Ο Πρόεδρος Donald Trump υπέγραψε εκτελεστικό διάταγμα με το οποίο επικυρώνεται η πώληση της αμερικανικής δραστηριότητας του TikTok σε κοινοπραξία επενδυτών με έδρα τις ΗΠΑ, έναντι περίπου 14 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Σύμφωνα με τον Λευκό Οίκο, η συμφωνία πληροί τις απαιτήσεις εθνικής ασφάλειας που έχουν τεθεί με νόμο, αν και παραμένει άγνωστο πώς καθορίστηκε η αποτίμηση του ύψους των 14 δισ.
Το νέο σχήμα που θα ελέγχει την εφαρμογή στις ΗΠΑ θα αποτελείται από εξέχοντες Αμερικανούς επενδυτές όπως ο Michael Dell, ο Rupert Murdoch και ο Larry Ellison, καθώς και διεθνείς κεφαλαιούχους, ανάμεσα στους οποίους ξεχωρίζει η εταιρεία MGX με έδρα το Άμπου Ντάμπι. Η απόφαση αυτή έρχεται μετά από χρόνια πιέσεων της Ουάσιγκτον προς τη ByteDance, την κινεζική μητρική εταιρεία του TikTok, ώστε να μειώσει την επιρροή της στην αμερικανική εκδοχή της πλατφόρμας.
Κεντρικό ρόλο στη νέα συμφωνία θα έχει η Oracle, η οποία θα αναλάβει την ασφάλεια και την εποπτεία του αλγορίθμου συστάσεων, δηλαδή της «καρδιάς» του TikTok. Παράλληλα, η Oracle θα διαχειρίζεται όλα τα δεδομένα των Αμερικανών χρηστών σε ασφαλή cloud περιβάλλον, απαντώντας έτσι στις ανησυχίες για πιθανή διαρροή ή πρόσβαση από το Πεκίνο.
Η ByteDance έχει πλέον προθεσμία έως τις 20 Ιανουαρίου 2026 για να ολοκληρώσει την αποεπένδυση. Είναι η τέταρτη φορά που ο Trump παρατείνει την τελική ημερομηνία, αποφεύγοντας έτσι την απαγόρευση της εφαρμογής σε εθνικό επίπεδο. Ο Αμερικανός πρόεδρος τόνισε ότι η συμφωνία διασφαλίζει πως το TikTok θα συνεχίσει να λειτουργεί στις ΗΠΑ, αλλά με τρόπο που προστατεύει τα προσωπικά δεδομένα και περιορίζει τον κίνδυνο ξένης επιρροής.
Η νέα οντότητα, σύμφωνα με το διάταγμα, θα λειτουργεί ανεξάρτητα. Το διοικητικό συμβούλιο, η υποδομή της εφαρμογής και τα κρίσιμα συστήματα ελέγχου περιεχομένου θα βρίσκονται υπό αμερικανική διαχείριση.
Αν και ο Λευκός Οίκος παρουσιάζει τη συμφωνία ως μια «καθαρή αποκοπή» από τη ByteDance, τα κινεζικά μέσα ενημέρωσης δίνουν διαφορετική εικόνα. Σύμφωνα με ρεπορτάζ, η ByteDance θα εξακολουθήσει να διαδραματίζει σημαντικό ρόλο, ακόμα και μετά την αναδιάρθρωση. Αναφέρεται ότι σχεδιάζει τη δημιουργία μιας νέας αμερικανικής εταιρείας που θα εστιάζει στο ηλεκτρονικό εμπόριο, το branding και τη διεθνή συνδεσιμότητα, αφήνοντας στη νέα κοινοπραξία τον τομέα της ψηφιακής ασφάλειας και του λογισμικού.
Αυτή η διαφορετική αφήγηση έρχεται να δείξει το χάσμα αντίληψης ανάμεσα στις δύο πλευρές: για τις ΗΠΑ, πρόκειται για πλήρη διαχωρισμό με στόχο την εθνική ασφάλεια, ενώ για την Κίνα μοιάζει περισσότερο με μερική αναδιάρθρωση που διατηρεί δεσμούς με τη μητρική εταιρεία.
Σύμφωνα με το Reuters, ο Κινέζος Πρόεδρος Xi Jinping έχει εκφράσει την έγκρισή του για τη συμφωνία, αν και υπήρξαν αντιστάσεις από το Πεκίνο. Ο Αμερικανός αντιπρόεδρος JD Vance παραδέχθηκε ότι υπήρξαν δυσκολίες στις διαπραγματεύσεις, αλλά το τελικό αποτέλεσμα θεωρείται συμβιβαστικό: το TikTok συνεχίζει να λειτουργεί, ενώ παράλληλα διασφαλίζεται ότι τα δεδομένα των Αμερικανών χρηστών θα προστατεύονται από πιθανή ξένη επιρροή.
Παρά ταύτα, για να ολοκληρωθεί η συμφωνία απαιτείται και η τελική έγκριση των κινεζικών ρυθμιστικών αρχών. Αυτό σημαίνει ότι η υπόθεση δεν έχει κλείσει οριστικά και ότι οι διαπραγματεύσεις μπορεί να συνεχιστούν τους επόμενους μήνες.
Η συμφωνία ύψους 14 δισ. δολαρίων ενδέχεται να αποτελέσει σημείο καμπής τόσο για το TikTok όσο και για τις σχέσεις ΗΠΑ–Κίνας στον τομέα της τεχνολογίας. Για την Ουάσιγκτον, η πώληση δείχνει ότι μπορεί να επιβάλει όρους σε ξένες εταιρείες που δραστηριοποιούνται στη χώρα, ειδικά όταν τίθεται ζήτημα εθνικής ασφάλειας. Για την ByteDance, η πρόκληση είναι να διατηρήσει τον παγκόσμιο χαρακτήρα της εφαρμογής, χωρίς να χάσει τον έλεγχο σε μια από τις σημαντικότερες αγορές της.
Το TikTok, με εκατομμύρια ενεργούς χρήστες στις ΗΠΑ, παραμένει μία από τις ισχυρότερες πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης παγκοσμίως. Η εξέλιξη αυτή μπορεί να αλλάξει τον τρόπο που λειτουργεί στην αμερικανική αγορά, αλλά και να ανοίξει τον δρόμο για νέες μορφές συνεργασίας ή ανταγωνισμού με άλλες μεγάλες τεχνολογικές εταιρείες.
Η υπόθεση TikTok δεν αφορά μόνο τα δεδομένα και την ψυχαγωγία, αλλά αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης μάχης για τον έλεγχο της τεχνολογίας, της καινοτομίας και της πληροφορίας στον 21ο αιώνα. Η πώληση στις ΗΠΑ μπορεί να είναι η αρχή μιας νέας φάσης, όπου οι κυβερνήσεις θα επιδιώκουν πιο έντονα να θέτουν όρια στη δραστηριότητα ξένων ψηφιακών κολοσσών στο έδαφός τους.
[via]