Η NASA, σε συνεργασία με το Penn State University, προχώρησε σε μια ανάλυση που ίσως αλλάξει τον τρόπο που σκεφτόμαστε την αναζήτηση εξωγήινης ζωής. Οι επιστήμονες μελέτησαν πού και πότε θα ήταν πιο πιθανό να εντοπίσουμε σήματα από έναν εξωγήινο πολιτισμό, αν εκείνος εξερευνούσε το δικό του αστρικό σύστημα όπως εμείς το ηλιακό.
Για να καταλήξουν σε συμπεράσματα, πήραν ως αφετηρία τις δικές μας πρακτικές: ανέλυσαν τα αρχεία μεταδόσεων του Deep Space Network (DSN), του παγκόσμιου δικτύου κεραιών που χρησιμοποιεί η NASA για επικοινωνία με διαστημικές αποστολές, ρόβερ και τηλεσκόπια.
Από τα δεδομένα προκύπτει ότι τα ισχυρότερα και πιο συχνά ραδιοσήματα της Γης κατευθύνονται κυρίως προς τον Άρη, καθώς και προς τα σημεία Lagrange, τις θέσεις ισορροπίας βαρύτητας ανάμεσα στη Γη και τον Ήλιο, όπου βρίσκονται τηλεσκόπια όπως το James Webb. Αν και αυτά τα σήματα προορίζονται για συγκεκριμένους δέκτες, δεν μένουν εντελώς περιορισμένα: ένας παρατηρητής που θα βρισκόταν στη σωστή θέση στο Διάστημα θα μπορούσε να τα «συλλάβει», ιδίως όταν η Γη και ο στόχος της μετάδοσης βρίσκονται σε ευθυγράμμιση.
Οι επιστήμονες υπολόγισαν ότι ένας υποθετικός εξωγήινος πολιτισμός, εφόσον διέθετε τεχνολογία παρόμοια με τη δική μας και βρισκόταν σε πλανητικό σύστημα που μπορούσε να παρατηρεί την ευθυγράμμιση Γης–Άρη, θα είχε περίπου 77% πιθανότητα να βρεθεί μέσα στον «κώνο» εκπομπής ενός σήματός μας. Αν η ευθυγράμμιση αφορούσε άλλους πλανήτες, η πιθανότητα έπεφτε στο 12%, ενώ εκτός ευθυγραμμίσεων οι πιθανότητες προσέγγιζαν το μηδέν.
Η διαπίστωση αυτή είναι διπλής σημασίας: μας δείχνει αφενός πώς μπορεί να γινόμαστε αντιληπτοί από το Διάστημα, αφετέρου βοηθά στο να βελτιώσουμε τις στρατηγικές του SETI, της επιστημονικής έρευνας που αναζητά τεχνολογικά σήματα από άλλα αστρικά συστήματα.
Οι ερευνητές τονίζουν ότι οι περίοδοι όπου ένας εξωπλανήτης περνά μπροστά από το άστρο του (τα λεγόμενα transits) αποτελούν ιδανικές στιγμές για να αναζητήσουμε ενδείξεις εξωγήινης επικοινωνίας. Αυτές οι διελεύσεις κάνουν τους πλανήτες πιο εύκολα παρατηρήσιμους και πιθανώς αυξάνουν την πιθανότητα ανίχνευσης τεχνολογικών σημάτων.
Διαβάστε επίσης
Η επικείμενη εκτόξευση του διαστημικού τηλεσκοπίου Nancy Grace Roman, το οποίο αναμένεται να εντοπίσει εκατοντάδες χιλιάδες νέους εξωπλανήτες, αναμένεται να δώσει τεράστια ώθηση σε αυτή την κατεύθυνση, διευρύνοντας το «γήπεδο» στο οποίο μπορεί να παίξει το SETI.
Η ανάλυση έδειξε ότι τα σήματα του DSN συγκεντρώνονται σχεδόν αποκλειστικά μέσα σε μια γωνία 5 μοιρών γύρω από το επίπεδο της γήινης τροχιάς. Θεωρητικά, αυτά τα σήματα θα μπορούσαν να γίνουν αντιληπτά μέχρι και σε απόσταση 23 ετών φωτός, εφόσον οι πιθανοί παρατηρητές διέθεταν ραδιοτηλεσκόπια αντίστοιχης ισχύος με τα δικά μας. Αυτό περιορίζει τον αριθμό των αστρικών συστημάτων που μπορούν να τα ανιχνεύσουν σε λίγες, πολύ συγκεκριμένες περιπτώσεις.
Αν και η έρευνα επικεντρώνεται στα ραδιοκύματα, το μοντέλο που ανέπτυξαν οι επιστήμονες θα μπορούσε να επεκταθεί και σε άλλες τεχνολογίες επικοινωνίας, όπως τα laser, τα οποία ήδη δοκιμάζονται σε ορισμένες αποστολές. Ωστόσο, οι ειδικοί επισημαίνουν ότι τα λέιζερ έχουν μικρότερη πιθανότητα να «ξεφύγουν» τυχαία στο Διάστημα, σε σχέση με τα ραδιοκύματα.
Ο Jason Wright, διευθυντής του Penn State Extraterrestrial Intelligence Center, τόνισε ότι τα δεδομένα αυτά προσφέρουν μια εξαιρετική βάση για πιο στοχευμένες αναζητήσεις. Όσο η παρουσία μας στο Ηλιακό Σύστημα μεγαλώνει, τόσο αυξάνονται και τα σήματα που μπορεί να προδώσουν την ύπαρξή μας σε κάποιον που μας παρακολουθεί από μακριά.
Η μελέτη δείχνει ότι η Γη, παρά τις τεράστιες αποστάσεις του Σύμπαντος, δεν είναι απαραίτητα αόρατη. Αντίθετα, μέσα από τα τεχνολογικά μας ίχνη, αφήνουμε σήματα που σε ευνοϊκές συνθήκες μπορούν να ταξιδέψουν σε κοντινά αστρικά συστήματα. Η πρόκληση για το SETI είναι πλέον να αξιοποιήσει αυτή τη γνώση, ψάχνοντας μεθοδικά στα σωστά μέρη, την κατάλληλη στιγμή.
[via]