Δύο παιδιά στο νοσοκομείο Bambino Gesù της Ρώμης άκουσαν ξανά — ή, στην περίπτωση του μικρότερου, άκουσαν για πρώτη φορά στη ζωή τους — χάρη σε μια επαναστατική ιατρική τεχνολογία που συνδυάζει ρομποτική και βιονικά εμφυτεύματα. Πρόκειται για μια πρωτοποριακή επέμβαση που ανοίγει νέους ορίζοντες στην παιδιατρική ωτοχειρουργική και αναδεικνύει τον ρόλο της ρομποτικής ως συμμάχου των γιατρών.
Οι δύο μικροί ασθενείς, μια 14χρονη με προοδευτική απώλεια ακοής και ένα τρίχρονο αγόρι που γεννήθηκε κωφό, υποβλήθηκαν με επιτυχία σε εμφύτευση ενός νέου τύπου κοχλιακού εμφυτεύματος — ενός «βιονικού αυτιού» τελευταίας γενιάς — με τη βοήθεια δύο εξειδικευμένων ρομπότ. Οι επεμβάσεις ολοκληρώθηκαν χωρίς καμία επιπλοκή, και σύμφωνα με τους γιατρούς, οι δύο ασθενείς αναρρώνουν άριστα.
Ο επικεφαλής του προγράμματος, καθηγητής Pasquale Marsella, διευθυντής του τμήματος Ακοολογίας και Ωτοχειρουργικής του Bambino Gesù, εξηγεί ότι το τρίχρονο παιδί ενεργοποίησε το εμφύτευμά του μόλις μία εβδομάδα μετά την επέμβαση, καταφέρνοντας να ακούσει ήχους για πρώτη φορά. «Η ηλεκτρική διέγερση του κοχλιακού εμφυτεύματος επέτρεψε στο παιδί να αρχίσει να αντιλαμβάνεται ήχους που ποτέ πριν δεν είχε βιώσει», σημειώνει ο Marsella.
Οι δύο επεμβάσεις πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο μιας ευρύτερης μελέτης που διερευνά τη χρήση της ρομποτικής τεχνολογίας στις κοχλιακές εμφυτεύσεις παιδιών. Στόχος είναι να ενισχυθεί η ακρίβεια των χειρουργικών κινήσεων και να περιοριστεί η πιθανότητα βλάβης στον εσωτερικό αυτί, μια από τις πιο ευαίσθητες περιοχές του ανθρώπινου σώματος.
Η επιτυχία των επεμβάσεων οφείλεται εν μέρει στη χρήση δύο καινοτόμων ρομπότ: του Otoarm και του Otodrive. Το πρώτο λειτουργεί ως μηχανικός βραχίονας, διασφαλίζοντας ότι τα χειρουργικά εργαλεία ακολουθούν με ακρίβεια τη σωστή πορεία, ενώ το δεύτερο έχει αναλάβει την εισαγωγή της πρόθεσης μέσα στο αυτί, μειώνοντας δραστικά την επεμβατικότητα και τους πιθανούς κινδύνους.
Μετά τις επεμβάσεις, οι εξετάσεις επιβεβαίωσαν πως η χρήση ρομπότ όχι μόνο αύξησε την ακρίβεια των χειρουργών, αλλά δεν προκάλεσε καμία επιπλέον βλάβη στην υπολειπόμενη ακοή των παιδιών. «Η ρομποτική τεχνολογία αποδεικνύεται πολύτιμη, καθώς επιτρέπει εξαιρετικά ακριβείς κινήσεις σε περιοχές που είναι αδύνατον να προσεγγιστούν με το ανθρώπινο χέρι», εξηγούν οι γιατροί της ομάδας Marsella.
Το νοσοκομείο Bambino Gesù θεωρείται ένα από τα κορυφαία κέντρα παγκοσμίως για την αντιμετώπιση της παιδικής κώφωσης, με περισσότερες από 1.000 επεμβάσεις στο ενεργητικό του. Η εισαγωγή της ρομποτικής στις κοχλιακές εμφυτεύσεις αποτελεί ένα ακόμα βήμα προς μια εποχή όπου οι επεμβάσεις θα είναι λιγότερο επώδυνες, πιο ακριβείς και με ταχύτερη ανάρρωση για τους μικρούς ασθενείς.
Το ίδιο το βιονικό αυτί είναι ένα τεχνολογικό θαύμα. Αποτελείται από δύο τμήματα: ένα εξωτερικό, που συλλέγει τους ήχους από το περιβάλλον, και ένα εσωτερικό, που μετατρέπει τα ηχητικά κύματα σε ηλεκτρικά σήματα. Αυτά τα σήματα διεγείρουν άμεσα τα νεύρα της ακοής, αντικαθιστώντας έτσι τη φυσική λειτουργία της κοχλίας. Το αποτέλεσμα είναι ότι άτομα με βαθιά ή πλήρη κώφωση μπορούν να αποκτήσουν ξανά την ικανότητα να ακούν, κάτι που δεν επιτυγχάνεται με τα παραδοσιακά ακουστικά βοηθήματα.
Σύμφωνα με τον Marsella, η νέα αυτή τεχνολογία προσφέρει όχι μόνο μεγαλύτερη ασφάλεια αλλά και δυνατότητα εξατομίκευσης για κάθε ασθενή. «Η ακρίβεια της ρομποτικής επιτρέπει να προσαρμόζουμε τη διαδικασία στις ανατομικές ιδιαιτερότητες του κάθε παιδιού, εξασφαλίζοντας το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Το επόμενο βήμα, όπως τονίζει το ιατρικό επιτελείο του Bambino Gesù, είναι η διεύρυνση της μελέτης σε περισσότερους ασθενείς ώστε να επιβεβαιωθεί η αποτελεσματικότητα και η ασφάλεια της ρομποτικής τεχνολογίας στις παιδιατρικές κοχλιακές εμφυτεύσεις. Αν τα αποτελέσματα παραμείνουν θετικά, οι συγκεκριμένες τεχνικές αναμένεται να καθιερωθούν διεθνώς ως νέα πρότυπα στη χειρουργική αποκατάσταση της ακοής.
[via]