Simon the Sorcerer Origins Review: Μπορείς να διδάξεις νέα κόλπα σε έναν παλιό μάγο;
Λοιπόν, ας κάνουμε ένα γρήγορο ταξίδι πίσω στον χρόνο. Φανταστείτε αρχές δεκαετίας του ’90. Τα PC έπαιζαν μπιπ-μπουπ, το ίντερνετ ήταν επιστημονική φαντασία για τους περισσότερους, και το gaming περνούσε τη χρυσή του εποχή σε ένα πολύ συγκεκριμένο είδος: τα point-and-click adventures. Μέσα σε αυτό το τοπίο, όπου κυριαρχούσαν οι Αμερικανοί γίγαντες (LucasArts με τα Monkey Island και Sierra με τα King's Quest), ξεφύτρωσε από την Αγγλία μια μικρή εταιρεία ονόματι Adventure Soft. Και μας έδωσε έναν από τους πιο αξιομνημόνευτους (και σαρκαστικούς) ήρωες του είδους. Τον Simon the Sorcerer.
Ο Simon, με την μωβ ρόμπα του, το μυτερό του καπέλο και το στόμα-ξυράφι, ήταν ο απόλυτος αντι-ήρωας. Ένας έφηβος που βρέθηκε κατά λάθος σε έναν μαγικό κόσμο και το μόνο που ήθελε ήταν να γυρίσει σπίτι, κατά προτίμηση αφού πρώτα έκανε τη ζωή δύσκολη σε κάθε NPC που συναντούσε. Τα δύο πρώτα παιχνίδια της σειράς είναι θρυλικά, γνωστά για το καυστικό βρετανικό τους χιούμορ, την υπέροχη pixel-art αισθητική και τους γρίφους τους που, ας είμαστε ειλικρινείς, συχνά αψηφούσαν κάθε λογική. Και τώρα, 30 χρόνια μετά, το ιταλικό στούντιο Smallthing μας φέρνει το Simon the Sorcerer: Origins. Ένα prequel. Μια ιστορία προέλευσης. Το ερώτημα που καίει τα χείλη κάθε παλιού φαν είναι ένα: το χρειαζόμασταν; Και το ακόμα πιο σημαντικό: κατάφεραν να πιάσουν την «μαγεία» του πρωτότυπου;
Ας ξεκαθαρίσουμε κάτι για την κληρονομιά που κουβαλάει αυτό το όνομα, γιατί είναι σημαντικό για να καταλάβουμε το Origins. Τα πρώτα Simon δεν ήταν απλά παιχνίδια. Ήταν μια εμπειρία. Ήταν η εποχή που για να βρεις τη λύση σε έναν γρίφο, δεν είχες Google. Είχες το...σταθερό τηλέφωνο του κολλητού σου, ή, ακόμα χειρότερα, έπρεπε να σκεφτείς. Στην καλύτερη περίπτωση, ήλπιζες ότι θα είχε ασχοληθεί με το παιχνίδι ο τιτανομέγιστος Ανδρέας Τσουρινάκης για να διαβάσεις στο Pixel ή το PC Master της εποχής... Και η σκέψη που απαιτούσε ο Simon ήταν... ας πούμε, «εναλλακτική». Έπρεπε να μπεις στο μυαλό ενός σαρκαστικού Βρετανού προγραμματιστή που θεωρούσε λογικό το να συνδυάσεις ένα βατραχοπόδαρο με ένα σφυρί για να φτιάξεις... κάτι. Αυτή η παράλογη λογική ήταν ταυτόχρονα η γοητεία και η κατάρα του. Αλλά πάνω απ' όλα, ήταν το χιούμορ. Ο Simon ήταν ένας ανυπόφορος έφηβος, εγωιστής, ειρωνικός, και έκανε συνεχώς πλάκα με τα κλισέ της fantasy λογοτεχνίας, από τον Άρχοντα των Δαχτυλιδιών μέχρι τα Τρία Γουρουνάκια. Έσπαγε τον τέταρτο τοίχο συνέχεια, μιλούσε στον παίκτη, και γενικά συμπεριφερόταν σαν να ήταν πολύ ανώτερος από όλο αυτό. Αυτή την κληρονομιά καλείται να διαχειριστεί το Origins, το οποίο τοποθετείται χρονικά μερικές εβδομάδες πριν τα γεγονότα του πρώτου παιχνιδιού.
