Το τέλος του «μαρτυρίου των cookies»; Η ΕΕ σχεδιάζει επιτέλους λύση

Το σκηνικό είναι γνώριμο σε κάθε Ευρωπαίο χρήστη του διαδικτύου: ανοίγεις μια ιστοσελίδα και πριν προλάβεις να διαβάσεις οτιδήποτε, ένα banner ξεπροβάλλει απαιτώντας να «αποδεχθείς» ή να «απορρίψεις» cookies. Αυτό που ξεκίνησε ως μια θεσμοθετημένη πρακτική για την προστασία της ιδιωτικότητας, έχει μετατραπεί σε καθημερινό πονοκέφαλο. Και πλέον η Ευρωπαϊκή Επιτροπή φαίνεται αποφασισμένη να βάλει ένα τέλος σε αυτόν τον φαύλο κύκλο.

Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία, οι χρήστες της Ευρωπαϊκής Ένωσης σπαταλούν περίπου 575 εκατομμύρια ώρες τον χρόνο απλώς για να κάνουν κλικ σε επιλογές cookies. Η εμπειρία πλοήγησης έχει γίνει κουραστική, επαναλαμβανόμενη και συχνά παραπλανητική. Αντί να ενισχύσει την προστασία, η διαδικασία φαίνεται να έχει το αντίθετο αποτέλεσμα: πολλοί επιλέγουν μηχανικά το «Accept all» για να συνεχίσουν τη δραστηριότητά τους.

Στις 15 Σεπτεμβρίου, σε μια κλειστή ομάδα συζήτησης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, κατατέθηκε έγγραφο που διέρρευσε στο Politico. Σε αυτό περιγράφονται δύο βασικά σενάρια για την αλλαγή του πλαισίου. Το πρώτο αφορά τη διεύρυνση των εξαιρέσεων, ώστε τα banners να εμφανίζονται μόνο σε περιπτώσεις όπου πράγματι χρειάζεται συγκατάθεση. Το δεύτερο και πιο φιλόδοξο, προβλέπει τη δυνατότητα κάθε χρήστη να ορίζει καθολικές προτιμήσεις μέσα από το browser του. Έτσι, οι επιλογές θα εφαρμόζονται αυτόματα σε κάθε επίσκεψη, χωρίς να απαιτείται νέο κλικ σε κάθε ιστοσελίδα.

Με λίγα λόγια, το βάρος θα περνούσε από τους χρήστες στους ίδιους τους browsers, που θα λειτουργούσαν ως «φύλακες» των προτιμήσεων του καθενός.

Η ιστορία των cookies στην ΕΕ ξεκινά το 2002, με μια οδηγία για την ιδιωτικότητα στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες. Το 2009, η περίφημη e-Privacy Directive κατέστησε υποχρεωτική τη συγκατάθεση πριν την αποθήκευση cookies στις συσκευές. Το 2018, η εφαρμογή του Γενικού Κανονισμού για την Προστασία Δεδομένων (GDPR) εδραίωσε αυτό το καθεστώς, επιβάλλοντας αυστηρούς κανόνες στη συλλογή και επεξεργασία προσωπικών δεδομένων.

Οι προθέσεις ήταν ξεκάθαρες: ενίσχυση της διαφάνειας και θωράκιση των δικαιωμάτων των πολιτών. Ωστόσο, η πράξη απέδειξε πως η υπερβολική έμφαση στη συναίνεση κατέληξε να αχρηστεύσει την ίδια τη διαδικασία. Όπως σχολίασε χαρακτηριστικά ο νομικός Peter Craddock στην Politico, «υπερβολική συγκατάθεση σημαίνει τελικά καθόλου συγκατάθεση».

Η Επιτροπή σχεδιάζει να παρουσιάσει τον Δεκέμβριο ένα εκτενές κείμενο –ένα «omnibus» πακέτο– με στόχο να απλοποιήσει μεγάλο μέρος της τεχνολογικής νομοθεσίας. Στην ατζέντα βρίσκεται φυσικά και το θέμα των cookies, που έχει μετατραπεί σε σύμβολο γραφειοκρατίας και δυσλειτουργίας.

Μια πιθανή λύση θα ήταν η ενσωμάτωση της ρύθμισης των cookies στο GDPR, το οποίο βασίζεται σε μια πιο ευέλικτη, «risk-based» φιλοσοφία. Αυτό θα σήμαινε ότι τα banners θα εμφανίζονται μόνο σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, όπου οι κίνδυνοι για τα προσωπικά δεδομένα είναι υψηλοί, αφήνοντας ανενόχλητη την καθημερινή πλοήγηση σε πιο απλές ιστοσελίδες.

Δεν είναι η πρώτη φορά που επιχειρείται να αλλάξει το πλαίσιο. Ήδη από το 2017 υπήρξε πρόταση για έναν Κανονισμό Ηλεκτρονικής Ιδιωτικότητας που θα απλοποιούσε τα ενοχλητικά μηνύματα. Ωστόσο, το εγχείρημα εγκαταλείφθηκε τον Φεβρουάριο του 2025, καθώς αποδείχθηκε υπερβολικά περίπλοκο, αγγίζοντας θέματα από την ψηφιακή διαφήμιση μέχρι και την εθνική ασφάλεια.

Αυτό το ιστορικό δείχνει ότι η πορεία προς μια πιο καθαρή και αποτελεσματική λύση δεν θα είναι εύκολη. Παρόλα αυτά, η πίεση από τους πολίτες και η ανάγκη για απλοποίηση είναι πλέον μεγαλύτερη από ποτέ.

Το ζήτημα δεν είναι απλώς τεχνικό αλλά βαθιά πολιτικό και κοινωνικό. Κάθε φορά που ο χρήστης βομβαρδίζεται με ανούσιες επιλογές, η εμπιστοσύνη του προς το ίδιο το σύστημα μειώνεται. Αντί να νιώθει προστατευμένος, αισθάνεται εγκλωβισμένος σε μια ρουτίνα που υπονομεύει την εμπειρία του στο διαδίκτυο.

Εάν οι νέες ρυθμίσεις υλοποιηθούν, η Ευρωπαϊκή Ένωση θα μπορέσει να αποδείξει ότι μπορεί να συνδυάσει την προστασία της ιδιωτικότητας με την ευχρηστία. Το όφελος θα είναι διπλό: οι πολίτες θα ανακτήσουν την άνεση στην πλοήγησή τους και οι επιχειρήσεις θα λειτουργούν με μεγαλύτερη σαφήνεια και λιγότερη γραφειοκρατία.

Το μόνο που μένει να φανεί είναι αν η ΕΕ θα καταφέρει να ξεπεράσει την πολυπλοκότητα του ζητήματος και να προσφέρει μια λύση που θα γίνει πραγματικότητα στην πράξη. Μέχρι τότε, το «Accept or reject» παραμένει το πιο εκνευριστικό ερώτημα της καθημερινής ψηφιακής μας ζωής.

[via]

Loading