Huawei και ZTE στο στόχαστρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης: Κίνδυνος για αποκλεισμό από τα δίκτυα

Η Ευρωπαϊκή Ένωση φαίνεται αποφασισμένη να περάσει από τις συστάσεις στις πράξεις σε ό,τι αφορά την παρουσία της Huawei και της ZTE στα δίκτυα τηλεπικοινωνιών της Ευρώπης. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προωθεί ένα νέο σχέδιο που θα μπορούσε να αλλάξει ριζικά το τοπίο των υποδομών 5G και ευρυζωνικών δικτύων, καθιστώντας υποχρεωτικές τις κατευθυντήριες γραμμές για την κυβερνοασφάλεια που μέχρι σήμερα λειτουργούσαν απλώς ως συστάσεις.

Την πρωτοβουλία φέρεται να έχει αναλάβει η Αντιπρόεδρος της Επιτροπής Henna Virkkunen, η οποία κατέθεσε πρόταση ώστε το λεγόμενο “5G Cybersecurity Toolbox” του 2020 να αποκτήσει δεσμευτική ισχύ για όλα τα κράτη-μέλη. Αν εφαρμοστεί, η πρόταση δεν θα περιοριστεί μόνο στα δίκτυα κινητής τηλεφωνίας, αλλά θα επεκταθεί και στις σταθερές ευρυζωνικές και οπτικές ίνες – ουσιαστικά, σε κάθε κομμάτι της ευρωπαϊκής ψηφιακής υποδομής.

Η εξέλιξη αυτή έρχεται σε μια στιγμή που αρκετές ευρωπαϊκές χώρες έχουν ήδη προχωρήσει μόνες τους σε αντίστοιχα μέτρα. Η Σουηδία απαγόρευσε τη χρήση εξοπλισμού Huawei και ZTE από το 2020, ενώ το Ηνωμένο Βασίλειο εφάρμοσε πλήρη απαγόρευση τόσο για νέες εγκαταστάσεις όσο και για υπάρχοντα συστήματα, τα οποία πρέπει να αφαιρεθούν έως το 2027. Η Γερμανία σχεδιάζει επίσης να αποσύρει τον εξοπλισμό της Huawei από τον πυρήνα των δικτύων 5G μέχρι το 2026, σε μια προσπάθεια να μειώσει την εξάρτησή της από κινεζικές τεχνολογίες.

Το Λονδίνο είχε αιτιολογήσει την απόφαση αυτή με βάση την ασφάλεια της εφοδιαστικής αλυσίδας, υποστηρίζοντας ότι οι αμερικανικές κυρώσεις κατά της Huawei καθιστούν αδύνατο τον επαρκή έλεγχο ασφάλειας των προϊόντων της εταιρείας. Όπως είχε δηλώσει τότε η πρώην Υπουργός Ψηφιακής Πολιτικής Michelle Donelan, «πρέπει να έχουμε εμπιστοσύνη στην ασφάλεια των τηλεπικοινωνιακών δικτύων μας, τα οποία αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της οικονομίας και της καθημερινότητάς μας».

Η Ιταλία, αντίθετα, ακολουθεί μια πιο επιλεκτική τακτική: εξετάζει ξεχωριστά κάθε συμφωνία με κινεζικές εταιρείες πριν τη δώσει το πράσινο φως, χωρίς να έχει επιβάλει γενική απαγόρευση. Η Ισπανία συνεχίζει να επιτρέπει τη λειτουργία Huawei και ZTE στα δίκτυά της, ενώ η Σλοβενία πήγε ένα βήμα παραπέρα, απορρίπτοντας νομοσχέδιο που θα απέκλειε προμηθευτές υψηλού ρίσκου.

Η άνιση αυτή προσέγγιση αναδεικνύει τη μεγαλύτερη πρόκληση της Ευρωπαϊκής Ένωσης: την έλλειψη κοινής γραμμής μεταξύ των κρατών-μελών. Το 5G Cybersecurity Toolbox, που παρουσιάστηκε το 2020, είχε στόχο να προσφέρει ένα ενιαίο πλαίσιο στρατηγικών και τεχνικών μέτρων για την ενίσχυση της ασφάλειας των δικτύων. Οι κατευθυντήριες γραμμές του περιελάμβαναν περιορισμούς σε προμηθευτές υψηλού κινδύνου, απαγορεύσεις εγκαταστάσεων και ενίσχυση της ποικιλίας προμηθευτών. Ωστόσο, η απουσία δεσμευτικού χαρακτήρα οδήγησε σε αποσπασματικές πολιτικές και αντικρουόμενες αποφάσεις μεταξύ των χωρών.

Το νέο σχέδιο της Επιτροπής στοχεύει ακριβώς σε αυτό: να θεσπίσει κοινό ρυθμιστικό πλαίσιο που θα υποχρεώνει όλα τα κράτη-μέλη να εφαρμόσουν τα ίδια πρότυπα ασφάλειας. Με άλλα λόγια, η Ευρώπη επιδιώκει να περάσει από την “προαιρετική σύσταση” στην “υποχρεωτική συμμόρφωση”, περιορίζοντας τη δυνατότητα εθνικών αποκλίσεων σε τόσο κρίσιμες τεχνολογικές υποδομές.

Οι κινεζικές εταιρείες όπως η Huawei και η ZTE εδώ και χρόνια κατηγορούνται από δυτικές κυβερνήσεις για πιθανές σχέσεις με το Πεκίνο και κινδύνους κατασκοπείας μέσω του εξοπλισμού τους. Παρόλο που οι ίδιες απορρίπτουν αυτές τις κατηγορίες, οι ευρωπαϊκές και αμερικανικές αρχές θεωρούν ότι η κρατική υποστήριξη που λαμβάνουν οι κινεζικοί τεχνολογικοί όμιλοι τους προσφέρει αθέμιτο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα έναντι εταιρειών όπως η Nokia και η Ericsson, οι οποίες αδυνατούν να συναγωνιστούν σε επίπεδο τιμών.

Η οικονομική αυτή ανισορροπία, σε συνδυασμό με τον γεωπολιτικό ανταγωνισμό ανάμεσα σε Δύση και Κίνα, έχει καταστήσει τα τηλεπικοινωνιακά δίκτυα πεδίο ευρύτερης στρατηγικής αντιπαράθεσης. Οι υποδομές 5G δεν είναι πλέον απλώς τεχνολογικό έργο, αλλά κρίσιμος μοχλός ασφάλειας και επιρροής σε παγκόσμιο επίπεδο.

Αν η πρόταση της Henna Virkkunen προχωρήσει, θα μπορούσε να σημάνει το τέλος της Huawei και της ZTE σε μεγάλο μέρος των ευρωπαϊκών δικτύων, επηρεάζοντας τόσο το κόστος των έργων όσο και τον ρυθμό ανάπτυξης των δικτύων επόμενης γενιάς.

[source]

Loading