Το Origins λοιπόν, μας πέρνει από το χέρι για να μας δείξει πώς ο Simon κατέληξε να είναι ο Simon. Τον συναντάμε ως έναν τυπικό, επαναστάτη (χωρίς αιτία) έφηβο της εποχής του, που μόλις τον έχουν διώξει από το σχολείο. Κλεισμένος στο δωμάτιό του, ανακαλύπτει τυχαία το σκυλάκι του, τον Chippy να σκαλίζει μια κρυψώνα στη σοφίτα, όπου βρίσκουν ένα παλιό βιβλίο. Το βιβλίο, φυσικά, δεν είναι ένα απλό βιβλίο. Είναι ένα portal. Ο Simon και ο Chippy ρουφιούνται μέσα και προσγειώνονται στον μαγικό κόσμο που οι παλιοί αγαπήσαμε. Η αποστολή; Να βρουν τον μάγο Calypso και να γυρίσουν σπίτι. Η ιστορία είναι γοητευτική και δίνει απαντήσεις σε ερωτήματα που ίσως είχαμε (πώς βρήκε το καπέλο;), αλλά και σε ερωτήματα που δεν ξέραμε ότι είχαμε. Το σενάριο είναι καλογραμμένο, οι διάλογοι σπιρτόζικοι και υπάρχει μια ειλικρινής προσπάθεια να χτιστεί ο χαρακτήρας του Simon. Εδώ τον βλέπουμε στην αρχή της «καριέρας» του. Δεν είναι ακόμα ο κυνικός μάγος, αλλά ο σπόρος υπάρχει. Είναι ακόμα ένας γκρινιάρης έφηβος που απλά θέλει να τον αφήσουν στην ησυχία του, αλλά σταδιακά βλέπουμε την εξυπνάδα και την ειρωνεία του να ακονίζονται.
Ο οπτικός τομέας είναι απλά χάρμα οφθαλμών. Οι Ιταλοί της Smallthing επέλεξαν μια 2.5D προσέγγιση, όπου όλοι οι χαρακτήρες και τα περιβάλλοντα είναι ζωγραφισμένα στο χέρι, αλλά κινούνται σε έναν τρισδιάστατο χώρο με δυναμικό φωτισμό και σύγχρονα εφέ. Το αποτέλεσμα είναι μαγικό. Μοιάζει σαν ένα παιδικό παραμύθι που ζωντάνεψε, ένας κινούμενος πίνακας ζωγραφικής. Τα χρώματα είναι πλούσια, οι τοποθεσίες (όπως το μαγαζί του Swampling ή το δάσος) είναι γεμάτες λεπτομέρεια και αγάπη για το πρωτότυπο υλικό. Αν τα παλιά παιχνίδια είχαν αυτό το cozy συναίσθημα της pixel art, το Origins το παίρνει και το απογειώνει σε επίπεδα Disney-ικής παραγωγής. Είναι, χωρίς αμφιβολία, ένα από τα ομορφότερα adventure games που έχουμε δει εδώ και χρόνια. Και ηχητικά όμως, η δουλειά είναι εξίσου καλή. Το soundtrack είναι ορχηστρικό, ονειρικό και ταιριάζει απόλυτα με την ατμόσφαιρα. Το voice acting είναι το άλλο μεγάλο στοίχημα. Ο Chris Barrie, η αρχική φωνή του Simon, είναι εμβληματικός. Ο voice actor κάνει εξαιρετική δουλειά στο να αποδώσει έναν νεότερο Simon. Η φωνή του είναι πιο ανήσυχη, λιγότερο βαθιά, αλλά ο σαρκασμός και η βρετανική προφορά είναι εκεί.
