Στην καρδιά της ευρωπαϊκής επιστημονικής έρευνας καταγράφηκε πρόσφατα ένα εντυπωσιακό τεχνολογικό επίτευγμα: μεταφέρθηκε συνεχής ροή δεδομένων με ταχύτητα 1,2 terabit ανά δευτερόλεπτο (Tb/s) σε απόσταση 3.500 χιλιομέτρων, από την Ολλανδία έως τη Φινλανδία. Πρόκειται για μια σημαντική δοκιμή που επιβεβαιώνει τις δυνατότητες των ευρωπαϊκών ερευνητικών υποδομών να ανταποκριθούν στις αυξημένες απαιτήσεις της εποχής της τεχνητής νοημοσύνης και των υπερυπολογιστών.
Η μετάδοση των δεδομένων πραγματοποιήθηκε χάρη στη συνεργασία μεταξύ του CSC (Φινλανδία), του SURF (Ολλανδία) και της Nokia, σε ένα δίκτυο που συνέδεσε άμεσα τα υπολογιστικά κέντρα του SURF στο Άμστερνταμ με το κέντρο δεδομένων του CSC στην Kajaani, όπου φιλοξενείται ο ευρωπαϊκός υπερυπολογιστής LUMI. Η διαδρομή καλύφθηκε με τη συνδρομή πέντε εθνικών ερευνητικών δικτύων: εκτός των CSC και SURF, συμμετείχαν οι NORDUnet, Sunet (Σουηδία) και SIKT (Νορβηγία), αποδεικνύοντας ότι τέτοιες διασυνοριακές συνεργασίες μπορούν να λειτουργούν με αξιοπιστία και αρμονία.
Στο τεχνικό σκέλος, τον πρωταγωνιστικό ρόλο ανέλαβε η Nokia, η οποία προσέφερε τις τεχνολογικές λύσεις αιχμής, συνδυάζοντας πρωτόκολλα IP/MPLS με οπτικά συστήματα σχεδιασμένα να είναι ασφαλή ακόμη και έναντι μελλοντικών κινδύνων που ενδέχεται να προκύψουν από την ανάπτυξη της κβαντικής τεχνολογίας. Ένα από τα σημαντικότερα τεχνολογικά εργαλεία που αξιοποιήθηκαν ήταν η τεχνολογία FlexE (Flexible Ethernet), η οποία επιτρέπει τη διαχείριση εξαιρετικά μεγάλων και συνεχών ροών δεδομένων – γνωστές στον κλάδο ως "elephant flows" – ροές που συνήθως δημιουργούνται από τη λειτουργία υπερυπολογιστών και εκπαιδευτικών μοντέλων τεχνητής νοημοσύνης.
Η συγκεκριμένη δοκιμή δεν περιορίζεται στο επίπεδο μιας τεχνικής επίδειξης. Αναδεικνύει, στην πράξη, το πώς οι υποδομές πρέπει να εξελιχθούν ώστε να ανταποκριθούν στις αυξανόμενες απαιτήσεις της σύγχρονης επιστημονικής και τεχνολογικής ανάπτυξης. Η εκπαίδευση των επόμενης γενιάς μοντέλων τεχνητής νοημοσύνης απαιτεί όχι μόνο τεράστιες ποσότητες δεδομένων αλλά και δίκτυα ικανά να διαχειρίζονται τέτοιο όγκο με ασφάλεια, ταχύτητα και αξιοπιστία. Το συγκεκριμένο εγχείρημα αποδεικνύει ότι ακόμη και αποστάσεις χιλιάδων χιλιομέτρων δεν αποτελούν πλέον τεχνολογικό εμπόδιο.
Ο Jani Myyry από το CSC υπογράμμισε ότι η βασική πρόκληση έγκειται στο σχεδιασμό υποδομών δικτύωσης που να είναι έτοιμες για το μέλλον. Οι πλατφόρμες όπως το LUMI-AI και τα ανερχόμενα AI Factories απαιτούν σταθερές, επεκτάσιμες λύσεις διασύνδεσης – κάτι που, όπως αποδείχθηκε, οι ευρωπαϊκές υποδομές είναι πλέον σε θέση να προσφέρουν. Από την πλευρά του, ο Arno Bakker του SURF επεσήμανε ότι το συγκεκριμένο project ανοίγει τον δρόμο για πρωτοβουλίες όπως η εκπαίδευση γλωσσικών μοντέλων τύπου GPT-nl στο LUMI, ακόμα και αν τα δεδομένα βρίσκονται σε άλλες χώρες, όπως στους διακομιστές του Βασιλικού Μετεωρολογικού Ινστιτούτου της Ολλανδίας.
Η υποδομή που δοκιμάστηκε μπορεί να υποστηρίξει κρίσιμους τομείς όπως η μετεωρολογική πρόβλεψη, οι προσομοιώσεις κλιματικής αλλαγής και πλήθος εφαρμογών τεχνητής νοημοσύνης στον τομέα της υγείας, της ενέργειας και της βιομηχανίας.
Ο Mikhail Lenko από τη Nokia τόνισε ότι η εταιρεία παραμένει σταθερά προσανατολισμένη στην υποστήριξη αυτών των υποδομών, οι οποίες έχουν σχεδιαστεί για να καλύψουν όχι μόνο τις μελλοντικές ανάγκες από πλευράς δυνατοτήτων αλλά και τις αυξημένες απαιτήσεις για ασφάλεια. Το όραμα, όπως το περιέγραψε, είναι η δημιουργία ενός οικοσυστήματος επιστημονικής καινοτομίας που θα εκτείνεται σε πανευρωπαϊκή κλίμακα.
[via]