Ένα υλικό που ανακαλύφθηκε πριν από περισσότερο από ογδόντα χρόνια επιστρέφει ξαφνικά στο προσκήνιο, χάρη σε μια σειρά πειραμάτων που υπόσχονται να αλλάξουν ριζικά το μέλλον της τεχνολογίας. Μια ομάδα ερευνητών από τις ΗΠΑ αναβιώνει το ενδιαφέρον για το τιτανιούχο βάριο, μια ουσία γνωστή από το 1941 για τις μοναδικές ηλεκτροοπτικές της ιδιότητες. Ο λόγος για ένα υλικό που μπορεί να μετατρέπει ηλεκτρικά σήματα σε οπτικά, λειτουργώντας ουσιαστικά ως «μεταφραστής» ανάμεσα στην ηλεκτρική ενέργεια και το φως.
Η δυνατότητα μετατροπής ηλεκτρονικών πληροφοριών σε φωτονικές σημαίνει ταχύτερη μετάδοση δεδομένων με πολύ μικρότερες απώλειες ενέργειας. Με άλλα λόγια, το τιτανιούχο βάριο μπορεί να αποτελέσει το χαμένο κρίκο ανάμεσα στους σημερινούς ηλεκτρονικούς υπολογιστές και τις μελλοντικές κβαντικές υποδομές, όπου η πληροφορία δεν ταξιδεύει με ηλεκτρόνια αλλά με φωτόνια.
Παρότι το τιτανιούχο βάριο ανακαλύφθηκε πριν από δεκαετίες, δεν κατάφερε ποτέ να γίνει το βασικό υλικό της βιομηχανίας των ηλεκτροοπτικών συσκευών, όπως αισθητήρων ή μετατροπέων σήματος. Ο λόγος ήταν η αστάθεια και η δυσκολία παραγωγής του. Έτσι, το κενό αυτό κάλυψε για χρόνια το νιοβικό λίθιο, ένα πιο «ήσυχο» και εύκολο στην κατασκευή υλικό, αλλά με σαφώς χαμηλότερες επιδόσεις.
Αυτή η ισορροπία φαίνεται πως αλλάζει. Ερευνητές του Penn State University κατάφεραν να επαναφέρουν το τιτανιούχο βάριο στο προσκήνιο, χρησιμοποιώντας μια πρωτοποριακή προσέγγιση: το διαμόρφωσαν σε λεπτά φιλμ και το υπέβαλαν σε ελεγχόμενη μηχανική τάση. Το αποτέλεσμα; Οι ιδιότητές του απογειώθηκαν.
«Πήραμε ένα κλασικό υλικό και το θέσαμε στις σωστές συνθήκες πίεσης. Αυτό που είδαμε ήταν κάτι που μέχρι πρότινος θεωρούσαμε αδύνατο», εξηγεί ο Venkat Gopalan, καθηγητής επιστήμης υλικών και συν-συγγραφέας της μελέτης.
Το πείραμα απέδωσε εντυπωσιακά αποτελέσματα: η ικανότητα του τιτανιούχου βαρίου να μετατρέπει ηλεκτρόνια σε φωτόνια αυξήθηκε περισσότερο από δέκα φορές σε σχέση με κάθε προηγούμενη επίδοση και όλα αυτά σε θερμοκρασία δωματίου. Αυτό είναι εξαιρετικά σημαντικό, καθώς οι περισσότερες κβαντικές τεχνολογίες απαιτούν λειτουργία σε κρυογενικές θερμοκρασίες, δηλαδή σε συνθήκες τόσο ψυχρές που είναι ενεργοβόρες και δαπανηρές για να διατηρηθούν.
Η επίτευξη παρόμοιας απόδοσης χωρίς ακραίες ψύξεις ανοίγει το δρόμο για κβαντικούς υπολογιστές και οπτικές διασυνδέσεις που μπορούν να λειτουργήσουν πολύ πιο αποδοτικά και οικονομικά.
Η ανακάλυψη αυτή έχει όμως και μια δεύτερη, εξίσου σημαντική προέκταση: τα data centers. Σήμερα, τα τεράστια αυτά κέντρα δεδομένων καταναλώνουν τεράστιες ποσότητες ενέργειας, κυρίως για να παραμένουν ψυχρά. Η μετάδοση πληροφοριών μέσω ηλεκτρονίων δημιουργεί θερμότητα και όσο αυξάνονται οι ανάγκες για υπολογιστική ισχύ, τόσο εκτοξεύεται και η κατανάλωση ενέργειας.
Εδώ ακριβώς έρχεται το τιτανιούχο βάριο. Αν οι ηλεκτρονικές συνδέσεις αντικατασταθούν από οπτικές, δηλαδή από μεταδόσεις φωτονίων, η παραγωγή θερμότητας μπορεί να μειωθεί δραματικά. Όπως εξηγεί ο Aiden Ross, συν-συγγραφέας της μελέτης:
Η μεταφορά πληροφοριών με φως αντί για ηλεκτρισμό σημαίνει ότι μπορούμε να στέλνουμε περισσότερα δεδομένα παράλληλα, με μικρότερο κίνδυνο υπερθέρμανσης και με λιγότερη ανάγκη για συστήματα ψύξης.
Με άλλα λόγια, μιλάμε για ένα μέλλον όπου οι υπολογιστικοί κόμβοι της τεχνητής νοημοσύνης ή τα μεγάλα cloud data centers θα μπορούσαν να λειτουργούν με πολύ μικρότερο ενεργειακό αποτύπωμα, μια κρίσιμη εξέλιξη καθώς η ζήτηση για ισχύ εκτοξεύεται.
Η δημοσίευση των αποτελεσμάτων στο περιοδικό Advanced Materials έχει ήδη προκαλέσει ενθουσιασμό στη διεθνή επιστημονική κοινότητα. Αν η προσέγγιση του Penn State μπορεί να εφαρμοστεί σε βιομηχανική κλίμακα, θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια νέα γενιά κβαντικών συστημάτων, δικτύων οπτικής μετάδοσης και αποδοτικότερων υπολογιστικών υποδομών.
Φυσικά, απομένουν αρκετά τεχνικά εμπόδια: η σταθερότητα του υλικού, η μαζική παραγωγή και η ενσωμάτωσή του σε υπάρχουσες αρχιτεκτονικές δεδομένων. Όμως, για πρώτη φορά μετά από δεκαετίες, φαίνεται πως το τιτανιούχο βάριο απέκτησε μια δεύτερη ευκαιρία και ίσως αποδειχθεί το υλικό που θα ενώσει τον κόσμο της ηλεκτρονικής με αυτόν της φωτονικής, φέρνοντας πιο κοντά το όραμα για καθαρότερη, ταχύτερη και πιο βιώσιμη τεχνολογία.
[source]