Το Simon the Sorcerer: Origins είναι ένα παιχνίδι φτιαγμένο στο σήμερα, για τους παίκτες του σήμερα. Αυτό σημαίνει ότι η αδίστακτη, παράλογη δυσκολία των πρωτότυπων έχει εξαφανιστεί. Ξεχάστε το pixel hunting, ξεχάστε τους γρίφους που απαιτούσαν να συνδυάσετε ένα κέρμα με μια τσίχλα και να το δώσετε σε έναν δράκο για να σας φτύσει φωτιά (τυχαίο παράδειγμα). Οι γρίφοι εδώ είναι, ως επί το πλείστον, απόλυτα λογικοί. Το παιχνίδι σέβεται τον χρόνο σου. Υπάρχει σύστημα fast-travel σχεδόν από την αρχή, υπάρχει ένα εξαιρετικό σύστημα βοήθειας (hint system) που σου δίνει σταδιακά υποδείξεις χωρίς να σου χαλάει τη λύση, και γενικά η ροή είναι ομαλή. Για έναν νέο παίκτη στο είδος, αυτό είναι τέλειο. Είναι η ιδανική εισαγωγή. Για έναν βετεράνο των 90s, όμως; Εδώ μπορεί να υπάρξει μια μικρή απογοήτευση. Η πρόκληση είναι περιορισμένη. Η αίσθηση της ικανοποίησης όταν λύνεις έναν γρίφο μετά από τρεις μέρες σπαζοκεφαλιάς, εδώ αντικαθίσταται από μια πιο ήπια απόλαυση. Το παιχνίδι δεν θέλει να σε τιμωρήσει, θέλει να σε διασκεδάσει και να σου πει την ιστορία του. Αυτό δεν είναι κακό, είναι απλά... διαφορετικό.
Και πάμε στο άλλο μεγάλο στοίχημα: το χιούμορ. Το χιούμορ του Origins είναι γοητευτικό, είναι χαριτωμένο, είναι έξυπνο, αλλά δεν είναι καυστικό. Ο Simon του 1993 ήταν, με τα σημερινά δεδομένα, ένας απόλυτος «μ@λ@κας». Ήταν αγενής, εγωκεντρικός και προσβλητικός προς όλους. Αυτός ο Simon είναι πιο... «σαρκαστικός». Είναι ένας έφηβος που νομίζει ότι τα ξέρει όλα, αλλά συχνά την πατάει. Οι διάλογοι με τον Chippy (που παίρνει τον ρόλο της συνείδησης) είναι απολαυστικοί, και υπάρχουν πολλές αναφορές (easter eggs) για τους παλιούς. Το παιχνίδι σατιρίζει ξανά τα fantasy κλισέ, αλλά το κάνει με έναν πιο γλυκό τρόπο. Έχει χάσει λίγη από την «αλητεία» του. Αυτή η αλλαγή τόνου είναι κατανοητή. Ένας τόσο τοξικός πρωταγωνιστής όσο ο αρχικός, ίσως να μην πουλούσε το ίδιο καλά σήμερα. Το Origins προτιμά να είναι συμπαθητικό, παρά να είναι αιχμηρό. Και πάλι, αυτό είναι θέμα γούστου. Το γέλιο έρχεται, αλλά είναι ένα χαμόγελο ικανοποίησης, όχι ένα δυνατό, σαρδόνιο γέλιο όπως παλιά.
Λοιπόν, αξίζει τελικά να φορέσεις ξανά το μυτερό καπέλο; Η απάντηση είναι ένα μεγάλο, σχεδόν ανεπιφύλακτο, «ναι». Το Simon the Sorcerer: Origins είναι ένα πανέμορφο, καλοφτιαγμένο, σύγχρονο adventure game. Είναι ένα «love letter» προς τους παλιούς οπαδούς, γεμάτο σεβασμό και νοσταλγία, αλλά ταυτόχρονα είναι μια ανοιχτή, φιλική πόρτα για τους νέους παίκτες. Οι δημιουργοί της Smallthing κατάφεραν τον πιο δύσκολο άθλο: πήραν ένα αγαπημένο franchise και το εκσυγχρόνισαν χωρίς να το προδώσουν. Ναι, οι βετεράνοι θα το βρουν εύκολο. Ναι, το χιούμορ έχει μαλακώσει. Αλλά η ατμόσφαιρα είναι εκεί. Η μαγεία είναι εκεί. Η αίσθηση της περιπέτειας σε έναν παράξενο, αστείο κόσμο είναι ολοζώντανη. Αν είστε νέος παίκτης, είναι ίσως ο καλύτερος τρόπος να γνωρίσετε τον Simon. Αν είστε παλιός, μην περιμένετε να νιώσετε την ίδια πρόκληση με το '93. Αντ' αυτού, καθίστε αναπαυτικά και απολαύστε ένα υπέροχο, χαλαρωτικό ταξίδι πίσω στον μαγικό κόσμο που τόσο αγαπήσαμε, ζωγραφισμένο καλύτερα από ποτέ!
Photo Gallery