Το Γενικό Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης έδωσε την τελική του έγκριση στο τρίτο κατά σειρά νομικό πλαίσιο που ρυθμίζει τη μεταφορά προσωπικών δεδομένων από την Ευρώπη προς τις ΗΠΑ, απορρίπτοντας προσφυγή που είχε κατατεθεί εναντίον του. Πρόκειται για μια απόφαση με ιδιαίτερη βαρύτητα, καθώς οι προηγούμενες δύο προσπάθειες κατέληξαν σε ακύρωση από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έπειτα από ενστάσεις που είχαν υποβληθεί από ακτιβιστές υπέρ της προστασίας της ιδιωτικότητας.
Η νέα συμφωνία, γνωστή ως Trans-Atlantic Data Privacy Framework, θεσπίστηκε το 2023 με σκοπό να επιτρέψει στις αμερικανικές εταιρείες να συνεχίσουν να αποθηκεύουν τα προσωπικά δεδομένα Ευρωπαίων πολιτών σε servers εντός των ΗΠΑ. Ένα βασικό στοιχείο του πλαισίου είναι η δυνατότητα που έχουν οι Ευρωπαίοι να καταθέτουν επίσημες καταγγελίες για τον τρόπο με τον οποίο οι εταιρείες στις ΗΠΑ διαχειρίζονται τα δεδομένα τους.
Την ακύρωση της συμφωνίας ζήτησε ο Γάλλος πολιτικός Philippe Latombe, ο οποίος προσέφυγε κατά της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, υποστηρίζοντας ότι δεν υπάρχουν επαρκείς εγγυήσεις για την προστασία της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής. Επικαλέστηκε, μάλιστα, την εκτεταμένη και μαζική συλλογή προσωπικών δεδομένων από τις αμερικανικές υπηρεσίες πληροφοριών. Επιπλέον, εξέφρασε αμφιβολίες για την ανεξαρτησία του Data Protection Review Court (DPRC), του οργάνου που συστάθηκε για να εξετάζει τις καταγγελίες των Ευρωπαίων πολιτών.
Το Γενικό Δικαστήριο, ωστόσο, δεν υιοθέτησε τους ισχυρισμούς του. Όπως σημείωσε στην απόφασή του, ο τρόπος λειτουργίας του DPRC και ο διορισμός των μελών του συνοδεύονται από αρκετές δικλίδες ασφαλείας που διασφαλίζουν την ανεξαρτησία τους. Οι δικαστές του οργάνου μπορούν να παυθούν μόνο από τον Γενικό Εισαγγελέα και μάλιστα μόνο για αποχρώντα λόγο, ενώ απαγορεύεται ρητά σε κυβερνητικούς φορείς και υπηρεσίες πληροφοριών να επηρεάσουν την εργασία τους.
Παράλληλα, το Δικαστήριο απέρριψε τις αιτιάσεις του Latombe σχετικά με τη μαζική συλλογή δεδομένων, κρίνοντας ότι δεν στοιχειοθετούν λόγο ακύρωσης της συμφωνίας. Ωστόσο, υπενθύμισε ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει την ευθύνη να παρακολουθεί την εφαρμογή του πλαισίου και, εφόσον αλλάξει το νομικό καθεστώς στις ΗΠΑ, μπορεί να αποφασίσει να το τροποποιήσει, να το περιορίσει ή ακόμη και να το αναστείλει.
Η υπόθεση αυτή εξελίσσεται σε συνέχεια μιας μακράς ιστορίας διαμάχης γύρω από τη μεταφορά δεδομένων μεταξύ ΕΕ και ΗΠΑ. Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης είχε ήδη ακυρώσει δύο προηγούμενες συμφωνίες, το Safe Harbor και το Privacy Shield, έπειτα από νομικές προσφυγές που είχε καταθέσει ο ακτιβιστής Max Schrems, ο οποίος είχε καταγγείλει ότι οι αμερικανικές υπηρεσίες πληροφοριών είχαν απρόσκοπτη πρόσβαση σε ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα Ευρωπαίων.
Η πολιτική συγκυρία καθιστά την απόφαση ακόμη πιο ενδιαφέρουσα. Από το 2023, όταν υπογράφηκε η συμφωνία, οι σχέσεις ΕΕ–ΗΠΑ έχουν περάσει από εντάσεις, με την κυβέρνηση Trump να ασκεί πιέσεις σε ανεξάρτητους θεσμούς και να βρίσκεται σε διαρκή αντιπαράθεση με τις Βρυξέλλες γύρω από ζητήματα ρύθμισης των μεγάλων αμερικανικών τεχνολογικών εταιρειών και διεθνούς εμπορίου. Ωστόσο, η δικαστική επικύρωση του πλαισίου επιτρέπει την προσωρινή σταθερότητα σε έναν τομέα καίριο τόσο για την ψηφιακή οικονομία όσο και για τα δικαιώματα των πολιτών.
Παρά την απόφαση, η υπόθεση δεν έχει κλείσει οριστικά. Ο Latombe διατηρεί το δικαίωμα να προσφύγει στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τον ανώτατο δικαστικό θεσμό της ΕΕ. Αν προχωρήσει, θα ακολουθήσει μια νέα φάση νομικής αβεβαιότητας που μπορεί να θέσει εκ νέου υπό αμφισβήτηση τη βιωσιμότητα του Trans-Atlantic Data Privacy Framework.
[via]