραχές και ποια κύτταρα εμπλέκονται.

Η κατάθλιψη αποτελεί μία από τις πιο διαδεδομένες ψυχικές ασθένειες παγκοσμίως, επηρεάζοντας πάνω από 264 εκατομμύρια ανθρώπους και αποτελώντας μία από τις κύριες αιτίες αναπηρίας. Παρά τις πολυάριθμες θεραπείες και τα φάρμακα που υπάρχουν, πολλοί ασθενείς δεν ανταποκρίνονται επαρκώς, γεγονός που υπογραμμίζει την ανάγκη για βαθύτερη κατανόηση των βιολογικών της ριζών.

Η μεγάλη πρόοδος της συγκεκριμένης μελέτης κατέστη δυνατή χάρη στο Douglas-Bell Canada Brain Bank, ένα από τα ελάχιστα παγκοσμίως κέντρα που διαθέτουν δείγματα εγκεφαλικού ιστού από ανθρώπους με ψυχιατρικές παθήσεις. Οι επιστήμονες αξιοποίησαν προηγμένες τεχνικές γονιδιακής ανάλυσης σε μεμονωμένα κύτταρα, εξετάζοντας τόσο το RNA όσο και το DNA χιλιάδων εγκεφαλικών κυττάρων από δείγματα 59 ατόμων με κατάθλιψη και 41 χωρίς ψυχιατρικό ιστορικό.

Η ανάλυση αποκάλυψε ότι σε δύο βασικούς τύπους κυττάρων παρατηρούνται σημαντικές αποκλίσεις στη γονιδιακή δραστηριότητα. Ο πρώτος είναι μια ομάδα διεγερτικών νευρώνων που ελέγχουν τη ρύθμιση της διάθεσης και του στρες. Ο δεύτερος αφορά ένα υποσύνολο των μικρογλοιακών κυττάρων – των «ανοσοποιητικών» κυττάρων του εγκεφάλου – που διαχειρίζονται τις φλεγμονώδεις αντιδράσεις. Στους πάσχοντες, τα κύτταρα αυτά εκφράζουν διαφορετικά εκατοντάδες γονίδια, επηρεάζοντας καίριες νευρωνικές λειτουργίες και πιθανώς συμβάλλοντας στα συμπτώματα της κατάθλιψης.

Τα ευρήματα αυτά ενισχύουν την άποψη ότι η κατάθλιψη δεν είναι απλώς ένα συναισθηματικό ή ψυχολογικό πρόβλημα, αλλά μια πάθηση με σαφή βιολογική βάση.

Η νευροεπιστήμη εδώ και χρόνια μας δείχνει ότι η κατάθλιψη αντικατοπτρίζει πραγματικές, μετρήσιμες αλλαγές στον εγκέφαλο. Η μελέτη μας αποδεικνύει ότι μπορούμε πλέον να δούμε ποιες συγκεκριμένες κυτταρικές ομάδες αλλάζουν και πώς αυτές οι αλλαγές επηρεάζουν τη λειτουργία του εγκεφάλου.

Η αναγνώριση των συγκεκριμένων κυττάρων ως «κλειδιά» στην κατάθλιψη θα μπορούσε να οδηγήσει στην ανάπτυξη θεραπειών ακριβείας, που θα στοχεύουν στα μοριακά μονοπάτια τους. Αντί για γενικά αντικαταθλιπτικά φάρμακα, οι μελλοντικές θεραπείες ίσως επικεντρωθούν στην αποκατάσταση της φυσιολογικής λειτουργίας αυτών των κυττάρων ή στην εξισορρόπηση της γονιδιακής τους δραστηριότητας.

Επόμενος στόχος των ερευνητών είναι να διερευνήσουν με ποιον τρόπο οι αλλαγές αυτές επηρεάζουν συνολικά τη λειτουργία του εγκεφάλου και πώς μπορούν να τροποποιηθούν μέσα από φαρμακολογικές ή γονιδιακές παρεμβάσεις. Οι ίδιοι εκτιμούν ότι η μελέτη τους θα αποτελέσει τη βάση για μια νέα γενιά θεραπευτικών προσεγγίσεων που θα στοχεύουν απευθείας στις κυτταρικές και μοριακές αιτίες της ασθένειας.

[via]

Loading